Παρασκευή 19 Ιουνίου 2015

Γιάνης Βαρουφάκης: δημοσιοποιώ την εισήγησή μου στο σημερινό eurogroup ως αντίδοτο στην προπαγάνδα και τις κακόβουλες "διαρροές"


Με αυτήν την κίνηση ο Γιάνης Βαρουφάκης κάνει την κίνηση ΜΑΤ - τους στριμώχνει στα σχοινιά, τους εκθέτει, τους διασπά - ο θρασύτατος Ντάισεμπλουμ είχε την χυδαιότητα να πει σήμερα μετά τις ελληνικές προτάσεις ότι δεν άκουσε τίποτα νέο από την Ελλάδα. Τώρα θα εισπράξει την αλήθεια - ήδη ο Γιούνκερ διαφοροποιείται, ο Μοσκοβισί είναι στο τσακ και οι άλλοι δεν νοιώθουν πια καλά μέσα στο ψέμα - αναμένονται ραγδαίες εξελίξεις:

Greece’s Proposals to End the Crisis: My intervention at today’s Eurogroup

The only antidote to propaganda and malicious ‘leaks’ is transparency. After so much disinformation on my presentation at the Eurogroup of the Greek government’s position, the only response is to post the precise words uttered within. Read them and judge for yourselves whether the Greek government’s proposals constitute a basis for agreement.
πηγή yanisvaroufakis.eu
μεταφρασμένο κείμενο* 
«Συνάδελφοι,
Πριν πέντε μήνες, με την πρώτη μου παρέμβαση στο Eurogroup εξέφρασα την άποψη ότι η νέα Ελληνική κυβέρνηση αντιμετώπιζε μια διπλή πρόκληση:
Έπρεπε να κερδίσουμε μια πολύτιμη αξία χωρίς να εξαντλήσουμε ένα σημαντικό κεφάλαιο.
Η πολύτιμη αξία που έπρεπε να κερδίσουμε είναι η εμπιστοσύνη, εδώ, με τους Ευρωπαίους εταίρους μας και τους θεσμούς. Η επίτευξη αυτού θα απαιτούσε μια σημαντική δέσμη μεταρρυθμίσεων και ένα αξιόπιστο σχέδιο δημοσιονομικής εξυγίανσης.
Όσον αφορά το σημαντικό κεφάλαιο που δεν έπρεπε να εξαντλήσουμε, αυτό ήταν η εμπιστοσύνη του Ελληνικού λαού ο οποίος θα έπρεπε να συμπλεύσει με ένα συμφωνημένο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων που θα τερματίσει την Ελληνική κρίση. Η προϋπόθεση για να μην εξαντληθεί αυτό το κεφάλαιο ήταν και παραμένει μία: η απτή ελπίδα ότι η συμφωνία με την οποία θα επιστρέψουμε πίσω στην Αθήνα:
• είναι η τελευταία που σφυρηλατείται μέσα σε συνθήκες κρίσης∙
• αποτελείται από μία δέσμη μεταρρυθμίσεων που βάζουν τέλος στην 6-ετή και συνεχιζόμενη ύφεση∙
• δεν χτυπάει άγρια τους πιο φτωχούς όπως οι προηγούμενες μεταρρυθμίσεις∙
• καθιστά το χρέος μας βιώσιμο και δημιουργεί πραγματική προοπτική για επιστροφή στις αγορές χρήματος, βάζοντας έτσι τέλος στην αναξιοπρεπή εξάρτησή μας από τους εταίρους μας για να πληρώσουμε τα δάνεια που έχουμε λάβει από αυτούς.
