Δευτέρα 4 Αυγούστου 2014

"Δημοσιονομική προσαρμογή": Μια βίαιη απορρύθμιση χωρίς καθόλου μεταρρύθμιση...

του Βαγγέλη Παπαβασιλείου
Ανεξάρτητοι μικρομεσαίοι: από ευλογία, κατάρα - ή μήπως η μόνη ελπίδα;
(η συμπαιγνία τρόικας και κρατικοδίαιτων ολιγαρχών βάση της  άρρητης σύμπτωσης φιλελεύθερων και αριστερών)

Παρακολουθούμε εδώ και καιρό την άρρητη σύμπτωση αγωνιών και απόψεων μεταξύ (κεντρο)φιλελευθέρων και αριστερών(φιλελεύθερων) για την ελληνική κρίση και ειδικότερα για την τύχη της ελληνικής μεσαίας τάξης. 

Είναι αστείο το πόσο κοντά έχουν έλθει (και μεις μαζί όσοι/ες αυτοπροσδιοριζόμαστε ως left liberal) κι ας μην το παραδέχονται - είναι κι αυτό μια έκφραση της ελληνικής ιδιαιτερότητας, της παρέκκλισης από τα κλασσικά πρότυπα "καπιταλιστικής" ανάπτυξης, της έλλειψης "εθνικής" αστικής τάξης και της κυριαρχίας των επιβιωτικών προτύπων που αποκρυσταλλώθηκαν ιστορικά μέσα από την γνωστή διαδρομή του ελληνικού κράτους που κάνει και την κλασσική αντιπαράθεση φιλελεύθερων και αριστερών χωρίς νόημα ή τουλάχιστον χωρίς το "γνωστό" νόημα.  

Κι ενώ η δανεική γλώσσα αντιπαράθεσης καταλογίζει στους μεν φιλελεύθερους "νεοφιλελευθερισμό" και στους αριστερούς "κρατισμό", στην πραγματικότητα είναι άστοχη γιατί σε αυτήν την χώρα οι κρατιστές διαπερνούν οριζόντια όλους τους πολιτικούς χώρους με ιδιαίτερη επιρροή στα δήθεν φιλελεύθερα ή σοσιαλιστικά πελατειακά κόμματα, οι δε νεοφιλελεύθεροι εκφράζουν στην χώρα μας κυρίως μια ρεβανσιστική επίθεση απέναντι στα δικαιώματα των εχόντων εισόδημα από εργασία που χρησιμοποιούν οι κρατικοδίαιτοι ολιγάρχες αξιοποιώντας την ιδεολογία της απορρύθμισης της τρόικας. 

Η ελληνική ιδιαιτερότητα λοιπόν είναι ότι "κρατιστές" και "νεοφιλελεύθεροι" είναι στην χώρα αυτή το ίδιο πράγμα! Δηλαδή πελατειακοί, αυταρχικοί και κυρίως κρατικοδίαιτοι. 
Γι αυτό και συμφωνούν στην Αντιμεταρρύθμιση στο όνομα της "μεταρρύθμισης". 

Γι αυτό και κοινή εξ αντικειμένου κατάληξη αριστερών και φιλελεύθερων σε αυτήν την χώρα, είναι (και πρέπει να είναι) η ανατροπή του πελατειακού συστήματος της κρατικοδίαιτης ολιγαρχίας και η αποκατάσταση μιας υγιούς ελεύθερης αγοράς "ευρωπαϊκού" τύπου χωρίς καρτέλ και "νταβατζήδες" και η στήριξη της παραγωγικής ανασυγκρότησης στην μικρομεσαία εφευρετικότητα και επιχειρηματικότητα που είναι η μόνη υπαρκτή και δυνατή βάση δημιουργικής εξόδου από την κρίση: στους ανεξάρτητους μικρομεσαίους όσο υπάρχουν ακόμη...

Γιώργος Παπασπυρόπουλος

Ακολουθούν δυο σχετικά άρθρα, ένα σημερινό του φιλελεύθερου Θανάση Μαυρίδη και ένα διετίας του αριστερού Κωνσταντίνου Τσουκαλά:


Το βαρέλι δεν έχει πάτο...

