Δευτέρα 8 Ιουλίου 2013

Το πρόβλημα της αέναης δημιουργίας κομματικών ελίτ αντί "κομμάτων των μελών"

"Σε κάθε μαζικό πολιτικό κόμμα ή μεγάλο επαγγελματικό συνδικάτο αναπτύσσεται αναπόφευκτα μια ελίτ, μια άρχουσα μειοψηφία η οποία κυριαρχεί και διευθύνει τα μέλη του κόμματος και του συνδικάτου" (1)
Το παραπάνω απόσπασμα, παρμένο από το διαδίκτυο, παραθέτει την κεντρική ιδέα των απόψεων του Robert Michels για τον "Σιδερένιο Νόμο της Ολιγαρχίας" που αναπτύσσει στο βιβλίο του "Η κοινωνιολογία των πολιτικών κομμάτων στη σύγχρονη δημοκρατία. Έρευνες γύρω από τις ολιγαρχικές τάσεις του ομαδικού βίου" (α' έκδοση 1911, β’ έκδοση 1925). Το βιβλίο κυκλοφόρησε το ...1997 στα ελληνικά από τις εκδόσεις Γνώση (εδώ).


Οι απόψεις του σοσιαλιστή Robert Michels, που ενεργοποιήθηκε πολιτικά ως μέλος της ριζοσπαστικής αριστεράς του Γερμανικού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (σύγχρονος κα στην ίδια τάση με την Ρόζα Λούξεμπουργκ και τον Καρλ Λίμπκνεχτ) και συμμετείχε στα ιστορικά συνέδρια του Κόμματος, στα έτη 1903, 1904, 1905 ενώ εγκατάλειψε το κόμμα το 1907, συμφωνούν εκπληκτικά με εκείνες που διατυπώνει πολύ πρόσφατα ο Ντανιέλ Κον Μπεντίτ στο μικρό του αποχαιρετιστήριο βιβλίο-μανιφέστο "Να καταργηθούν τα πολιτικά κόμματα;". Και τα δυο προέρχονται από ανθρώπους με πλούσια εμπειρία στα κινήματα μετασχηματισμού της "καπιταλιστικής" κοινωνίας που συχνότατα έως πάντοτε προσκρούουν στον "εσωτερικό εχθρό": την κομματική ελιτ που διαμορφώνει δικά της συμφέροντα και για να τα διαιωνίσει "ξεχνά" την πάλη για το κοινό καλό.

Ή όπως πολύ όμορφα και παραστατικά γράφει ο Γκυ Ντεμπόρ:"Το συνδικαλιστικό και πολιτικό προσωπικό που ευημερεί, είναι πάντα έτοιμο να παρατείνει μια χιλιετία τους στεναγμούς των προλετάριων με μοναδικό σκοπό την διαιώνιση της υπεράσπισής τους". (2)
Η σημερινή κατάσταση σε όλο το φάσμα των ελληνικών πολιτικών κομμάτων και κινήσεων, ειδικά όσων επικαλούνται την δημιουργικότητα, την αμεσοδημοκρατία, το "κόμμα των μελών", την σύγκλιση, συνεργασία, διεύρυνση, σύνθεση, μεταρρύθμιση, την πολιτική χωρίς πολιτικούς κλπ οδηγεί σε μεγάλο προβληματισμό για το αναπόφευκτο της ιδιοποίησης της βούλησης των μελών από την κομματική νομενκλατούρα. Ζήσαμε τέτοια παραδείγματα σε όλους τους σχηματισμούς, μεγάλους αλλά και μικρούς (όπως τους "οικολόγους πράσινους", την "δημιουργία ξανά!", την δράση) και κατ΄εξοχήν στην πορεία ανάπτυξης του ΣΥΡΙΖΑ ως αξιωματικής αντιπολίτευσης μέσα από τις παραμορφωτικές συμπληγάδες των "συνιστωσών" και των μαχών ποσοστώσεων των μικρο-ελίτ τους για μέρος της κρατικής επιδότησης.

Το "κόμμα των μελών" μοιάζει ανέφικτο. Όχι τόσο λόγω μεγέθους, όπως λέει ο Robert Michels - αλλά για όλους τους υπόλοιπους λόγους που αναφέρει:

(ακολουθεί απόσπασμα από την παρουσίαση των ιδεών του Μίχελς από τον Σταύρο Κωνσταντακόπουλο στην σημερινή ΑΥΓΗ - περιττό να εκφράσουμε εδώ την διαφωνία μας με την "παραδοσιακή" αριστερή πολεμική στον Μίχελς που ακολουθεί )

