Δευτέρα 19 Μαρτίου 2012

Ρευστότητα

Οι φίλοι του λαού, απορροφημένοι ήδη από τις εκλογές, έχουν ξεχάσει την πραγματική οικονομία. Αυτήν που συντηρεί με νύχια και δόντια όσες θέσεις εργασίας απομένουν, αυτήν που η αναζωογόνησή της είναι η πρώτη και μοναδική προϋπόθεση για τα έσοδα που έχουν προϋπολογισθεί, την συνέχεια του δανεισμού αλλά και την σωτηρία του τόσο δύσκαμπτου και αντιδραστικού σε κάθε μεταρρύθμιση δημόσιου τομέα. 
Όσοι "δημόσιοι λειτουργοί" φτάνουν κάθε μήνα στον γκισέ για να πληρωθούν, έχουν αναρωτηθεί ποτέ πως συντηρείται αυτό το μαγαζί; 
Η επίτευξη ρευστότητας στην αγορά είναι εκ των ουκ άνευ για κάθε προοδευτική δύναμης κι ελπίζουμε προεκλογικά να μας εξηγήσουν, μνημονιακοί και αντιμνημονιακοί, τι άραγε χρειάζεται για να επιτευχθεί και πόσο καίρια είναι σε αυτό η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και η fast track μεταρρύθμιση του κράτους... 
Όχι τίποτε άλλο, αλλά από αύριο κιόλας -μετά και την ...θριαμβευτική εκλογή Βενιζέλου- μπαίνουμε στην εποχή των υποσχέσεων. (ΑΣ)

-Συγγνώμη, αλλά έχουμε εκλογές... Η επέμβαση αναβάλλεται για ...κάνα δυο μήνες!

Λίγο σάλιο ρε παιδιά. Στεγνώσαμε


Εάν η κρίση προκάλεσε δύο εκρηκτικά κοινωνικά προβλήματα, και το ένα εξ αυτών είναι η εκτίναξη της ανεργίας σε δυσθεώρητα ύψη, το άλλο είναι σίγουρα η συρρίκνωση της ρευστότητας προς την πραγματική οικονομία, συγκεκριμένα τις παραγωγικές μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.
Χιλιάδες υγιείς επιχειρήσεις κινδυνεύουν να μας αφήσουν χρόνους, όχι γιατί δεν είναι αποδοτικές ή βιώσιμες, όπως συμβαίνει με την πλειονότητα των αεριτζήδων του εμπορίου, αλλά γιατί συνθλίβονται στις μυλόπετρες της πιστωτικής ασφυξίας.
Τα τελευταία δύο χρόνια, το ήδη από το 2008 πρόβλημα πιστωτικής ασφυξίας λόγω της παγκόσμιας τραπεζικής κρίσης, έλαβε γιγάντιες διαστάσεις στη χώρα μας. Λόγω της κρίσης χρέους και της επαπειλούμενης άτακτης χρεοκοπίας, πολλοί Έλληνες (κατά κύριο λόγο τα λαμόγια, άλλα όχι μόνο) έσπευσαν να βγάλουν τα χρήματά τους στο εξωτερικό. Χάθηκαν έτσι 80 περίπου δις ευρώ από το εγχώριο τραπεζικό σύστημα. 
Ταυτόχρονα, λόγω της αξιολόγησης junk των ομολόγων του ελληνικού κράτους, οι ελληνικές τράπεζες αποκλείστηκαν από τις διεθνείς αγορές κεφαλαίων. 
Μοναδική πηγή παροχής ρευστότητας προς τα εγχώρια χρηματοπιστωτικά ιδρύματα υπήρξε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η μόνη η οποία αποδέχεται ως εγγύηση ελληνικά ομόλογα.
Ταυτόχρονα, η όποια πρόσβαση των τραπεζών σε κεφάλαια δεν μετατράπηκε αυτόματα σε δανεισμό της πραγματικής οικονομίας και δη των υγιών και παραγωγικών μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων. Μετατράπηκε σε πολύ επιλεκτική χρηματοδότηση ορισμένων μεγάλων επιχειρήσεων και δυναμικών κλάδων όπως η ναυτιλία, ενώ για την «πλέμπα» προτιμήθηκε η ρύθμιση δανείων.
Μπροστά σ’ αυτή την πραγματικότητα επιχειρήθηκαν μέχρι στιγμής τρεις εθνικές δημόσιες πολιτικές με στόχο την τόνωση της ρευστότητας.
  • Καταρχάς η διεύρυνση του παραθύρου δανεισμού των τραπεζών από την ΕΚΤ με διπλασιασμό των εγγυήσεων από πλευράς ελληνικού δημοσίου. (ΥΠΟΙΚ)
  • Δεύτερον, η δημιουργία νέων χρηματοδοτικών εργαλείων, με τη δημιουργία ειδικών Ταμείων (Εθνικό Ταμείο Επιχειρηματικότητας και Ανάπτυξης-ΕΤΕΑΝ και τα Ταμεία Jeremie και Jessica) που χρησιμοποιούν πόρους τους ΕΣΠΑ για να μοχλεύσουν χαμηλότοκα επενδυτικά δάνεια προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις υφιστάμενες ή start-ups. (ΥΠΑΑΝ)
  • Τρίτον, αναζητήθηκε η συνδρομή της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕΠ), ως δεύτερο παράλληλο στην ΕΚΤ παράθυρο δανεισμού των εμπορικών τραπεζών, για παροχή όμως αμιγώς επενδυτικών δανείων προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. (ΥΠΑΑΝ)
Εάν αναλογιστούμε ότι η ρευστότητα το 2011 εκτιμάται ότι θα κλείσει στο -4%, εύκολα καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι οι παραπάνω δημόσιες πολιτικές δεν έπιασαν τόπο. 
Γιατί;
Καταρχάς, αυτές οι δημόσιες πολιτικές τόνωσης της ρευστότητας συνοδεύτηκαν από εσωτερικούς περιορισμούς.