Αν πιστεύετε ότι κάπου εδώ είναι ο πάτος, ότι δεν έχει παρακάτω, θα πρέπει να αναθεωρήσετε τις απόψεις σας. Μέχρι χτες λέγαμε ότι η ύφεση μπορεί να διαρκέσει τρία - τέσσερα χρόνια, δανειζόμενοι από την εμπειρία του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Εδώ στην Ελλάδα γράφουμε ιστορία, έχοντας ανατρέψει όλα τα αρνητικά ρεκόρ! Η ανάκαμψη είναι μία μακρινή μουσική, όσο οι πολιτικοί επιμένουν στις αρετές του κρατισμού και δεν επιτρέπουν στην μεσαία τάξη να αναπνεύσει...

Οι Έλληνες ξεχωρίζαμε πάντα για το εμπορικό μας πνεύμα. Σε όποια χώρα βρεθήκαμε, σε όποια περίοδο, κατορθώσαμε γρήγορα να ξεχωρίσουμε και να βγάλουμε πλούτο εκεί που οι άλλοι δεν μπορούσαν. Κι ερχόμαστε τώρα να στραγγαλίσουμε αυτό το πνεύμα, κυνηγώντας την επιχειρηματικότητα σε κάθε ευκαιρία και έχοντας κηρύξει πογκρόμ κατά της μεσαίας τάξης.

Η πραγματική δύναμη της ελληνικής οικονομίας δεν είναι ούτε τα κρυμμένα πετρέλαια, ούτε οι σπάνιες γαίες της. Είναι οι άνθρωποι! Άνθρωποι που στο παρελθόν έχουν πετύχει σπουδαία πράγματα με ελάχιστα μέσα. Θέλουν να βοηθήσουν αυτή την χώρα; Χρειάζεται να στηρίξουν τους ανθρώπους της. Να βοηθήσουν την μεσαία τάξη να σταθεί και πάλι στα πόδια της για να δημιουργήσει.

Την στιγμή αυτή εκφράζουμε περισσότερο αυτό που θέλουμε να δούμε και λιγότερο αυτό που πιστεύουμε ότι θα συμβεί. Η ανοικοδόμηση μιας χώρας από τα συντρίμμια προϋποθέτει δύο πράγματα: Κεφάλαια και πολιτική βούληση. Στην περίπτωσή μας δεν υπάρχει ούτε το ένα ούτε το άλλο...

Επί πέντε χρόνια τώρα βλέπουμε τους ανθρώπους να χωρίζονται σε στρατόπεδα με κάθε ευκαιρία και κατά τα ποδοσφαιρικά πρότυπα. Παναθηναϊκός - Ολυμπιακός, Μνημόνιο - Αντιμνημόνιο. Ειδικά τους τελευταίους μήνες η αντιπαράθεση αυτή έγινε διαρκής και με αφορμή τα γεγονότα στην Ουκρανία, στο Ισραήλ και στην Αργεντινή. Είναι μία σκέτη τρέλα. Είμαστε έτοιμοι να διαδηλώσουμε για οποιονδήποτε άλλο λαό, όχι όμως για τους Έλληνες! Ψάχνουμε να βρούμε αφορμές να βρεθούμε απέναντι και να μαλώσουμε και όχι να βρεθούμε μαζί και να δημιουργήσουμε. Μία καταστροφική δύναμη μας έχει υποτάξει...

Θα περίμενε κανείς ότι μία τόσο μεγάλη κρίση θα είχε γεννήσει νέα πράγματα και κυρίως ότι θα αναδείκνυε νέες προτάσεις. Τίποτα απ΄ αυτά δεν έγινε! Ούτε νέα πρόσωπα ούτε νέες προτάσεις. Είναι εξοργιστικό να βλέπεις έξυπνους ανθρώπους να σπαταλούν την όποια ενέργειά τους σε ανούσιες διαμάχες. Ενδιαφέρει τώρα τον άνεργο στην Ελλάδα το τι ακριβώς συμβαίνει στην Αργεντινή! Τρίχες! Αυτό που τον ενδιαφέρει είναι πως θα βρει εργασία. Ακούσατε κάποια σχετική πρόταση;

