του Σακελλάρη Σκουμπουρδή*
Απεργίες πολλές ακούμε, αλλά σπάνια απεργίες βλέπουμε. Βλέπουμε κατά κόρον, όμως, πολλές "απεργίες", οι οποίες καμιά σχέση δεν έχουν με απεργία.
Έτσι επινοήθηκε η απεργία, ως μηχανισμός αποσυμπίεσης των εργαζόμενων. Κάτι σαν βαλβίδα, που όταν ανοίγει, μειώνει την υψηλή πίεση εντός της χύτρας (όπου αυτοί βρίσκονται «εγκλωβισμένοι») και τείνει να την εξισώνει με την πίεση του εξωτερικού (εργοδοτικού) περιβάλλοντος. Έτσι ο εργαζόμενος συνεννοείται καλύτερα με τον εργοδότη και δικαιώνεται ευκολότερα, εφόσον αισθάνεται πως αδικείται και αν η ζωή το επιβεβαιώνει.
Έρχονται, λοιπόν, διά της απεργίας πιο κοντά οι δύο πλευρές και λύνουν τις διαφορές τους. Τότε ο εργαζόμενος «υποκείμενο» «εκβιάζει» τον εργοδότη «αντικείμενο» και τον καθιστά όμηρο: σου δίνω την εργασία μου, μου δίνεις αμοιβή, θεωρώ άδικη τη συναλλαγή, έλα να την εξορθολογίσουμε. Βρίσκεται η λύση, απεγκλωβίζεται από την ομηρεία ο εργοδότης και πάμε παρακάτω.
Απεργίες πολλές ακούμε, αλλά σπάνια απεργίες βλέπουμε. Βλέπουμε κατά κόρον, όμως, πολλές "απεργίες", οι οποίες καμιά σχέση δεν έχουν με απεργία.
Και σε αυτή την περίσταση ισχύει το εμμένον πρόβλημα της άρρωστης κοινωνίας μας. Έχει καμένο λογισμικό, δεν σκέφτεται, δεν αντιμετωπίζει με απλή λογική τα θέματά της, όλα δρομολογούνται βάσει ενός σαλεμένου αυτόματου πιλότου παλιάς κοπής και τεχνολογίας. Λέξεις, έννοιες, λόγος, ατάκτως εριμμένοι. Άλλα σημαίνουν διεθνώς, άλλα στην καθ’ ημάς διαλυμένη άλογη δημόσια σφαίρα και ορίζουν την ό,τι να ’ναι συνολική εθνική και κοινωνική μας δραστηριότητα.Από συστάσεως των εργασιακών σχέσεων, ο εργαζόμενος, ως ο ανίσχυρος στη σχέση με τον εργοδότη του, ανέκαθεν προσπαθούσε να μειώσει τη διαφορά δυναμικού, που διαμορφωνόταν πάντα υπέρ του ισχυρού αφεντικού.
Έτσι επινοήθηκε η απεργία, ως μηχανισμός αποσυμπίεσης των εργαζόμενων. Κάτι σαν βαλβίδα, που όταν ανοίγει, μειώνει την υψηλή πίεση εντός της χύτρας (όπου αυτοί βρίσκονται «εγκλωβισμένοι») και τείνει να την εξισώνει με την πίεση του εξωτερικού (εργοδοτικού) περιβάλλοντος. Έτσι ο εργαζόμενος συνεννοείται καλύτερα με τον εργοδότη και δικαιώνεται ευκολότερα, εφόσον αισθάνεται πως αδικείται και αν η ζωή το επιβεβαιώνει.
Αυτό το στάτους ενισχύθηκε αρκετά μετά τη βιομηχανική επανάσταση, ακόμα περισσότερο δε μετά την επικράτηση του Κεϋνσιανισμού, που αποκάλυψε κι ότι το χορτάτο αρκούδι χορεύει καλύτερα απ’ το νηστικό. Δηλαδή, ο καλοπληρωμένος και ευχαριστημένος εργαζόμενος είναι και καλύτερος καταναλωτής και προθυμότερος δημιουργός, άρα συμφέρει διπλά και το αφεντικό.
Έρχονται, λοιπόν, διά της απεργίας πιο κοντά οι δύο πλευρές και λύνουν τις διαφορές τους. Τότε ο εργαζόμενος «υποκείμενο» «εκβιάζει» τον εργοδότη «αντικείμενο» και τον καθιστά όμηρο: σου δίνω την εργασία μου, μου δίνεις αμοιβή, θεωρώ άδικη τη συναλλαγή, έλα να την εξορθολογίσουμε. Βρίσκεται η λύση, απεγκλωβίζεται από την ομηρεία ο εργοδότης και πάμε παρακάτω.
Δηλαδή, η απεργία είναι ένας απολύτως ορθολογικός και δίκαιος εξομαλυντής των εργασιακών σχέσεων. Εξισορροπεί τη χαμένη ισορροπία τους, όταν για κάποιους λόγους έχει διαταραχθεί ανάμεσα στους πρωταγωνιστές της σχέσης (και μόνο αυτούς), χωρίς να διαταράσσει την ευρύτερη κοινωνική ισορροπία.Αυτά ισχύουν διεθνώς.
Στη σοβιετική Ελλάδα, όμως, όπου σχεδόν παντού αναμειγνύεται το κράτος ως εργοδότης, ψάχνοντας ο εργαζόμενος να βρει τον «τελικό» εργοδότη πάντα τον βλέπει στο κράτος.
Αυτό αρχίζει να δημιουργεί προβλήματα δημοκρατίας. Ας δούμε πώς.
Μετά το καλοκαίρι του 1991, μεσούσης της Δίκης στο Ειδικό Δικαστήριο, πιεζόμενος από το άγχος της αναμενόμενης Ετυμηγορίας, ο Ανδρέας Παπανδρέου επινόησε δύο τρόπους αποσυμπίεσης.
Αφενός, την (όχι και τόσο θεσμική) απειλή ότι έτσι και καταδικαστεί «θα βγει ο λαός στους δρόμους να ανατρέψει το πραξικόπημα εις βάρος της δημοκρατίας».
Αφετέρου, στο πλαίσιο εξοντωτικού απεργιακού μπαρράζ, προκάλεσε μια άνευ προηγουμένου «απεργία», που ήταν ουσιωδώς κατάληψη της πρόσβασης στο λιμάνι της Πάτρας και πνίξιμο της ελληνικής εξαγωγικής οικονομίας.
Αφενός, την (όχι και τόσο θεσμική) απειλή ότι έτσι και καταδικαστεί «θα βγει ο λαός στους δρόμους να ανατρέψει το πραξικόπημα εις βάρος της δημοκρατίας».
Αφετέρου, στο πλαίσιο εξοντωτικού απεργιακού μπαρράζ, προκάλεσε μια άνευ προηγουμένου «απεργία», που ήταν ουσιωδώς κατάληψη της πρόσβασης στο λιμάνι της Πάτρας και πνίξιμο της ελληνικής εξαγωγικής οικονομίας.
Ήταν τότε ακριβώς, όταν η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας είχε κλείσει ...