"Ποιοι είναι, κατά τον Μίχελς, οι λόγοι που οδηγούν στην οριστική διαίρεση κάθε κόμματος ή συνδικάτου σε μια ηγετική μειοψηφία αφενός και μια ποδηγετούμενη πλειοψηφία αφετέρου;
Καταρχάς, ο Μίχελς, σε αντίθεση με τον Παρέτο, δεν φαίνεται να υιοθετεί το αρκετά διαδεδομένο την εποχή εκείνη επιχείρημα της κοινωνικής βιολογίας, και ιδιαίτερα της δαρβίνειας θεωρίας της φυσικής επιλογής: ότι δηλαδή οι λίγοι υπερισχύουν των πολλών γιατί είναι προικισμένοι με ορισμένα κληρονομημένα χαρίσματα, όπως υπέρτερη ευφυΐα, δύναμη χαρακτήρα, ενεργητικότητα κ.ά. Αν για τον Παρέτο η ανωτερότητα των ελίτ είναι το άμεσο αποτέλεσμα μιας φυσικής, σχεδόν βιολογικής, διαφοροποίησης, για τον Μίχελς η ανωτερότητα αυτή εδράζεται περισσότερο σε παράγοντες οι οποίοι σχετίζονται με την κοινωνική θέση, την οικογενειακή παράδοση, τις συνήθειες της τάξης μέσα στην οποία μεγαλώνει ο καθένας κ.λπ.· έτσι, για τον Μίχελς, οι άνθρωποι δεν χωρίζονται ανάμεσα σε αυτούς που γεννιούνται για να διατάζουν και σε εκείνους που γεννιούνται για να υπακούουν, αλλά ανάμεσα σε εκείνους που μαθαίνουν να διατάζουν και σε αυτούς που συνηθίζουν να υπακούουν. Ο Μίχελς προτιμά να αποδώσει τη γέννηση της ολιγαρχίας στο εσωτερικό των κομμάτων σε οργανωτικούς, ψυχολογικούς και κοινωνιολογικούς λόγους.
Όταν αναφέρεται σε οργανωτικούς λόγους, εννοεί μια σειρά από πολύπλοκες διεργασίες. Καταρχάς, αποδέχεται την παρατήρηση του Μόσκα η μειοψηφία κυβερνά την πλειοψηφία επειδή η πρώτη, λόγω του μικρού αριθμού της, οργανώνεται εύκολα και, κατά συνέπεια, της είναι εύκολο να επιβάλλει τη θέληση της πάνω ...
στο κάθε άτομο της πλειοψηφίας το οποίο στέκεται μόνο και ανίσχυρο, χωρίς να περιμένει τη συνδρομή κανενός, εφόσον η πλειοψηφία στην οποία ανήκει παραμένει ανοργάνωτη.
Στη συνέχεια, αναφέρεται σε διάφορους πρακτικούς και τεχνικούς λόγους, οι οποίοι, με τη σειρά τους, καθιστούν αναγκαία την άσκηση της πολιτικής μιας οργάνωσης όχι από το σύνολο των μελών της, αλλά από μια ολιγάριθμη ηγετική ομάδα. Παρά τις επιταγές της άμεσης δημοκρατίας, που ορίζουν την αδιαμεσολάβητη λήψη των αποφάσεων, το μέγεθος των σύγχρονων κομμάτων καθιστά πρακτικά αδύνατη την ταυτόχρονη και στον ίδιο χώρο συνεύρεση του συνόλου των μελών τους, με αποτέλεσμα να προκύπτει ως οργανική ανάγκη η ύπαρξη μικρού αριθμού αντιπροσώπων, «εντεταλμένων να μιλούν και να ενεργούν για λογαριασμό των μαζών και να υποβοηθούν στην εκτέλεση της θέλησης τους». Την ύπαρξη όμως αυτών των αντιπροσώπων ευνοούν και παράγοντες όπως η ανάγκη λήψης ταχύτατων αποφάσεων, το γεγονός ότι οι μάζες του κόμματος --λόγω έλλειψης ελεύθερου χρόνου-- δεν μπορούν να εντρυφήσουν σε μια σειρά από πολύπλοκα θέματα κ.ά.