Να μην είμαστε άδικοι! Κάποιοι ονειρεύονται έναν δημόσιο τομέα που θα μπορέσει να δημιουργήσει "νέες θέσεις εργασίας". Ξεχνούν ότι η συνταγή αυτή μας οδήγησε στην καταστροφή. Επιμένουν σε πρακτικές και συνταγές που δεν ταιριάζουν στην νοοτροπία του λαού μας και γι αυτό ακριβώς έχουν αρνητικές συνέπειες. Και πρόκειται για δυνάμεις που βρίσκονται στην αριστερά αλλά και στην δεξιά. Αυτή είναι η μόνη τους πρόταση, επειδή αυτό πρεσβεύουν. Αυτό ξέρουν.

Το κλειδί της χώρας βρίσκεται στην μεσαία τάξη. Όποιος το καταλάβει και το αξιοποιήσει θα είναι εκείνος που για πολλές δεκαετίες θα θεωρείται ο νέος εθνάρχης της χώρας. Aντίθετα, όσο επιμένουν να πυροβολούν την μεσαία τάξη, τόσο θα βυθιζόμαστε όλο και πιο βαθιά στην ύφεση. Θα ψάχνουμε τον πάτο και πάτο δεν θα βρίσκουμε. Επειδή ακριβώς δεν υπάρχει πάτος...

Θανάσης Μαυρίδης
πηγή: capital.gr

Το ελληνικό "μικρομεσαίο θαύμα" είχε ημερομηνία λήξεως 

(...)
Ο κοινωνικός καταμερισμός της εργασίας εμφανίζει εντελώς ιδιαίτερα, ίσως και μοναδικά χαρακτηριστικά. 
Ακολουθώντας παλιότερα χνάρια, αλλά σε εντελώς διαφορετικές πλέον συνθήκες, οι περισσότεροι Έλληνες εξακολουθούν να επιζούν ως ανεξάρτητοι μικροεπαγγελματίες, μικρέμποροι, μικροεπιτηδευματίες και μικροπαραγωγοί. Ακόμα και στην αρχή του 21ου αιώνα, οπότε και ήταν ήδη φανερό πως το σύστημα είχε αγγίξει τα ακραία του όρια, οι αυτοαπασχολούμενοι ξεπερνούσαν το 40% του ενεργού πληθυσμού, ενώ οι μισθωτοί του ιδιωτικού τομέα δεν ήσαν παραπάνω από 35%, ποσοστό θεαματικά μικρό σε σύγκριση με τις ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες, όπου οι μισθωτοί φθάνουν ή ξεπερνούν το 90%, ακόμα και το 95% του ενεργού πληθυσμού. Αν μάλιστα λάβουμε υπ’ όψιν πως οι περισσότεροι ανάμεσά τους εργάζονταν σε μικρές ή νανώδεις οικογενειακές επιχειρήσεις, η απόκλιση εμφανίζεται θεαματική.

Απομένουν βέβαια τα κατεξοχήν αποδιοπομπαία 25% περίπου του πληθυσμού που απασχολούνται στον υπερδιογκωμένο, υποτίθεται, δημόσιο τομέα. Πρόκειται όμως για έναν ακόμα μύθο, αν σκεφτούμε πως το ποσοστό αυτό είναι ...μικρότερο από τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, όπως, αντίστοιχα, εξίσου μικρό είναι και το ποσοστό του ΑΕΠ που ελέγχεται ευθέως από το κράτος. Η ιδιότυπη δυσλειτουργία της δημόσιας απασχόλησης στην Ελλάδα δεν οφείλεται στη μεγάλη της έκταση, αλλά στη σύνθεση και λειτουργία της, καθώς και στον τρόπο με τον οποίο αρθρώνεται με τις «άλλες» εξωκρατικές μορφές εξαρτημένης εργασίας. 

