Τετάρτη 7 Μαρτίου 2012

Το δίλημμα "μνημονιακοί"-"αντιμνημονιακοί" είναι πλαστό, αλλά δεν απαντιέται με κανένα "τρίτο κόμμα"

του Γιάννη Τσιρώνη*

Το ποδοσφαιρικό δίλημμα

Η ανάλυση του Νίκου Ράπτη είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα διότι σπάει το "ποδοσφαιρικό" δίλημμα μνημόνιο/αντιμνημόνιο

Από την μία πλευρά η πολιτική εξουσία που οδήγησε την Ελλάδα στη χρεοκοπία, παριστάνει τον «φιλαλήθη» εκπρόσωπο των Ευρωπαίων εταίρων, που με σκληρά αλλά αναγκαία γιατρικά προσπαθούν να σώσουν την Ελλάδα για το κοινό συμφέρον της χώρας, της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) και του πλανήτη ολόκληρου. 
Υπουργοί, σαν άλλοι Αγαμέμνονες στην Αυλίδα, παριστάνουν τους αμέτοχους εκτελεστές τελεσίδικων χρησμών της τρόικας, αποκρύπτοντας ότι συμμετείχαν ενεργά στις αποφάσεις, είτε παραπληροφορώντας τους εταίρους, είτε κωλυσιεργώντας σε κάθε μεταρρύθμιση που θα έθιγε τον σκληρό πυρήνα του πελατειακού κράτους. 
Έτσι τα πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα, που προκάλεσαν την κρίση δεν πληρώνουν κανένα τίμημα για το ξεπέρασμα της και, το χειρότερο, μεταθέτουν όλο το πολιτικό κόστος των επιλογών στους δανειστές και τους «τροϊκανούς».

Από την άλλη πλευρά, η αντιμνημονιακή πτέρυγα χρεώνει στην αντίπαλη πλευρά ενδοτικότητα στους ξένους, ξεπούλημα της Ελλάδας, προδοτικές ενέργειες. 
Λες και πριν το μνημόνιο η Ελλάδα ήταν ένας παράδεισος ευμάρειας και χρηστής διοίκησης και οι ξένοι συνωμότησαν για να κλέψουν τον πλούτο της. 
Διατείνονται ότι η χρεοκοπία είναι μύθος για να αρπάξουν οι ξένοι τον κόπο μας. 
Λες και πριν το μνημόνιο δεν είχε ερημώσει η ύπαιθρος, δεν υπήρχε διαφθορά, δεν κάψαμε ή κάναμε τσιμέντο φυσικούς και πολιτιστικούς θησαυρούς αιώνων. 
Όσοι έχουμε μνήμη θυμόμαστε, ότι το «φως στο βάθος του τούνελ», ήδη το υπόσχονταν ο Αντρέας Παπανδρέου, πολύ πριν την ευρωζώνη.
Και στις δύο πλευρές λοιπόν του πολιτικού διλήμματος, υποκρύπτεται ένας κοινός τόπος: είτε θεωρούμε το μνημόνιο επώδυνη λύση, είτε προδοσία, η σχεδίαση και η εφαρμογή του χρεώνονται στους ξένους. 
Οι πολιτικοί σχεδόν στο σύνολο του πολιτικού φάσματος, αρνούνται στην πράξη να αναλάβουν ευθύνες για την διακυβέρνηση της χώρας. 
Οι μισοί προσπαθούν να μας πείσουν ότι η εκχώρηση της Ελλάδας στους ξένους είναι αναπόφευκτη για να αποφύγουμε την χρεοκοπία, και οι άλλοι μισοί ότι η χρεοκοπία είναι αναπόφευκτη και για αυτό ας αποφύγουμε την εκχώρηση της Ελλάδας στους ξένους! 
Οι πολιτικοί μας, αντί να κυβερνούν παριστάνουν τους «αντικειμενικούς» παρατηρητές και μάντεις κακών ειδήσεων. Πέρα από το βασικό δίλημμα, όλα τα άλλα είναι «τελεσίδικα», «αναπόφευκτα» και «προδιαγεγραμμένα» από ξένα κέντρα αποφάσεων.
Αυτό οδηγεί τους πολίτες σε απόγνωση, κατάθλιψη, απραξία ή εκφασισμό.

Και η τρίτη εκδοχή...