Η πολιτική παροχής διπλάσιων εγγυήσεων του ΥΠΟΙΚ, παρά το Σύμφωνο Ρευστότητας, δεν συνοδεύτηκε από ισχυρούς μηχανισμούς ελέγχου της ροής των κεφαλαίων προς την πραγματική οικονομία. Ας όψεται εδώ η εμμονή των ελλήνων τραπεζιτών, υπό τις ευλογίες της Τράπεζας της Ελλάδος, στην αδιαφάνεια και η εγγενής τους αλλεργία σε δεσμεύσεις και έλεγχο που εμπόδισαν τη δημιουργία τέτοιων μηχανισμών.

Τα δε Ταμεία του ΥΠΑΑΝ, παρότι καινοτόμα ως προς τη φιλοσοφία τους, βρήκαν τοίχο τόσο στις τράπεζες, όσο και στη χαμηλή ζήτηση της αγοράς για επενδυτικά δάνεια και την υψηλή ζήτηση για κεφάλαια κίνησης. Αυτή η πραγματικότητα, σε συνδυασμό με τις συσσωρευμένες επισφάλειες και την έλλειψη εγγυήσεων από πλευράς επιχειρήσεων, οδήγησε τελικά σε εκταμίευση μόλις 11 εκ. ευρώ από σύνολο 2,4 δις ευρώ που είχαν προκηρυχτεί και 1,28 δις που ήταν διαθέσιμα για επενδυτικά δάνεια στην αγορά.

