Δευτέρα 22 Νοεμβρίου 2010

Το αδιέξοδο του καθεστωτικού μεταρρυθμισμού

"Ξεκινάμε από τα ζητήματα προστασίας της εργασίας και αναδιανομής του εισοδήματος και τα επεκτείνουμε σε μέτρα για την αντιμετώπιση της δημοσιονομικής κρίσης που μετατοπίζουν υπέρ της εργασίας το συσχετισμό των δυνάμεων (αύξηση των φορολογικών συντελεστών των κερδών στο 40%, κατάργηση φοροαπαλλαγών, φορολόγηση εκκλησιαστικής περιουσίας, περικοπή στρατιωτικών δαπανών κατά 50%, κλπ.). Στη συνέχεια και μόνο στη βάση των προηγούμενων θέτουμε ζητήματα που αφορούν την κρίση χρέους καθαυτή, όπως η αναδιαπραγμάτευσή του με όρους που να μη θίγουν τις συνθήκες διαβίωσης των εργαζομένων"

φοροαπαλλαγές, αμυντικές δαπάνες, εκκλησία...ας συγκεντρωθούμε σε αυτά τα τρία και μετά βλέπουμε


του Γιάννη Μηλιού*

Καθεστωτικός και ριζοσπαστικός μεταρρυθμισμός

Ο μεταρρυθμισμός αποτελεί βασικό άξονα της παρέμβασης της Αριστεράς, διότι στο πλαίσιο του καπιταλισμού είναι νοητή η βελτίωση της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής θέσης των δυνάμεων της εργασίας.

Ο ριζοσπαστικός μεταρρυθμισμός αντιλαμβάνεται τα συμφέροντα της εργασίας ωςαυτοτελείς ταξικούς στόχους, στον «ορίζοντα» των οποίων βρίσκεται η ανατροπή του καπιταλισμού. Οι αλλαγές που επιζητεί δεν εστιάζονται γενικώς στην «πρόοδο της χώρας», διότι η «χώρα» είναι ένας καπιταλιστικός κοινωνικός σχηματισμός κι η «πρόοδός» της συνδέεται με την ενίσχυση της καπιταλιστικής συσσώρευσης και εκμετάλλευσης των εργαζομένων. Οι μεταρρυθμίσεις που προτείνει στοχεύουν στη μετατόπιση του ταξικού συσχετισμού δύναμης, «δείχνουν» τη δυνατότητα και δυναμική της αντικαπιταλιστικής προοπτικής: «Οι άνθρωποι πάνω από τα κέρδη», για μια «οικονομία των κοινωνικών αναγκών και του κοινωνικού ελέγχου», σε αντιδιαστολή με την οικονομία της μεγιστοποίησης του κέρδους.

Σε αντίθεση με αυτή τη στρατηγική, ο καθεστωτικός μεταρρυθμισμός είτε θεωρεί τη βελτίωση των όρων ύπαρξης της εργατικής τάξης ως «προϋπόθεση» για την πρόοδο του εγχώριου καπιταλισμού (η αύξηση των μισθών θα επιφέρει αύξηση της ζήτησης, επομένως ταχύτερους ρυθμούς συσσώρευσης κεφαλαίου), είτε αντιλαμβάνεται την πρόοδο του εγχώριου καπιταλισμού ως προϋπόθεση για τη βελτίωση των όρων ύπαρξης της εργασίας. Η «ορθή ανάπτυξη της οικονομίας» θα ωφελήσει, υποτίθεται, και τους εργαζόμενους.

Ο καθεστωτικός μεταρρυθμισμός της Αριστεράς: "Έξοδος από το ευρώ και την Ε.Ε."

Η συντηρητική «πατριωτική εκδοχή» του καθεστωτικού μεταρρυθμισμού αναπαράγεται αυτοτελώς από τα κόμματα εξουσίας. Όλες οι πολιτικές λιτότητας παρουσιάζονται ως «μεταρρυθμίσεις» για την «πρόοδο της χώρας», από την οποία θα προέκυπτε κατόπιν «βελτίωση της ζωής των εργαζομένων».