Πράγματι, όταν ο ιδιωτικός τομέας παραμένει καχεκτικός, όταν η κοινωνία προσφέρει ελάχιστες «άλλες» ευκαιρίες μισθωτής απασχόλησης, όταν δηλαδή η εμβέλεια, άρα και η έλξη της ιδιωτικής αγοράς εργασίας παραμένουν περιορισμένες σε σύγκριση με την αύρα που περιβάλλει τις διαδικασίες του διορισμού στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, είναι λογικό η δημοσιοϋπαλληλία να επιβάλλει τη συχνά αντιπαραγωγική συστημική λογική της σε ολόκληρο το σύστημα της εξαρτημένης εργασίας. Και αυτό, προφανώς, δεν συμβαίνει μόνο στην Ελλάδα. Το γεγονός ότι η αγορά της εργασίας στην αναπτυσσόμενη ελληνική κοινωνία παρέμενε καθημαγμένη σε αντιπαραγωγικά και εν πολλοίς προκαπιταλιστικά πρότυπα αποκτά την ιδιαίτερη ιδεολογική και κοινωνική του σημασία μόνο σε συνάρτηση με το γεγονός ότι η επιλεκτική κρατική απασχόληση ήταν πιο ελκυστική από την ακόμα ισχνότερη ιδιωτική. 

Είναι λοιπόν φανερό ότι η –συχνή τον τελευταίο καιρό– αναφορά σε «σοβιετικού τύπου πρότυπα» δεν είναι μόνον κωμική και αθεμελίωτη, αλλά και υποβολιμαία. Ακόμα και ως κρατικοδίαιτοι, οι Έλληνες παρέμεναν φαντασιακά πολυπράγμονες και προοπτικά ανεξάρτητοι μικρομεσαίοι.
Η ιδιαιτερότητα αυτή της ελληνικής κοινωνίας σφράγισε τις κυρίαρχες μορφές κοινωνικής κινητικότητας, και μαζί με αυτές τις ιδεολογικές και φαντασιακές σταθερές που στηρίζονται επάνω τους. Με δεδομένη τη συνεχιζόμενη ισχνότητα του ιδιωτικού τομέα, η πλειονότητα του πληθυσμού οργανώνει κατ’ ανάγκην την επιβιωτική στρατηγική της μέσα από έναν ευέλικτο συνδυασμό των προφανών και διαθέσιμων διεξόδων, αλλά και των απομακρυσμένων η και εξεζητημένων προοπτικών. 
Και, στο πλαίσιο αυτό, οι ανεξάρτητες και αυτοσχέδιες δραστηριότητες και οι προσδοκίες πρόσβασης στη δημόσια απασχόληση δεν εμφανίζονται ως διαζευκτικές επιλογές, αλλά ως αθροιστικές και συμπληρωματικές στρατηγικές. 
Εδώ ακριβώς εμφανίζεται η καίρια λειτουργική και ιδεολογική σημασία του θεμελιώδους θεσμού της πυρηνικής οικογενείας (και συχνά της ευρύτερης οικογενείας). Ως «οιονεί επιχείρηση» οργανώνεται σαν πάγιο δίκτυο που αναλαμβάνει τον κεντρικό ρόλο του ορθολογικού προγραμματισμού ενός κοινού μέλλοντος, που πρέπει να πατάει σε όσο το δυνατόν περισσότερες βάρκες. Η συλλογική μνήμη της πρόσφατης ανέχειας είναι πάντα ζωντανή.

Η ελληνική κοινωνική "πολυσθένεια"