Ταυτόχρονα, πρόβλημα αποτελεί το γεγονός ότι τα νέα χρηματοδοτικά εργαλεία κουβαλάνε στο γενετικό τους υλικό, όλο το πλέγμα των περιορισμών που θέτει το κανονιστικό πλαίσιο που διέπει τη χρήση πόρων του ΕΣΠΑ, αλλά και εκείνο που διέπει την παροχή δανείων από την ΕΤΕΠ αντίστοιχα.
Μερικά απλά παραδείγματα.
α) Οι πόροι του ΕΣΠΑ δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να δοθούν κεφάλαια κίνησης, όμως η αγορά ακριβώς για τέτοια κεφάλαια είναι που διψάει. 
β) Μέχρι πρόσφατα οι πόροι του ΕΣΠΑ δεν μπορούσαν να δοθούν ως εγγύηση στην ΕΤΕΠ έτσι ώστε αυτή να δανείσει τις εμπορικές τράπεζες για να δανείσουν τις ελληνικές μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Η αλλαγή του σχετικού κανονισμού ξεκίνησε να συζητιέται πέρυσι τον Ιούλιο και κατέληξε σε αποτέλεσμα μόλις την περασμένη βδομάδα. 
γ) Μέχρι πρόσφατα η ΕΤΕΠ δεν μπορούσε να χορηγεί κεφάλαια κίνησης. Τελικά, μετά κόπων και βασάνων και έπειτα από μια οκτάμηνη διαπραγμάτευση με το ΥΠΑΑΝ, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Task Force θα μπορεί να χορηγεί στις εμπορικές τράπεζες πόρους με σκοπό την παροχή και κεφαλαίων κίνησης προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, σε διασύνδεση όμως πάντα με τη διενέργεια επενδυτικών έργων. 
 δ) Η ΕΤΕΠ βάσει του καταστατικού της, δυσκολεύεται να δανείσει με μεγάλη μόχλευση προς κράτη με συστημικό ρίσκο. Ακόμα λοιπόν εκκρεμεί να αποφασίσει, για κάθε ένα ευρώ με εγγύηση ΕΣΠΑ, να βάλει δύο για να δανείσει τις τράπεζες να δανείσουν τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, ειδικά αυτές που είναι ήδη ενταγμένες σε κάποιο κοινοτικό πρόγραμμα.
Όλα τα παραπάνω αποτελούν μεν καίρια προβλήματα, είναι όμως η κορυφή του παγόβουνου στο πρόβλημα της πιστωτικής ασφυξίας στην Ελλάδα. Το βασικό πρόβλημα της έλλειψης ρευστότητας ήταν και είναι δομικό.
  • Πρώτον, η Τρόικα ουδέποτε αναγνώρισε τη ρευστότητα σαν πρόβλημα που έπρεπε να τεθεί ως βασική προτεραιότητα στο πρώτο πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής (Μνημόνιο Ι). Ο εκπρόσωπος της ΕΚΤ, κ. Κ. Μαζούχ, αρέσκονταν στις συσκέψεις με τους επιτελείς του ΥΠΟΙΚ και του ΥΠΑΑΝ να επισημαίνει ότι το πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας δεν σχετίζεται με τη ρευστότητα, δεν είναι πρόβλημα έλλειψης κεφαλαίων, αλλά αποκλειστικά διαρθρωτικό, πρόβλημα δηλαδή χαμηλής ανταγωνιστικότητας. Η εξήγηση βέβαια αυτή δεν δίνει πειστική απάντηση στο πρόβλημα πρόσβασης σε πιστωτικές επιστολές και κεφάλαια κίνησης που αντιμετωπίζουν ανταγωνιστικές μικρές και μεσαίες μεταποιητικές μονάδες σε όλη την επικράτεια, οι μικροί και μεσαίοι Έλληνες εξαγωγείς ή ακόμα και οι μεγαλύτερες εξαγωγικές επιχειρήσεις.
  • Δεύτερον, το συστημικό ρίσκο της χώρας πέρα από τον πανικό που δημιούργησε στους καταθέτες, έκλεισε την αγορά κεφαλαίων στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα και ευρύτερα στην ελληνική πραγματική οικονομία. Αποτέλεσμα; Περιορισμένα νέα κεφάλαια στην αγορά.
Σήμερα, υπάρχουν εξελίξεις που συμβάλουν στην άρση ορισμένων δομικών περιορισμών και επιτρέπουν δυνητικά μια σταδιακή τόνωση της ρευστότητας.