Είναι πολύτιμη λοιπόν η συνεισφορά του Νίκου Ράπτη στην ανάδειξη μίας τρίτης εκδοχής με ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά:
  • Η Ελλάδα μπορεί να σωθεί από τους ίδιους τους πολίτες της και μόνο από αυτούς. Κανείς δεν θα μας σώσει εάν δεν σώσουμε εμείς τον εαυτό μας και τον τόπο μας. Έξωθεν σωτήρες, δεν έχουν κανένα λόγο να βοηθήσουν παρά εάν τους τάξουμε βαρύτατα ανταλλάγματα. Όσες περισσότερες ευθύνες αναλάβουμε για να βγούμε από το αδιέξοδο, τόσα λιγότερα πολιτικά και οικονομικά ανταλλάγματα θα πληρώσουν τα παιδιά μας στους ξένους.
  • Η κυβέρνηση που θα αναλάβει την ευθύνη να βγάλει την Ελλάδα από την κρίση, θα «σπάσει αβγά», θα συγκρουστεί με κατεστημένα συμφέροντα δεκαετιών τα οποία διατηρούν πελατειακή σχέση με μεγάλη μερίδα του πληθυσμού. Ο χειρότερος εχθρός είναι εντός των τειχών! Το «μαζί τα φάγαμε» είναι μεν ψέμα, αφού δεν έχουν την ίδια ποιότητα ευθύνης όσοι νέμονταν τον πλούτο, με τον ψηφοφόρο που βόλεψε ένα παιδί στο δημόσιο. Ωστόσο οι κοινωνικές ομάδες που από φόβο, άγνοια ή ανέχεια ανέχθηκαν την διαφθορά, δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα συμμαχήσουν εναντίον της. Όσοι έχουν εθιστεί στην πελατειακή εξάρτηση από μία μαφία, σπάνια στρατεύονται σε πόλεμο εναντίον της.
  • Εθνικιστικές λύσεις, που φαντάζονται την Ελλάδα απομονωμένη και «ανεξάρτητη» οδηγούν σε αδιέξοδο. Μόνο δημοκρατικοί υπερεθνικοί θεσμοί μπορούν να αποτελέσουν ανάχωμα στην ανεξέλεγκτη παγκοσμιοποιημένη δραστηριότητα του χρηματιστικού κεφαλαίου. Ακόμα και εάν η ΕΕ διαλυθεί κάτω από το βάρος της ψυχροπολεμικής κληρονομιάς που την γέννησε, η μόνη ελπίδα να μην γίνουμε πιόνια σε διακρατικά παιγνίδια και τοπικές συρράξεις, είναι να γεννήσουμε μία ισχυρή δημοκρατική ομοσπονδία στην γειτονιά μας. Ας την φαντάζεται όπως καθένας επιθυμεί. Είτε μαζί με την Ρωσία, είτε στα παλιά όρια του Βυζαντίου, είτε γύρω από την Μεσόγειο. Αν όμως διαλυθεί η ΕΕ, η προσπάθεια για μία νέα υπερεθνική συμμαχία, θα ξεκινήσει από το μηδέν και σε συνθήκες κρίσης και είναι αμφίβολο εάν για δεκαετίες θα έχει αποτέλεσμα. Αντίθετα, η αλλαγή πολιτικών συσχετισμών στην Ευρώπη για εκδημοκρατισμό της ΕΕ μοιάζει πιο εφικτός στόχος. Πρόσφατα για παράδειγμα έγινε προσφυγή στο «ευρωπαϊκό δικαστήριο» ενάντια στο μνημόνιο που μείωσε τον βασικό μισθό χωρίς την σύμφωνή γνώμη των κοινωνικών εταίρων. Σε ποιο δικαστήριο θα προσφεύγουν οι αναξιοπαθούντες Έλληνες, εάν η Ελλάδα βρεθεί εκτός ΕΕ και διοικείται από αποικιοκρατικού τύπου διαφθαρμένες κυβερνήσεις;
Θα συμφωνήσω λοιπόν με τον Νίκο Ράπτη ότι η πλειοψηφία των πολιτών είναι μεν ενάντια στο μνημόνιο, αλλά οραματίζεται μία λύση με δύο αναγκαίους και αλληλένδετους πυλώνες: 
τον εκδημοκρατισμό της Ελλάδας με αποδόμηση του πελατειακού κράτους και παράλληλατον εκδημοκρατισμό της ΕΕ, που δεν θα κυβερνάται από εντεταλμένους γραφειοκράτες και τραπεζίτες, αλλά θα αποκτήσει αιρετή εκτελεστική εξουσία.
Χρειάζεται η Ελλάδα «τρίτο κόμμα»;