Οι κοινωνικές προεκτάσεις αυτής της ιδιαίτερης δομής είναι αναρίθμητες και γνωστές σε όλους. Η εμμονή στη διατήρηση της ιδιοκτησίας των οικογενειακών αγροτικών κλήρων, ακόμα και αν πρόκειται να παραμείνουν ακαλλιέργητοι, η αντίσταση στις πιο εξωφρενικές μορφές μιας καθηλωτικής (ή και εξευτελιστικής) πάγιας εξάρτησης, η συστηματική πολυαπασχόληση, η πανταχού παρούσα «αντασφαλιστική» λειτουργία της αλληλέγγυας οικογένειας και ο φετιχοποιημένος προγραμματισμός της εκπαίδευσης με κύριο στόχο την απασχόληση ενός τουλάχιστον μέλους της στο δημόσιο δεν είναι παρά όψεις του ίδιου νομίσματος. 
Πολλοί ήσαν, και είναι ακόμα, εκείνοι που επιβιώνουν δραστηριοποιούμενοι παράλληλα και ταυτόχρονα στην εποχιακή γεωργία, στην αναζήτηση ευκαιριακών εργασιών, σε μια δημόσια απασχόληση δίχως αυστηρές προδιαγραφές και σε οικογενειακές μικροεπιχειρήσεις. Αυτό ακριβώς είναι το φαινόμενο που ονομάστηκε «πολυσθένεια».
Τα περισσότερα φαινόμενα που επισύρουν την ομόφωνη μήνιν των ορθοφρονούντων εκσυγχρονιστών εντάσσονται σε αυτά ακριβώς τα πλαίσια. Η διάχυτη διαφθορά της δημοσιοϋπαλληλίας, η εμμονή των «πελατειακών» πλεγμάτων, το αναποτελεσματικό κράτος από το οποίο όλοι κρύβονται και ταυτόχρονα όλοι προσδοκούν ανταλλάγματα (για συνδυασμό κρατοφοβίας και κρατολατρίας μιλούσε ήδη ο Γκράμσι), η εκτεταμένη «λούφα», η συστηματική φοροδιαφυγή, η άνθηση της υπόγειας οικονομίας που υπολογίστηκε σε 30 ως 40% του ΑΕΠ και η εξάπλωση «τζαμπατζήδικων» προτύπων συμπεριφοράς (free riders) δεν είναι βέβαια προϊόντα φυλετικά επικαθοριζομένων ηθικών ελλειμμάτων ή χαρακτηριολογικών ιδιομορφιών. 
Τα συμπτώματα αυτά προκύπτουν από την ιστορική πραγματικότητα ως δευτερογενείς προεκτάσεις των επιβιωτικών στρατηγικών. Δεν πρέπει άλλωστε να ξεχνάμε ότι σε όλες τις χώρες, πλούσιες και φτωχές, οι ανεξάρτητοι μικρομεσαίοι τείνουν πάντα να λειτουργούν περίπου όπως και οι έλληνες συνάδελφοι τους. 
Η διαφορά (θεμελιώδης!) είναι ότι, ενώ στις περισσότερες ανεπτυγμένες κοινωνίες η επιβίωση τέτοιων στρωμάτων έχει ήδη φθάσει στα όρια της, στην Ελλάδα εξακολουθούν να κυριαρχούν στην κοινωνική σκηνή. Αυτό ακριβώς είχε στο κεφάλι του ο Ανδρέας Παπανδρέου όταν κατήγγελλε το «κατεστημένο» στο όνομα των «μη προνομιούχων μικρομεσαίων». Και επάνω σε αυτή τη βάση θεμελιώθηκε ο πασοκικός μικρομεσαίος λαϊκισμός. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η επινοητική συνθηματολογία του ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ αντιστοιχούσε με απόλυτη ακρίβεια στη νεοελληνική ιδιαιτερότητα. Οι μικρομεσαίες κοινωνίες εκτρέφουν μικρομεσαίες ιδεοληψίες.