Όμως, στη συντηρητική αυτή εκδοχή του καθεστωτικού μεταρρυθμισμού εγκλωβίζεται και η Αριστερά, όποτε κυριαρχεί στο εσωτερικό της η αστική ιδεολογία που ερμηνεύει την πάλη των τάξεων ως «πάλη των εθνών»: τα «ξένα» συμφέροντα εναντίον της «Ελλάδας» και του «ελληνικού έθνους». Ένα σχήμα από το οποίο απορρέει μονοσήμαντα ως ζητούμενο η βελτίωση της θέσης της «χώρας» απέναντι στους διεθνείς ανταγωνιστές της, ως προϋπόθεση για να βελτιωθεί κατόπιν η θέση των εργαζομένων.

Στη σημερινή συγκυρία κρίσης του δημόσιου χρέους, η «εθνική λύση» που προτείνει ο αριστερός καθεστωτικός μεταρρυθμισμός συμπυκνώνεται στο σύνθημα «έξω από το ευρώ και την Ε.Ε.». Η ροή των επιχειρημάτων είναι μια απλοϊκή εξειδίκευση της «εθνικής αφήγησης»:


--Η ένταξη στην ΕΕ και στο ευρώ ζημίωσε τη «χώρα».

--Με την υιοθέτηση της «νέας δραχμής», η οποία θα υποτιμηθεί, οι εξαγωγές της «χώρας» θα αυξηθούν και οι εισαγωγές «της» θα μειωθούν, θα υπάρξει ανάπτυξη, που θα επιτρέψει και τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων.

--Για να επιτευχθούν οι πολιτικές αυτές, απαιτείται μια αριστερή ή έστω προοδευτική κυβέρνηση, που θα εκφράζει τα συμφέροντα της «χώρας» και της «ανάπτυξης».

Η εθνική αυτή αφήγηση διαλύεται αν εστιααστούμε στα ταξικά συμφέροντα και στρατηγικές. Ας θέσουμε λοιπόν τα ερωτήματα με πραγματικούς όρους:

--Ζημιώθηκε το ελληνικό κεφάλαιο από την υιοθέτηση του ευρώ ως εσωτερικού νομίσματος;

--Στην παρούσα συγκυρία είναι προς το συμφέρον του ελληνικού κεφαλαίου η υιοθέτηση ενός διαφορετικού εσωτερικού νομίσματος, ώστε να μπορεί να τεθεί σε λειτουργία ο μηχανισμός της υποτίμησης;

--Ζημίωσε την εργατική τάξη και τις άλλες λαϊκές τάξεις το ευρώ;

--Στην παρούσα συγκυρία είναι προς το συμφέρον των εργαζομένων η υιοθέτηση ενός νέου εσωτερικού νομίσματος και η έξοδος του ελληνικού καπιταλισμού από την ΕΕ;

1. Η άποψη ότι ο ελληνικός καπιταλισμός ζημιώθηκε από την υιοθέτηση του ευρώ είναι απολύτως ατεκμηρίωτη. Όπως αναλύσαμε διεξοδικότερα αλλού, η υιοθέτηση του ευρώ σήμαινε εντονότερη έκθεση των ατομικών επιχειρήσεων στον διεθνή ανταγωνισμό, πράγμα που «αποτελεί την πλέον ενδεδειγμένη στρατηγική οργάνωσης της αστικής εξουσίας (ως μοντέλο διαρκούς αναδιάρθρωσης της εκμετάλλευσης της εργασίας και εκκαθάρισης των μη-ανταγωνιστικών ατομικών κεφαλαίων προς όφελος τελικά του συνολικού κοινωνικού κεφαλαίου)».

Επιπλέον, ήδη πριν την εισαγωγή του ευρώ, ο ελληνικός καπιταλισμός, παρά την κατάργηση κάθε προστατευτικού μέτρου, πέτυχε ρυθμούς μεγέθυνσης σημαντικά ψηλότερους από το μέσο όρο της ΕΕ και της Ευρωζώνης (ΖτΕ), ψηλότερα ποσοστά κέρδους, δηλαδή αποδοτικότερη εκμετάλλευση της εργασιακής δύναμης συγκριτικά με τους άλλους ευρωπαϊκούς καπιταλισμούς.