Πέντε μήνες έχουν περάσει, το τέλος του δρόμου είναι κοντά, αλλά αυτήν τη λεπτή πράξη εξισορρόπησης δεν την έχουμε ακόμα επιτύχει. Πράγματι, στο Brussels Group έχουμε έρθει κοντά. Αλλά πόσο κοντά; Στο δημοσιονομικό κομμάτι οι θέσεις είναι πραγματικά κοντά, ειδικά για το 2015. Για το 2016, το υπολειπόμενο κενό είναι της τάξης του 0.5% του ΑΕΠ. Έχουμε προτείνει παραμετρικά μέτρα που ανέρχονται στο 2% του ΑΕΠ, έναντι του 2.5% στο οποίο επιμένουν οι θεσμοί. Το υπόλοιπο 0.5% έχουμε προτείνει να καλυφθεί με διοικητικά μέτρα. Θα ήταν, κατά την άποψή μου, μείζον σφάλμα να αφήσουμε μια τέτοια ελάχιστη διαφορά να προκαλέσει τεράστια ζημιά στην ακεραιότητα της Ευρωζώνης. Έχουμε επίσης επιτύχει σύγκλιση σε μια ευρεία σειρά θεμάτων.
Ωστόσο, δεν μπορώ να αρνηθώ ότι οι προτάσεις μας δεν φαίνεται να σάς έχουν εμπνεύσει την εμπιστοσύνη που χρειάζεστε. Παράλληλα, οι προτάσεις των θεσμών που ο κ. Juncker έχει μεταφέρει στον Πρωθυπουργό κ. Τσίπρα δεν προκαλούν την ελπίδα που ο λαός μας έχει τόση ανάγκη. Έτσι, έχουμε έρθει κοντά σχεδόν σε αδιέξοδο.
Σε αυτή την ύστατη στιγμή, στο στάδιο των διαπραγματεύσεων στο οποίο βρισκόμαστε τώρα, και πριν μας προλάβουν ανεξέλεγκτες καταστάσεις, έχουμε ηθικό καθήκον, πόσο μάλλον πολιτικό και οικονομικό, να ξεπεράσουμε αυτό το αδιέξοδο. Δεν είναι η ώρα για αντεγκλήσεις και αλληλοκατηγορίες. Οι Ευρωπαίοι πολίτες θα μας καταστήσουν συλλογικά υπεύθυνους, όλους όσους θα έχουμε αποτύχει να καταλήξουμε σε μια βιώσιμη λύση.
Ακόμα και εάν κάποιοι, έχοντας παραπλανηθεί από φήμες ότι μια Ελληνική έξοδος από το ευρώ δεν μπορεί να είναι και τόσο τραγική, ή ακόμα και ότι μπορεί να είναι και επωφελής για την υπόλοιπη Ευρωζώνη, έχουν ήδη αποδεχθεί ένα τέτοιο αποτέλεσμα, αυτό είναι ένα γεγονός που θα απελευθερώσει καταστρεπτικές δυνάμεις που κανένας δεν μπορεί να δαμάσει. Οι λαοί σε κάθε γωνιά της Ευρώπης θα στοχεύσουν, όχι τους θεσμούς, αλλά τους δικούς τους εκλεγμένους υπουργούς οικονομικών, τους δικούς τους Πρωθυπουργούς και Προέδρους.
Εξάλλου, μάς εξέλεξαν να προωθήσουμε την κοινή μας ευημερία στην Ευρώπη και να αποφύγουμε τις παγίδες που θα βλάψουν την Ευρώπη.
Η πολιτική μας εντολή είναι να βρούμε έναν έντιμο, λειτουργικό συμβιβασμό. Είναι τόσο δύσκολο; Δεν νομίζουμε. Πριν λίγες μέρες ο Olivier Blanchard, επικεφαλής Οικονομολόγος του ΔΝΤ, δημοσίευσε ένα άρθρο με τίτλο: «Ελλάδα: Μία αξιόπιστη συμφωνία θα απαιτήσει δύσκολες αποφάσεις από όλες τις πλευρές». Έχει δίκιο, και η έμφαση είναι στο «από όλες τις πλευρές». Ο Δρ Blanchard πρόσθεσε τα εξής: «Στην καρδιά της διαπραγμάτευσης είναι βρίσκεται απλό ερώτημα. Πόση προσαρμογή πρέπει να γίνει από την Ελλάδα, και πόση από τους επίσημους πιστωτές της;»
Ότι η Ελλάδα χρειάζεται να προσαρμοστεί δεν υπάρχει αμφιβολία. Το ερώτημα ωστόσο δεν είναι πόση προσαρμογή πρέπει να γίνει. Είναι μάλλον τι είδους προσαρμογή πρέπει να γίνει. Αν με ...
