Δευτέρα 14 Σεπτεμβρίου 2009

Πολιτική κριτική και λάιφσταϊλ



Tου Nικου Γ. Ξυδακη*

Tο κομφούζιο στην Αριστερά, του Συνασπισμού και του ΣΥΡΙΖΑ προκαλεί τη χλεύη των σταθερών επικριτών του, και δικαίως ώς ένα βαθμό. Οι έριδες των φατριών, η ιδεολογική πολυθολούρα, η πολιτική αφλογιστία, η τριχοτόμηση της τρίχας, η ίντριγκα ως αυτοσκοπός, η εσωκομματική υπερδημοκρατία συνδυαζόμενη με ωμό νεοσταλινισμό, η σκιαμαχία αριστεριστών - συστημικών, αντικαπιταλιστών - ρεφορμιστών, όλα τούτα τελούμενα σε φόντο βαθιάς πολιτικής κρίσης και κοινωνικής ανησυχίας, προκαλούν τη χλεύη. Ωστόσο, οι πλείονες των χλευαστών είναι τζάμπα μάγκες· πλήττουν εκ του ασφαλούς τον εύκολο στόχο. Κλωτσάνε τον λαβωμένο, τον αυτόχειρα.

Η αυτόχειρ Αριστερά έκανε τα πάντα για να φτάσει εδώ, λοιδορούμενη και πτυόμενη. Παρασύρθηκε από έναν εύκολο κινηματισμό, έναν υπερακτιβισμό μάλλον, μια λατρεία της νεολαίας, χωρίς όμως να δίνει ουσιαστικό πολιτικό περιεχόμενο στην ανησυχία, την αναταραχή, την ανυπακοή. Η συνασπισμένη Αριστερά κολακεύτηκε και κολάκεψε, π.χ. στο φοιτητικό πεδίο· ο αγώνας κατά της μεταρρύθμισης δεν έπειθε πάντα, ότι προασπίζει το δημόσιο σχολείο, ότι το στηρίζει σαν καλό σχολείο, δημοκρατικό και αξιοκρατικό, προωθητικό των ανθρώπων και της κοινωνίας.

Παρ’ όλες τις αδυναμίες της πάντως, αυτή η Αριστερά, τα τελευταία χρόνια, ανταποκρίθηκε στο διάχυτο κοινωνικό αίτημα για άλλο πολιτικό λόγο και πράξη.

Στρεβλά έστω, με αδυναμίες και μερικεύσεις, με αστοχίες, πάντως η Αριστερά άκουγε το κοινωνικό σώμα, κυρίως τους αδύναμους και τους μη ακουόμενους, και τους έδινε φωνή, τη φωνή που δεν τους αναγνωρίζει κανείς άλλος. Υπερασπίστηκε επίσης, δυναμικά, τον δημόσιο χώρο, υπερασπιζόμενη ουσιαστικά το Σύνταγμα και τους νόμους, όπως στην περίπτωση της απελευθέρωσης των παραλιών. Η αντίθεσή της μάλιστα στην ανέγερση Μολ στον Ελαιώνα έδειξε ότι η Αριστερά δεν φοβάται το συμβατικό πολιτικό κόστος, μπορεί να συγκρούεται με μεγάλα συμφέροντα και αγελαίες πεποιθήσεις.

Οι σημερινοί χλευαστές της φυσικά δεν στέκονται σε αυτά τα χαρακτηριστικά. Οπως δεν στέκονται ποτέ ερμηνευτικά και αναστοχαστικά, καταγραφικά και περιγραφικά έστω, απέναντι στις αναδυόμενες νέες ανάγκες, τις νέες επιθυμίες, τους νέους ανθρωπολογικούς τύπους. Κύρια ή και αποκλειστική έγνοια αυτών των σχολιαστών άλλωστε δεν είναι η κοινωνία, είναι η εξουσία. Και μάλιστα η διαχείριση, η νομή της εξουσίας· αυτής της εξαθλιωμένης τρέχουσας εξουσίας, αυτού του ρακένδυτου συστήματος που παράγει παρακμή, αυτού του συστήματος που καυτηριάζει αποστασιοποιημένα ο ευρωπαϊκός Τύπος.

Είναι αξιοσημείωτο: οι καθ’ έξιν και κατ’ επάγγελμα τιμητές της Αριστεράς, πληθωρικοί σε ευφυολογήματα και κακιούλες, δεν βρίσκουν να πουν κάτι αναλόγως βιτριολικό για τους νομείς της εξουσίας. Δεν βρίσκουν δομικές αδυναμίες ούτε στους απερχόμενους ούτε στους επελαύνοντες βαρώνους: Ποια κοινωνική αγωνία εκπροσωπούν, τι ελπιδοφόρο νέο κομίζουν, ποιο ρίσκο αναλαμβάνουν, ποιους υπερασπίζονται; Η κριτική τους είναι ανύπαρκτη ή ανώδυνη· ήπια σχόλια για το λάιφστάιλ, για προσωπικά χούγια, κουτσομπολιά. Ποτέ επί της ουσίας. Είναι πολιτική για οπαδούς και πελάτες, για αγέλες, για αναγνώστες σκανδαλοθηρίας. Για το «Hola» που μάς αξίζει...