Το δράμα της Ελλάδας είναι ότι, όπως όλα τα θαύματα, έτσι και το μικρομεσαίο θαύμα είχε ημερομηνία λήξεως. Από τα τέλη της δεκαετίας του ’90 και πέρα, η έκρηξη του συστήματος εμφανίζονταν αναπόφευκτη. 
Και, με αυτή την έννοια, η τρέχουσα κρίση δεν έκανε τίποτε άλλο από το να επιταχύνει και να οξύνει τις αντιφάσεις και τα αδιέξοδα. 
Είναι βέβαια αλήθεια πως το «τέλος εποχής» εμφανίστηκε σε άμεση συνάρτηση με τη δημοσιονομική εκτροπή και την έκρηξη του δημοσίου χρέους και παγιώθηκε σαν αποτέλεσμα των εσφαλμένων, αλυσιτελών, βλακωδών ή και εγκληματικών χειρισμών των πολιτικών ηγεσιών. Όμως, οι ρίζες αυτού του «τέλους» θα πρέπει να αναζητηθούν στον ιδιαίτερα ευάλωτο χαρακτήρα ενός κοινωνικού συστήματος που ήδη βρίσκονταν σε κρίση αναπαραγωγής. Μοιραία λοιπόν ίσως, οι πλανητικής εμβέλειας μεταλλαγές που ακολούθησαν την παγκοσμιοποίηση, σε συνδυασμό με τις αποδιοργανωτικές προεκτάσεις της όλο και πιο «άνισης ανταλλαγής» ανάμεσα στις πλούσιες και τις φτωχές χώρες της Ευρωπαϊκής Νομισματικής Ένωσης, οδήγησαν την ελληνική κοινωνία και οικονομία σε απρόσμενα αδιέξοδα. 
Εν μια σχεδόν νυκτί, η αντικειμενική αδυναμία του κοινωνικού συστήματος να παράγει με ανταγωνιστικούς αγοραίους όρους εμφανίστηκε με τη μορφή μιας πρωτόγνωρης και πολυεπίπεδης κρίσης — με αποτέλεσμα όλο και περισσότεροι Έλληνες να φαίνεται να αποστερούνται βίαια όλες τις διαθέσιμες επιβιωτικές διεξόδους. 
Από την άποψη αυτή, οι σημερινές προοπτικές θυμίζουν την Αγγλία του 18ου αιώνα, όπου οι «περιφράξεις» των κοινών λειμώνων οδήγησε το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού στην απόλυτη αθλιότητα.

Η Ελλάδα στην ανατομική κλίνη

Αλλά δεν είναι μόνον αυτό. Μαζί με την Ελλάδα, η κρίση επηρεάζει αποφασιστικά και την Ευρώπη. Υπό τις τρέχουσες συνθήκες, θεωρείται πια οικουμενικά αυτονόητο πως η δημοσιονομική πειθαρχία και η σκληρή λιτότητα συνιστούν τη μόνη απάντηση σε όλα τα διαφαινόμενα αδιέξοδα. Όλοι φαίνεται να συναποδέχονται ότι, στο όνομα της ορθολογικότητας, οι ανάλγητες αγορές μπορεί και πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να προωθούν τα συμφέροντά τους, τσακίζοντας, στην ανάγκη ανελέητα, όσους βρεθούν στο διάβα τους. Ακόμα λοιπόν και για λόγους «εκπαιδευτικούς», όλες οι αποκλίνουσες μορφές πρέπει να παταχθούν παραδειγματικά. 
Η συνταγή είναι άλλωστε γνωστή και ιστορικά δοκιμασμένη: "Προσαρμοσθείτε η λιμοκτονήστε". Δεν είναι τυχαίο ότι η Ελλάδα καλείται να ξαπλώσει οικειοθελώς σε μιαν ανατομική κλίνη, πάνω στην οποία καλοπροαίρετοι η κακοπροαίρετοι χειρουργοί και φαρμακοποιοί θα δοκιμάσουν «πειραματικά» να επιβάλουν όλες τις αναγκαίες νεοφιλελεύθερες μεταλλάξεις, δίχως να ενδιαφέρονται για τις συνέπειες. 
Ακόμα και αν τα κοινωνικά σώματα υποφέρουν, δυσφορούν, υποφέρουν, αντιδρούν ή αντιστέκονται, οι νέες ορθοδοξίες δεν ανέχονται αιρέσεις και δεν επιτρέπουν παρεκκλίσεις. Η οπισθόβουλη λογική είναι άλλωστε σαφής: για να προκόψει ο κόσμος, τα κέρδη πρέπει να αυξάνονται και το βιοτικό επίπεδο των εργαζόμενων πρέπει να συρρικνώνεται.
Η κατεξοχήν παρεκκλίνουσα και ιστορικά αυθάδης Ελλάδα θα είναι προφανώς και η πρώτη που καλείται να υποκύψει στον βίαιο νεοφιλελεύθερο «εξορθολογισμό». 
...

*Κωνσταντίνος Τσουκαλάς
από το κείμενο "Η ελληνική κοινωνία μπροστά στην ευρωπαϊκή διγλωσσία"
πηγή:
enthemata (μέσω ypotheseis61.blogspot.gr)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Θέλετε να βάλετε ενεργό link στο σχόλιό σας; BlogU