Η άποψη ότι ο ελληνικός καπιταλισμός υποβαθμίστηκε εντός της ΖτΕ επειδή αυξήθηκε το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών μπορεί να υποστηριχτεί μόνο στο πλαίσιο της φανταστικής εικόνας που αναπαράγει η αστική (κλασική και νεοκλασική) οικονομική θεωρία, μιας μη χρηματικής «πραγματικής οικονομίας» υλικών ροών, η οποία αφορά «ισορροπίες» σε συναλλαγές «αγαθών». Όμως ο καπιταλισμός είναι η οικονομία του χρήματος, στην οποία κάθε οικονομική διαδικασία αποτελεί απλώς μέσο, ώστε «το χρήμα να παράγει διαρκώς περισσότερο χρήμα».1 Αυτός είναι και ο λόγος που ένα θετικό (αρνητικό) ισοζύγιο αυτόνομων κεφαλαιακών ροών, υφίσταται πάντα ως κατοπτρική εικόνα ενός ελλείμματος (πλεονάσματος) τρεχουσών συναλλαγών.

Το ευρώ ευνόησε τους διεθνοποιημένους κλάδους του ελληνικού καπιταλισμού (τράπεζες, εφοπλισμός, τρόφιμα, χημικά-φάρμακα κλπ.) στην οικονομική τους επέκταση.

2. Όσα αναπτύξαμε στην προηγούμενη ενότητα καθιστούν σαφές ότι το ελληνικό κεφάλαιο δεν επιδιώκει την έξοδο από το ευρώ. Μιλώντας γενικά, το κεφάλαιο είναι «αμφίσημο» απέναντι στην προοπτική υποτίμησης του εσωτερικού νομίσματος: η υποτίμηση από τη μια μεριά αυξάνει τη διεθνή του ανταγωνιστικότητα, από την άλλη όμως μειώνει τη διεθνή «αγοραστική ισχύ», απαξιώνει τα περιουσιακά στοιχεία και την επενδυτική του δυνατότητα.

3. Βέβαια, η εξέλιξη της ιστορίας είναι αστάθμητη. Κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει απολύτως το ενδεχόμενο διάλυσης της ΖτΕ, εάν η παγκόσμια οικονομική κρίση βαθύνει. Σε μια τέτοια περίπτωση και με σημερινούς κοινωνικούς και πολιτικούς συσχετισμούς δύναμης, ο συλλογικός κεφαλαιοκράτης έχει την ισχύ να μεταθέσει και πάλι το κόστος της κρίσης στις δυνάμεις της εργασίας και δευτερευόντως στις πιο αδύναμες κεφαλαιακές μερίδες (καπιταλιστική αναδιάρθρωση). Οι δυναμικές και διεθνοποιημένες μερίδες του κεφαλαίου θα θιγούν λιγότερο από την απαξίωση της διεθνούς αξίας των παγίων εγκαταστάσεων, στην περίπτωση που υποτιμηθεί η νέα δραχμή, καθώς διατηρούν σημαντικά περιουσιακά στοιχεία σε διεθνές νόμισμα. Αντίθετα, οι εργαζόμενοι θα δουν την αγοραστική τους δύναμη να εξανεμίζεται, καθώς η αυξημένη τιμή των εισαγόμενων μέσων παραγωγής θα μετακυλίεται στην τελική τιμή του προϊόντος, οι τιμές των εισαγομένων θα εκτινάσσονται, ο χρηματοπιστωτικός πανικός θα αποτελεί εφαλτήριο για περαιτέρω μειώσεις μισθών, στέρηση δικαιωμάτων, κατάργηση και των τελευταίων δομών κοινωνικής προστασίας.

Όλα αυτά σημαίνουν ότι με τους σημερινούς ταξικούς συσχετισμούς δύναμης, δεν είναι προς το συμφέρον των δυνάμεων της εργασίας η έξοδος από το ευρώ (και την Ε.Ε.), καίτοι η προοπτική αυτή δεν αποτελεί επίσης επιδίωξη του κεφαλαίου.

Η άποψη ότι το σύνθημα «έξω από το ευρώ» θα αποτελέσει καταλύτη για να αλλάξει ο ταξικός και πολιτικός συσχετισμός δύναμης, αποτελεί μια ακόμα φαντασίωση του καθεστωτικού μεταρρυθμισμού, εφάμιλλη ίσως σε οικονομιστικό και μηχανιστικό περιεχόμενο με εκείνη την αρχαία πεποίθηση ότι η «ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων» οδηγεί στο σοσιαλισμό.