  • Πρώτον, οι Ευρωπαίοι και το ΔΝΤ, έπειτα από πολύμηνες διαπραγματεύσεις με τις αρχές του ΥΠΑΑΝ και με την καθοριστική συμβολή της Task Force, πείστηκαν ότι η ρευστότητα, όπως και η δημοσιονομική εξυγίανση και η ανταγωνιστικότητα, αποτελεί βασική προτεραιότητα για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας. Ενσωματώθηκε ως εκ τούτου σαν βασικός στόχος στο νέο πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής (Μνημόνιο ΙΙ).
  • Δεύτερον, η ΕΚΤ υπό την διεύθυνση του νέου της Πρόεδρου, κ. Ντράγκι, άλλαξε φιλοσοφία και αποφάσισε να τονώσει τη ρευστότητα συνολικά στην Ευρώπη, ολοκληρώνοντας το μεγαλύτερο πακέτο παροχής χαμηλότοκων δανείων προς τις ευρωπαϊκές εμπορικές τράπεζες -ανάμεσά τους και τις ελληνικές με εγγύηση του Δημοσίου- από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά.
  • Τρίτον, όπως είδαμε παραπάνω, κάποιοι περιορισμοί ως προς τη χρήση πόρων του ΕΣΠΑ και της ΕΤΕΠ έχουν σταδιακά αρθεί. Ως αποτέλεσμα μπορούμε να ευελπιστούμε ότι το 2012 τα νέα χρηματοδοτικά εργαλεία, σε συνεργασία με τις τράπεζες, θα μπορέσουν να διοχετεύσουν το μεγαλύτερο τμήμα του ποσού των 2,4 δις ευρώ στην αγορά.
  • Τέταρτον, επίκειται η ανακεφαλαιοποίηση, λόγω haircut, και η ριζική αναδιάρθρωση και εξυγίανση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος.
Όλες οι παραπάνω εξελίξεις, είναι σαφώς θετικές, ειδικά από τη στιγμή που συνδυάζονται με την εξυγίανση στη δομή κινήτρων και τους όρους πρόσβασης των επιχειρήσεων στη ρευστότητα, αλλά και τον επαναπρογραμματισμό του τρόπου χρήσης των κοινοτικών πόρων.
Ας μη γελιόμαστε όμως. Όσο η Ελλάδα θα βρίσκεται εκτός διεθνών αγορών κεφαλαίου, τόσο θα υπάρχει πρόβλημα ρευστότητας.
Αυτό ακριβώς το πρόβλημα, για να μην συνεχίσει να αποτελεί πρόβλημα πιστωτικής ασφυξίας, αλλά ένα λιγότερο επικίνδυνο και πιο διαχειρίσιμο ζήτημα πιστωτικής στενότητας, χρειάζεται να γίνουν επιπρόσθετες κινήσεις προς δύο κατευθύνσεις.
Α) Στο ευρωπαϊκό επίπεδο η ΕΚΤ καλό θα ήταν να διατηρήσει την κάνουλα ανοιχτή προς τις ελληνικές τράπεζες, ενώ επιβάλλεται να ελαφρύνει το σύνολο των βαριών κανονιστικών ρυθμίσεων που διέπουν τους πόρους του ΕΣΠΑ και της ΕΤΕΠ, έτσι ώστε να υπάρχει ευκολότερη και πιο ταχεία προσαρμογή των διαρθρωτικών πόρων στις ανάγκες της κρίσης.
Β) Στην Ελλάδα, η ανακεφαλαιοποίηση και αναδιάρθρωση του τραπεζικού συστήματος είναι ακρογωνιαίος λίθος οποιασδήποτε απόπειρας ανάπτυξης μιας δημόσιας πολιτικής τόνωσης της ρευστότητας.
Πρέπει όμως να συνοδευτεί απαραίτητα από ένα Παρατηρητήριο Ρευστότητας στα αμερικανικά πρότυπα, έναν Τραπεζικό Διαμεσολαβητή στα Γαλλικά πρότυπα, για να διασφαλίζεται ότι το εγγυημένο από το ελληνικό δημόσιο ή τους πόρους του ΕΣΠΑ χρήμα πράγματι βρίσκει στόχο. 
Παράλληλα, επειδή πια μπαίνουμε σε μια νέα ιστορική φάση όπου το χρήμα δεν θα αυγατίζει με τους μαγικούς τρόπους της εποχής του ανεξέλεγκτου χρηματιστικού καπιταλισμού, χρειάζεται να επιταχυνθεί η δημιουργία της Ελληνικής Επενδυτικής Τράπεζας στα πρότυπα της KfW με σκοπό τη χρηματοδότηση της ανοικοδόμησης της οικονομίας.
Υπ’ αυτές τις συνθήκες, παρά τη νέα αύρα που πνέει στο ελληνικό ζήτημα, εκτιμούμε ότι αποτελέσματα σύντομα για την πραγματική οικονομία στο μέτωπο της ρευστότητας δεν πρόκειται να δούμε
Λογικά από το Φθινόπωρο τα πράγματα θ’ αρχίσουν κάπως να βελτιώνονται. 
Έως τότε οι υγιείς επιχειρήσεις έχουν δίκιο να διαμαρτύρονται. Λίγο σάλιο ρε παιδιά. Στεγνώσαμε.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Θέλετε να βάλετε ενεργό link στο σχόλιό σας; BlogU