Ακόμη και η ανάδειξη του Αλέξη Τσίπρα στην ηγεσία του ΣΥΝ δεν έπαψε ποτέ να συνοδεύεται από ειρωνεία και υποτίμηση, για το νεαρό της ηλικίας του, για τη μοτοσικλέτα του, για το κούρεμά του. Η προτεινόμενη τολμηρή ανανέωση ηγεσίας ουδέποτε ετέθη αντιμέτωπη με την παρακμιακή εικόνα οικογενειοκρατίας των μεγάλων κομμάτων. Κι όμως από τους ίδιους αυτούς χλευαστές του «ντιντή» Τσίπρα, τους σιωπηρούς αβανταδόρους του επίσης νέου Κυριάκου Μητσοτάκη, η ανανέωση σε άλλες δυτικές δημοκρατίες χαιρετίστηκε με ενθουσιασμό. Δικαίως: Το φαινόμενο Ομπάμα έδειχνε την ικανότητα μιας κοινωνίας να ανανεώνεται και να τολμά, να ψηφίζει για Ελπίδα και Αλλαγή.

Η Αριστερά τόλμησε. Εκανε βήματα. Οχι αρκετά, όχι σχεδιασμένα, όχι στρατηγικά. Η ανομοιογένειά της, οι ασάφειες και οι τακτικισμοί στα ηγετικά κλιμάκια, οι λυκοφιλίες και οι αντίρροπες, αλληλομισούμενες τάσεις, δεν της επέτρεψαν να εκμεταλλευτεί την ιστορική ευκαιρία του 2007-2008. Η Κουμουνδούρου δεν άκουσε εγκαίρως τα μέλη της Αριστεράς, τους ψηφοφόρους, τους ανένταχτους, τη συντριπτική πλειονότητα των ανθρώπων που είναι η Αριστερά, χωρίς τίτλους ιδιοκτησίας και νεοσταλινικούς φετφάδες.

Αλλά ο πολιτικός χρόνος είναι μακρύς, είναι ιστορικός, δεν εξαντλείται σε μια ευκαιρία. Εν όψει και των εκλογών, η Αριστερά μπορεί μόνο να πράξει το στοιχειώδες: να ακούσει τον κόσμο της, και να παραμείνει γειωμένη στην κοινωνία.

* Eνα βλεμμα, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 13/9/09

1 σχόλιο:

  1. Ο κ. Ξυδάκης έχει θαυμαστή πένα. Λέει και κάποια σωστά. Όταν όμως έφθασα στο σημείο όπου αναφέρεται στο «φαινόμενο Ομπάμα», αναρωτήθηκα, από πού ενημερώνεται ο καλός συγγραφεύς? Γράφτηκε το κείμενό του αμέσως μετά την εκλογή Ομπάμα? Ασφαλώς όχι. Αλλά και τότε, ως δημοσιολογών, όφειλε να γνωρίζει ότι, π.χ., στο ταμείου του συμπαθέστατου, τότε, υποψηφίου, εισέρευσε ωκεανός δολαρίων, εν αντιθέσει με τη λιμνούλα τού αντιπάλου του. Ότι χαρακτήρισε τον Τσάβες εξ’ αρχής ως «εχθρό των ΗΠΑ» και μάλιστα ζήτησε κυρώσεις εναντίον του… Και άλλα πολλά, τότε…Όσο για τον τωρινό Ομπάμα, αρκεί μια βόλτα στη σοβαρή πλευρά του διαδικτύου για να κατανοήσει πλήρως και ο πλέον αφελής τη σκανδαλώδη εύνοια του συστήματος απέναντί του. (Ασφαλώς, αυτά καθόλου δεν αφορούν τους διψασμένους για στοιχειώδη εξανθρωπισμό του «Θηρίου» ψηφοφόρους του.) Ναι, αλλά τώρα δεν μιλάμε για τον Ομπάμα! Ωστόσο η παιδαριώδης αναλογία (κατά τη γνώμη μου δυσφημιστική για τον Τσίπρα), μας καθιστά δύσπιστους απέναντι στη υποδειγματική γλώσσα του συγγραφέως –ίσως μας κάνει να κάνει ακόμη και να πιστέψουμε ότι αποτελεί επίχρισμα ενός κενού κατ΄ουσίαν λόγου, καθώς η θαυμαστή πένα μοιάζει να ταξιδεύει από φούσκα σε φούσκα. Κανείς δεν επιτρέπεται να είναι αφελής (ή να τον παριστάνει) τώρα πια…

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Θέλετε να βάλετε ενεργό link στο σχόλιό σας; BlogU