4. Φτάνουμε έτσι στο τελευταίο ερώτημα: Ζημίωσε την εργατική τάξη και τις άλλες λαϊκές τάξεις η υιοθέτηση του ευρώ; Η απάντηση προκύπτει εύκολα από τα προηγούμενα: Η εργατική τάξη δεν ζημιώθηκε από το ευρώ καθαυτό, αλλά από τις πολιτικές του νεοφιλελευθερισμού που κατάφερε να επιβάλει ο συλλογικός κεφαλαιοκράτης, στοιχείο των οποίων είναι η μεταβίβαση των πιέσεων του διεθνούς κεφαλαιακού ανταγωνισμού στις δυνάμεις της εργασίας.

Για μια συνολική "αναδιαπραγμάτευση" του ταξικού συσχετισμού

Η απάντηση που δώσαμε στο τελευταίο ερώτημα μας επιτρέπει να σκιαγραφήσουμε μια διαφορετική στρατηγική από αυτές που προκρίνουν οι διάφορες εκδοχές καθεστωτικού μεταρρυθμισμού, που αναζητούν ένα «καθολικό σύνθημα για το συμφέρον της χώρας».

Στη συγκυρία της κρίσης, πρώτο μέλημα είναι η οργάνωση της άμυνας των δυνάμεων της εργασίας. Απαραίτητο βήμα γι’ αυτό είναι η αποδόμηση της κυρίαρχης προπαγάνδας σχετικά με την κρίση και την αναγκαιότητα των κυβερνητικών μέτρων.

Είναι σημαντικό να δειχθεί ότι δεν μπορεί να υπάρξει μία καθολικά αποδεχτή μεθοδολογία για την έξοδο από την κρίση («για το καλό της χώρας»). Με άλλα λόγια, υπάρχουν δύο δρόμοι εξόδου από την κρίση: η έξοδος σε βάρος των προνομίων του κεφαλαίου και η έξοδος σε βάρος των δικαιωμάτων του κόσμου της δουλειάς. Αυτό σημαίνει ότι έχει τεράστια πολιτική σημασία η σειρά των στόχων:

Ξεκινάμε από τα ζητήματα προστασίας της εργασίας και αναδιανομής του εισοδήματος και τα επεκτείνουμε σε μέτρα για την αντιμετώπιση της δημοσιονομικής κρίσης που μετατοπίζουν υπέρ της εργασίας το συσχετισμό των δυνάμεων (αύξηση των φορολογικών συντελεστών των κερδών στο 40%, κατάργηση φοροαπαλλαγών, φορολόγηση εκκλησιαστικής περιουσίας, περικοπή στρατιωτικών δαπανών κατά 50%, κλπ.). Στη συνέχεια και μόνο στη βάση των προηγούμενων θέτουμε ζητήματα που αφορούν την κρίση χρέους καθαυτή, όπως η αναδιαπραγμάτευσή του με όρους που να μη θίγουν τις συνθήκες διαβίωσης των εργαζομένων.


1. Στο ερώτημα επομένως τι παράγει η «ελληνική οικονομία» (ο ελληνικός καπιταλισμός) μπορεί να δοθεί μια εξαιρετικά σύντομη αλλά εξίσου ακριβής απάντηση: Παράγει ένα ακαθάριστο προϊόν 343 δισ. δολαρίων (2008), κατατασσόμενη στην 22η θέση από πλευράς επιπέδου ανάπτυξης (ΑΕΠ ανά κάτοικο) στον πλανήτη.


* Η ΑΥΓΗ, Ο Γιάννης Μηλιός διδάσκει πολιτική οικονομία στο ΕΜΠ


12 σχόλια:

  1. Φτωχή και αναντίστοιχη με την συγκεκριμένη κατάσταση, εσωκομματική σκιαμαχία.

    Το σχήμα που θέλει, πρώτα να εξασφαλίσουμε την αμοιβή της εργασίας, δεν απαντάει πως θα εξασφαλίσουμε την θέση εργασίας.