Η ανάδυση μιας ολιγαρχίας στο εσωτερικό του κόμματος

Προκύπτει λοιπόν, στο εσωτερικό των κομμάτων, ένας καταμερισμός εργασίας: από τη μια μεριά βρίσκεται η μάζα του κόμματος, απορροφημένη από τον βιοπορισμό της και τους περισπασμούς της καθημερινής ζωής, και από την άλλη ένας μικρός κύκλος αντιπροσώπων και ειδικών με τον απαραίτητο ελεύθερο χρόνο που τους επιτρέπει να ειδικευθούν σε όλα εκείνα τα ζωτικής σημασίας προβλήματα που είναι δυσπρόσιτα ή απρόσιτα στη μάζα, καθιστάμενοι τελικά απαραίτητοι. Όμως, ο καταμερισμός αυτός της εργασίας αποβαίνει καταστρεπτικός για τη δημοκρατία, αποφαίνεται ο Μίχελς· ενώ, αρχικά, όλοι αυτοί οι αντιπρόσωποι και ειδικοί, προϊόντα διοικητικών και τεχνικών αναγκαιοτήτων, δεν είναι παρά εκτελεστικά όργανα της συλλογικής βούλησης της μάζας, δημεύουν τελικά την εξουσία της και μετατρέπονται σε μια ολιγαρχία.
Οι μάζες για να πραγματώσουν τη δημοκρατία και τον σοσιαλισμό αναγκάζονται να οργανωθούν, αλλά οργανωμένες υποθηκεύουν την ίδια τη δημοκρατία, συμπεραίνει ο Μίχελς. Με αυτό τον τρόπο η οργάνωση, γιατί στον Μίχελς οργάνωση δεν είναι τόσο το σύνολο των συνδεδεμένων μεταξύ τους μελών όσο η κομματική ηγεσία, που από απλό μέσο για την επιδίωξη της δημοκρατίας μεταβάλλεται σε αυτοσκοπό, γίνεται το παν όπως χαρακτηριστικά γράφει.
Πρέπει, στο σημείο αυτό, να διευκρινισθεί ότι ο Μίχελς σε κανένα σημείο του έργου του δεν θέτει σε αμφισβήτηση την αγνότητα των προθέσεων των ηγετών των σοσιαλιστικών κομμάτων. Οι ηγέτες αυτοί μεταβάλλονται σε ολιγαρχία, όχι γιατί εξαρχής αποσκοπούν στην εξυπηρέτηση ίδιων συμφερόντων, αλλά γιατί ως συνέπεια των οργανωτικών και ψυχολογικών διεργασιών που περιγράφηκαν καταλαμβάνουν περίοπτες θέσεις, αποκτώντας αντικειμενικά συμφέροντα διακριτά από αυτά της αφανούς μάζας.
Τα συμφέροντα αυτά εξάλλου προσομοιάζουν με εκείνα της αστικής τάξης. Η κομματική υπαλληλία, όπως και οι κοινοβουλευτικοί αντιπρόσωποι των σοσιαλιστικών κομμάτων, ακόμα και όταν είναι προλεταριακής καταγωγής, καταλήγουν να ενσωματώνονται στην κυρίαρχη αστική τάξη και τις επιλογές της. «Η απορροφητική και αφομοιωτική δύναμη των ανώτερων τάξεων απέναντι στα ηγετικά στελέχη του εργατικού κινήματος αποτελεί νόμο», αποφαίνεται ο Μίχελς.
Και παρομοιάζει, ως προς τη λειτουργία αυτή, τα σοσιαλιστικά κόμματα με τη ρωμαιοκαθολική Εκκλησία: όπως η τελευταία αποτέλεσε το κοινωνικό εφαλτήριο για τους γόνους των αγροτών, οι οποίοι ήσαν αποκλεισμένοι από τα επαγγέλματα, προνόμιο της φεουδαλικής τάξης ή των εύπορων πατρικίων, με τον ίδιο τρόπο τα σοσιαλιστικά κόμματα εξυψώνουν κοινωνικά ορισμένους προλετάριους.
Δεν αστικοποιούνται όμως ατιμώρητα τα στελέχη προλεταριακής καταγωγής· η κοινωνική τους μεταμόρφωση είναι πλήρης πολιτικής σημασίας. Η κοινωνιολογική αυτή παράμετρος έρχεται να συνδράμει την πρακτική της «οργάνωσης για την οργάνωση»· οι ηγέτες των σοσιαλιστικών κομμάτων δεν έχουν μόνο ίδια συμφέροντα διακριτά από αυτά των εργατικών μαζών, αλλά, επιπλέον, τα συμφέροντα αυτά δεν αφίστανται εκείνων της αστικής τάξης, με αποτέλεσμα η πολιτική που ακολουθούν οι σοσιαλιστές ηγέτες να μην έρχεται σε ρήξη με την. πολιτική της αστικής τάξης. Η πολιτική των σοσιαλιστικών κομμάτων δεν μπορεί λοιπόν παρά να είναι συντηρητική.
Το πόσο πεισμένος είναι ο Μίχελς για τον βαθύ συντηρητισμό των σοσιαλιστικών ολιγαρχιών φαίνεται εξάλλου και από τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται το ελιτιστικό ισοδύναμο της πάλης των τάξεων, που είναι η κυκλοφορία των ελίτ. Σύμφωνα με τους κλασικούς του ελιτισμού, στις κοινωνίες υπάρχει η πάλη των τάξεων, μόνο που, πρώτον, η τελική της έκβαση δεν είναι η αταξική κοινωνία και, δεύτερον, δεν παίρνει τη μορφή της πάλης μιας τάξης στο σύνολο της εναντίον μιας άλλης, αλλά τη μορφή της πάλης μιας κυρίαρχης ελίτ εναντίον μιας αντι-ελίτ, που χρησιμοποιεί τις μάζες ως ένα απλό εφαλτήριο. " 