Εκεί που θα διαφωνήσω με τον Νίκο είναι ότι η προοπτική αυτή μπορεί σήμερα να εκφραστεί από ένα «τρίτο κόμμα». 
Όσο θα ήταν προκρούστεια απλούστευση η υπόθεση ότι όλοι οι οπαδοί της επιστροφής στην δραχμή, αριστεριστές ή ακροδεξιοί, μπορούν να αποτελέσουν ένα κόμμα, έτσι και είναι υπεραπλούστευση, ότι όσοι συμφωνούν την τρίτη εκδοχή που περιγράφει ο Νίκος, μπορούν να συμπράξουν σε ένα κοινό κυβερνητικό πρόγραμμα. 
Όσα αναφέρει ο Νίκος ως χαρακτηριστικά ενός «τρίτου κόμματος», τα ενστερνίζονται δεκάδες στελέχη σχεδόν σε όλα τα κόμματα του πολιτικού φάσματος. 
Ακόμα και η «έκθεση Μακ Κίνσεϊ» που παραγγέλθηκε από τον ΣΕΒ και την «ένωση ελληνικών τραπεζών» κινείται σε αυτό το μήκος κύματος: 
όλοι θα συμφωνήσουμε ότι ένας αποτελεσματικός δημόσιος τομέας είναι αναγκαίος πυλώνας για έξοδο από την κρίση, όλοι συμφωνούμε ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να γίνει Ινδία αλλά πρέπει να επενδύσει σε υψηλής ποιότητας προϊόντα και υπηρεσίες, όλοι μιλάμε για βιώσιμο τουρισμό και ανάδειξη της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Όλοι πια μιλάνε για απεξάρτηση από το πετρέλαιο.
Τι σχέση έχουν όμως οι μικρές συνεταιριστικές μονάδες που εισηγούνται οι οικολόγοι με τις μεγάλες επιχειρήσεις που οραματίζεται ο ΣΕΒ; 
Τι σχέση έχει το μοντέλο του οικοτουρισμού, με τις «περιοχές ολοκληρωμένης τουριστικής αξιοποίησης» (ΠΟΤΑ) και τις χιλιάδες παραθεριστικές κατοικίες που προσδοκούν να οικοδομήσουν κάποιοι αριστεροί ή δεξιοί μηχανικοί; 
Κάποιοι βλέπουν την διέξοδο στην κατάργηση της παραπαιδείας και κάποιοι άλλοι στην πλήρη ιδιωτικοποίηση της παιδείας. 
Στον χώρο της υγείας, άλλοι οραματίζονται την πρόληψη και την ελάττωση της φαρμακευτικής δαπάνης και άλλοι οραματίζονται φαρμακευτικές μπίζνες.

Πολυσυλλεκτικά κόμματα ή πολυσυλλεκτική βουλή;

Σε μία υγιή δημοκρατία, και σε μία πολυκομματική βουλή, ανοιχτόμυαλοι βουλευτές που ψηφίζουν με βάση τις αρχές και την συνείδηση τους, μπορούν να συμφωνούν σε επιμέρους θέματα. 
Ένα νομοσχέδιο που καταπολεμά την διαφθορά, μπορούν να το ψηφίσουν νεοφιλελεύθεροι που οραματίζονται την Ελλάδα στα χνάρια της Φιλανδίας, ταυτόχρονα με αντικαπιταλιστές, που οραματίζονται την Οκτωβριανή Επανάσταση.
Ο Νίκος Ράπτης έχει δίκιο, ότι η επόμενη βουλή μπορεί και πρέπει να πάρει δύσκολες αποφάσεις. Αν δεν το κάνει και επικρατήσει ακυβερνησία, τότε θα επανέλθει με πολύ χειρότερους όρους ο δικομματισμός και οι ανεξέλεγκτες μονοκομματικές κυβερνήσεις. 
Έχει όμως τεράστια διαφορά μία προγραμματική σύγκλιση σε κάποια νομοσχέδια, με την κοινή κάθοδο σε εκλογές που προϋποθέτει ευρύτερες συγκλίσεις, δραστικό περιορισμό της διαφορετικότητας και συμπόρευση με ένα πρόγραμμα.
Σε μία εποχή που οι πάντες ψάχνονται, μία μειοψηφική σήμερα πρόταση, αύριο μπορεί να αποδειχθεί σωτήρια. Και μία τέτοια πρόταση πιθανότατα να χάνονταν στην πολιτική εκφορά λόγου ενός μεγάλου «τρίτου κόμματος».
Ας μην ξεχνάμε, ότι και το ΠΑΣΟΚ ξεκίνησε ως «τρίτο κόμμα» που θα ξεπερνούσε τον παρηκμασμένο δικομματισμό που οδήγησε στην δικτατορία. Βαθμιαία όμως οι πλουραλιστικές τάσεις που γέννησαν το κίνημα και του χάρισαν ευρεία κοινωνική αποδοχή, χάθηκαν στην κομματική γραφειοκρατία, απομονώθηκαν και κλαδεύτηκαν. 
Εάν αυτές οι μειοψηφικές τάσεις είχαν πολιτική έκφραση, μπορεί να είχαμε αποφύγει την εκτεταμένη διαφθορά και σήμερα να είχαν πολύτιμη συνεισφορά στην αλλαγή πλεύσης.
Ο τόπος δεν έχει ανάγκη ένα ακόμα μεγάλο πολυσυλλεκτικό κόμμα, αλλά από πολυσυλλεκτική βουλή, με βουλευτές που να μάθουν να μην οχυρώνονται σε παραταξιακά στρατόπεδα, αλλά να εξαντλούν τον διάλογο και την συναίνεση.Αυτή πρέπει να είναι και η συνεισφορά όσων πολιτικών δυνάμεων, ανάμεσα στις συμπληγάδες «ξεπούλημα της χώρας» ή «εθνικά περήφανη χρεοκοπία», βλέπουν μία τρίτη, θετική διέξοδο.

Γιάννης Τσιρώνης είναι στέλεχος των Οικολόγων Πράσινων
*πηγή: ppol.gr


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Θέλετε να βάλετε ενεργό link στο σχόλιό σας; BlogU