    Οι ιδέες για "εγχώριο καπιταλισμό" σε εποχή παγκοσμιοποίησης, είναι λάθος.
    Συνεχίζει ο Μηλιός στην λογική των εκτιμήσεών του, που πριν μερικά χρόνια ήθελε το "ελληνικό κεφάλαιο" να ασκεί "ιμπεριαλιστική διείσδυση" στα Βαλκάνια.

    Αν δεν ξεπεράσει τον "ιμπεριαλισμό" στην ανάλυσή του, δεν θα μπορέσει να δεί πολιτικά το πρόβλημα, στην κοινωνία, θα αναλώνεται στον μικροχώρο της λενινιστικής αριστεράς, όπου ο "ιμπεριαλισμός" αποτελεί δεδομένη ιδεολογική αναφορά.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Όσοι μιλούν για έξοδο από την κρίση θα πρέπει να έχουν υπόψη τους ότι
    1. Το μοντέλο ανάπτυξης που νοσταλγικά αποκαλείται ως "πλήρους απασχόλησης" κατέρρευσε προ πολλού έχοντας φθάσει στα (οικονομικά) όριά του και δεν είναι θέμα πολιτικής η επανόρθωσή του.
    2. Το σύστημα αναδιανομής του εισοδήματος όπως εφαρμόστηκε στις πιο συνεπείς ευρωπαϊκές σοσιαλδημοκρατικές οικονομίες είναι και αυτό σε υποχώρηση, ακολουθεί από ανάγκη τους κανόνες του νεοφιλελευθερισμού και η επανόρθωσή του δεν και εδώ πλέον θέμα πολιτικής βούλησης.
    3. Το σημερινό οικονομικό μοντέλο προπαγανδίζεται ως ο μόνος δρόμος, από την πράξη όμως φαίνεται ότι δεν είναι. Το ότι η Κινα (και όχι μόνο) ακολουθεί ένα δικό της δρόμο δείχνει απλώς ότι υπάρχουν εναλλακτικές.

    Μια νέα θέσμιση της κοινωνίας και μια νεα οικονομία είναι αναγκαία και αυτήν την κατέυθυνση οφείλει να επεξεργαστεί, αναδείξει αλλά και να προωθήσει στην πράξη η αριστερά.

    Όσο για το πρόβλημα της απασχόλησης στα νέα αυτά πλαίσια είναι αντιμετωπίσιμο. Η μισθωτή εργασία δεν είναι κάποιο ιδανικό που πρέπει να επιδιώκει η αριστερά.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Δεν θα έλεγα ότι η Κίνα , με κρατικό πολιτικό και οικονομικό έλεγχο της φτωχής ενδοχώρας, είναι εναλλακτική και τα άλλα μοντέλα των ΒΡΙΚ, στηρίζονται σε χαμηλά μεροκάμματα και φτηνές πρώτες ύλες.

    Προφανώς, από την λογική των χαμηλότερων αμοιβών, μόνο οικονομίες που βασίζονται στην παραγωγή καινοτομίας και υψηλής ποιότητας μπορούν να ξεφύγουν.

    Δεν είναι τυχαία η προσπάθεια της Τρόικας για χαμηλότερες αμοιβές στον ιδιωτικό τομέα. Προφανώς , αν άκουσα καλά, στον ΣΚΑΙ, έχουν ενδιαφέρον για βιομηχανικές επενδύσεις Γερμανικά Κεφάλαια και προφανώς, επιθυμούν συμβάσεις, που δεν θα καθορίζονται από την ΕΓΣΣΕ, αλλά από επιχειρηματικές συμβάσεις.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Σε καμμία περίπτωση δεν εννοώ ότι το μοντέλο Κίνα ενδείκνυται για έξοδο από την κρίση. Ήθελα απλά και μόνο να δείξω ότι δεν ισχύει ο μονόδρομος και ότι μέσα στο παγκοσμιοποιημένο σύστημα είναι δυνατόν να υπάρξουν εναλλακτικές.