Συμπέρασμα;
Όπως λέει και ο Ντανιέλ Κον Μπεντίτ, "Μόνο ένα κίνημα, όχι ένα πολιτικό κόμμα, μπορεί να κινητοποιήσει ολόκληρη την κοινωνία και να της εμφυτεύσει τις ιδέες και τις πρακτικές του."
Τζάμπα ενέργεια μάλλον καταναλώνουν όσοι και όσες εμμένουν στην δημιουργία νέων κομμάτων είτε του ριζοσπαστικού κέντρου είτε της μεταρρυθμιστικής ανανεωτικής αριστεράς είτε της πολιτικής οικολογίας - τα φαινόμενα της "ηγετικής μειοψηφίας" και της
"ποδηγετούμενης πλειοψηφίας" αναπαράγονται συνεχώς, ειδικά σε συνθήκες κρίσης σαν της σημερινής, όπου ο αγώνας της επιβίωσης συρρικνώνει τις δημοκρατικές διαδικασίες και τον αριθμό των προθύμων συμμετεχόντων και βάζει σε πλεονεκτική θέση μηχανισμούς και επαγγελματίες της πολιτικής.
Ειδικά αυτήν την περίοδο, ο μετασχηματισμός των υπαρχόντων κινημάτων σε κόμματα είναι καταστροφικός. Οι ενεργοί πολίτες δεν θα βρουν εκεί την βοήθεια ή την αποτελεσματικότητα που αναζητούν. Αν χρειάζονται διαμεσολαβητές με τους μηχανισμούς της εξουσίας, υπάρχουν ήδη αρκετοί - δεν χρειάζονται καινούργιοι.

Τα κινήματα μπορούν και διαφορετικά. Συνεργαζόμενα με όποιον -και για όσο- τους σέβεται, χωρίς να χάνουν ότι έχουν κατακτήσει μέχρι σήμερα σε επίπεδο ειλικρίνειας, συλλογικότητας, γνησιότητας και αφοσίωσης στο κοινό καλό. Και κυρίως, χωρίς να χάνουν την αυτονομία τους. Ό,τι πολυτιμότερο "έχουν" δηλαδή.

Γιατί μόνο οι μόνιμες ανάγκες σε τροφοδοσία ψήφων των κομματικών μηχανισμών, κάνουν τα κινήματα ισάξιο συνομιλητή. Από κει και πέρα είναι θέμα σοβαρής προετοιμασίας και επάρκειας των θέσεων και των προτεινόμενων εναλλακτικών πολιτικών τους.

Γιώργος Παπασπυρόπουλος
INDEX
Το βιβλίο του Μίχελς στα ελληνικά: εδώ
και στα αγγλικά: εδώ

(1), (2) Σχετική συζήτηση σε φόρουμ από όπου αντλήσαμε στοιχεία: 
εδώ

Η εργασία του Σταύρου Κωνσταντακόπουλου: εδώ
και το άρθρο του στην ΑΥΓΗ, εδώ

Αφιέρωμα στο νέο βιβλίο του Ντανιέλ Κον Μπεντίτ, εδώ

2 σχόλια:

  1. Γιωργο συγχαρητηρια και πολλες ευχαριστιες για την θεωρητικη θεμελιωση των εμπειρικων διαπιστωσεων μου

    Παντα εγραφα -σαρκαστικα- για την διαιωνιση των συλλογικοτητων της πολιτικης ανελιξης των επι 40+ ετη, ημι-αιωνιων συνδικαλιστων της “αριστερας” που ξεκινησαν απο τα φοιτητικα τους χρονια και “εξελιχτηκαν” στην μεσηλικη ευπορη αριστερα των Β.Προαστειων.

    Λοιπον, συμφωνα με τα γραφομενα σου , οι ανησυχοι διανουμενοι την αποκαλουν ελιτ του χ κομματος.

    Σημαντικοι διανοητες και πολυ δραστηρια πολιτικα στελεχη τα ειχαν διατυπωσει -αρχικα- ηδη πριν ενα αιωνα εως και σημερα.

    Αφωτιστος Φιλελλλην

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Πολύ ενδιαφέρον!

    266 σελίδες βλέπω το βιβλίο του Michels. OK μάλλον δεν είναι ό,τι καλύτερο για την παραλία, το βάζω στη λίστα των "από Σεπτέμβριο" !

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Θέλετε να βάλετε ενεργό link στο σχόλιό σας; BlogU