    Προσωπική μου άποψη είναι ότι ένας αριστερός μεταρρυθμισμός θα μπορούσε να βασίστεί στην καθιέρωση ενός ελαχίστου εγγυημένου εισοδήματος που επιτρέπει αξιοπρεπή διαβίωση(τεχνικό οικονομικό στοιχείο που θεωρώ ότι υπό προϋποθέσεις είναι εφικτό) που (υπό συνθήκες πάλι) θα είχε ως αποτέλεσμα σε βάθος χρόνου την οικοδόμηση μιας αλληλέγυας οικονομίας με ελάχιστο κράτος, στην μείωση της μισθωτής εργασίας και στην αναγνώριση της εργασίας γενικά. (η μισθωτή εργασία υπολείπεται ακόμη και σήμερα της απλήρωτης)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Συμφωνώ απόλυτα.
    Μάλιστα επειδή πιστεύω, ότι κάτι τέτοιο δεν είναι απλά μια ρύθμιση, αλλά συνιστά θεμελιώδες στοιχείο ενός νέου Συντάγματος, πιστεύω, ότι πρέπει να θεσπισθεί με παράλληλη άρση της μονιμότητας για τους ΔΥ.
    Κάτι σαν μισή μονιμότητα δηλαδή για όλους τους εργαζόμενους.
    Στην Αυστραλία υπάρχει το Ταμείο αλληλεγγύης, ας πούμε στο οποίο έχει δικαίωμα ο καθένας, εφόσον δεν έχει μεγαλύτερα εισοδήματα από το επίδομα. Ακόμη και οι συνταξιούχοι για να μπούν στο ταμείο, πρέπει να μεταφέρουν τα περιουσιακά τους στοιχεία -πλην μετοχών- σε άλλα πρόσωπα.
    Κάτι τέτοιο θα ήταν η ΄κατάλληλη λύση.
    Παρεπιμπτώντως στην Ελλάδα από το 1821, ήταν θεσπισμένο το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα, με την μορφή του "αγροτικού κλήρου".
    Ετσι η μεταπολιτευτική Δημοκρατία, είναι η πρώτη πολιτική περίοδος, που αρνήθηκε αυτή την "υλική έδραση" της και φυσικά "τιμωρείται". Η αποχή δεν είναι τυχαία.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Η μονιμότητα, δόθηκε στους ΔΥ, ακριβώς σε αντιστάθμισμα του Κλήρου-ΕΕΕ που είχαν οι υπόλοιποι στην εποχή της αγροτικής ελλάδας.
    Με την παρακμή όμως της αγροτικής οικονομίας, οι ΔΥ, έμειναν οι μόνοι που χαίρουν της Συνταγματικής προστασίας.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Αυτά τα γράφω για τον φίλο μου τον Δ.Υ., που νομίζει ότι όσα γράφω για τους ΔΥ, έχουν να κάνουν με απωθημένα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. Και μία ακόμη παράμετρος για την μονιμότητα.
    Καθιερώθηκε απο τις κυβερνήσεις Βενιζέλου ώστε να καταπολεμηθεί ο κομματισμός, το ρουσφέτι και οι δυ να είναι αναπόσπαστοι στο έργο τους. Και όμως ο κομματισμός με την πελατειακή συναλλαγή κατέστησαν την μονιμότητα πρόβλημα για την δημόσια διοίκηση.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. Στο κείμενο του Μηλιού είναι έντονα τα στοιχεία της παρωχημένης ανάγνωσης αλλά έχει υποχωρήσει η "αλλαζονεία" στην ανάλυση και προσεγγίζονται επιτέλους οι μεταρρυθμίσεις, "νομιμοποιούνται" θα έλεγα από το πολιτικό απαράτ του Συν - φαίνεται ότι η αποτυχία των περιφερειακών γεννά και δεύτερες σκέψεις.
    Το ότι προτάσσονται ζητήματα αμυντικών δαπανών και εκκλησίας είναι ίσως μια προσπάθεια προσέγγισης αληθινά ριζοσπαστικών δημοκρατικών "μετώπων"...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  10. Θα μου πείτε, ποια η αξία; Όλα αυτά γίνονται για ενδοπαραταξιακούς λόγους...
    Νομίζω ότι κάθε σύμπτωση απόψεων, ακόμα και επιδερμική, είναι πολύ χρήσιμη στο αποκορύφωμα της κρίσης εφόσον επιτρέπει μια πιο νηφάλια συζήτηση για τις προτεραιότητες της αριστεράς.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  11. Γιώργο ακριβώς.
    Αυτά λέγονται στη νύφη για να τακούει η πεθερά. Η κοινωνία είναι αλλού.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  12. Το ΠΑΣΟΚ του ΓΑΠ, μετά τα γεμίσματα προς τα αριστερά του από τη «σύγχρονη» αριστερά της ΔΗΜΑΡ και, λίγο, από τους ΟΠ, ξεφορτώνεται τώρα τις ανεπιθύμητες προσχώσεις προς τα δεξιά του και τις αντικαθιστά με τη σύγχρονη Δεξιά της ΔΗΣΥ (που, εννοείται, κινείται έξω από τις «ξεπερασμένες διαχωριστικές γραμμές του παρελθόντος» Αριστεράς και Δεξιάς!).

    Τώρα η Αριστερά, βλέποντας αυτές τις προπαρασκευαστικές κινήσεις των αντιπάλων, μη νομίζετε ότι κοιμάται!

    Το ΚΚΕ επανεξετάζει την πολιτική συμμαχιών του σε αλλεπάλληλες συσκέψεις. Από καλά διασταυρωμένες πληροφορίες της ΥΤΣΕΚΑ μας, φαίνεται να καταλήγει στο συμπέρασμα πως ο κύριος λόγος που η «Λαϊκή Συσπείρωση» δεν πήγε όσο καλά υπολογίζανε είναι το γεγονός ότι στην πορεία έγινε υπερβολικά πλατιά, με αποτέλεσμα να ψηφιστεί και από οπορτουνιστικά στοιχεία. Ήδη το ΠΓ έχει εκδώσει οδηγία για να επανεξεταστούν οι κατάλογοι των επιρροών και να ξεκαθαριστούν από όσους δεν μπορέσουν να αποδείξουν ότι ψηφίζουν σταθερά το Κόμμα (με κεφαλαίο κ) από το 1974 και μετά.

    Ο ΣΥΝ έχει αναθέσει σε επιτροπή εμπειρογνωμόνων με επικεφαλής τον Γιάννη Μηλιό να επεξεργαστεί μια θεωρία η οποία θα στηρίζει τη γραμμή του αριστερού ευρωπαϊσμού βάσει των αναλύσεων του Λένιν (και του Αλαβάνου) περί αδύναμου κρίκου(!), έτσι ώστε το κόμμα (με μικρό κ) να πάρει τις απαραίτητες αποστάσεις από τον ψευδεπίγραφο αριστερό ευρωπαϊσμό της ΔΗΜΑΡ, ο οποίος στηρίζεται στις αναλύσεις του Μπερνστάιν!

    Στον χώρο της ΑΝΤΑΡΣΥΑ συνεχίζονται οι άοκνες προσπάθειες της ανατροπής του καπιταλισμού εδώ και τώρα. Το πρόβλημα είναι ότι μεγάλα ποσοστά των εργαζομένων μαζών μένουν παγερά αδιάφορα, επειδή εξακολουθούν να πιστεύουν ότι ο καπιταλισμός έχει ήδη ανατραπεί εδώ και τότε (1981) και σταθεροποιήθηκε οριστικά μετά την αντεπαναστατική περίοδο της κυβέρνησης Μητσοτάκη (1990 – 1993). Οι σύντροφοι έχουν εντοπίσει το πρόβλημα, αλλά πιστεύουν ότι θα λυθεί μόνο στους ανοιχτούς χώρους των δρόμων και όχι στους κλειστούς των κομματικών γραφείων (που δεν διαθέτουν κι όλοι άλλωστε…).

    Τέλος, οι "μπάχαλοι" αποφάσισαν να ακούσουν τη συμβουλή ενός παλιού συντρόφου(leo) και να κόψουν τις μπύρες, ρίχνοντάς το στα τσίπουρα. Έτσι, θα εξοικονομήσουν πόρους, ώστε να μπορέσουν να εξασφαλίσουν τα εισιτήρια μετάβασης στην Ουγκάντα, όπου εσχάτως παρατηρείται υψηλή ζήτηση εργατικών χεριών.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Θέλετε να βάλετε ενεργό link στο σχόλιό σας; BlogU