«προσαρμογή» εννοούμε τη δημοσιονομική εξυγίανση, μειώσεις μισθών και συντάξεων και αυξήσεις φόρων, τότε είναι ξεκάθαρο ότι έχουμε προσαρμοστεί περισσότερο από κάθε άλλη χώρα σε καιρό ειρήνης.
• Το δημοσιονομικό έλλειμμα, σε δομική ή κυκλικά προσαρμοσμένη βάση, μετατράπηκε σε πλεόνασμα με προσαρμογή της τάξης του 20% - ένα «παγκόσμιο ρεκόρ» προσαρμογής
• Οι μισθοί μειώθηκαν κατά 37%
• Οι συντάξεις κόπηκαν μέχρι και 48%
• Οι εργαζόμενοι στο δημόσιο μειώθηκαν κατά 30%
• Η καταναλωτική δαπάνη περιορίστηκε κατά 33%
• Ακόμα και το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών - ένα χρόνιο εθνικό πρόβλημα, έπεσε κατά 16%.
Δεν μπορεί κανένας να ισχυριστεί ότι η Ελλάδα δεν έχει προσαρμοστεί στις καινούργιες, μετά το 2008, συνθήκες. Αυτό όμως που μπορούμε να πούμε είναι ότι αυτή η γιγαντιαία προσαρμογή, είτε απαραίτητη είτε όχι, έχει προκαλέσει περισσότερα προβλήματα από αυτά που έχει λύσει:
• Το πραγματικό ΑΕΠ μειώθηκε κατά 27% ενώ το ονομαστικό ΑΕΠ συνεχίζει να πέφτει - κάθε τρίμηνο για 18 συνεχόμενα τρίμηνα χωρίς διακοπή μέχρι σήμερα
• Η ανεργία ανέβηκε στο δυσθεώρητο 27%
• Η μη δηλωμένη και ανασφάλιστη εργασία έφτασε το 34%
• Οι τράπεζες πασχίζουν να δουλέψουν με τα μη-εξυπηρετούμενα δάνεια να υπερβαίνουν το 40% της αξίας των δανείων τους
• Το δημόσιο χρέος έχει υπερβεί το 180% του ΑΕΠ
• Νέοι με προσόντα εγκαταλείπουν μαζικά την Ελλάδα
• Η φτώχεια, η πείνα και η στέρηση ενεργειακών αγαθών έχουν αυξηθεί με ταχύτητα που παρατηρείται συνήθως σε συνθήκες πολέμου
• Οι επενδύσεις στο παραγωγικό δυναμικό έχουν εξανεμιστεί.
Συμπερασματικά, το πρώτο σκέλος του ερωτήματος του Δρα Blanchard «πόση προσαρμογή πρέπει να γίνει από την Ελλάδα;» πρέπει να απαντηθεί ως εξής: Πάρα πολλή. Αλλά όχι η ίδια προσαρμογή που έγινε στο παρελθόν. Χρειαζόμαστε περισσότερες μεταρρυθμίσεις, όχι περισσότερες μειώσεις. Για παράδειγμα,
• Θα πρέπει να προσαρμοστούμε σε νέα ήθη όσον αφορά την πληρωμή των φόρων, όχι σε πιο ψηλούς συντελεστές ΦΠΑ που ενισχύουν τη φοροδιαφυγή και σπρώχνουν τίμιους συμπολίτες μας σε ακόμα μεγαλύτερη φτώχεια
• Θα πρέπει να καταστήσουμε το συνταξιοδοτικό σύστημα βιώσιμο με το να εξαλείψουμε την ανασφάλιστη εργασία, να ελαχιστοποιήσουμε τις πρόωρες συνταξιοδοτήσεις, να εξαλείψουμε την απάτη, να ενισχύσουμε την απασχόληση – όχι με το να καταργήσουμε τα επιδόματα αλληλεγγύης στους φτωχότερους συνταξιούχους, όπως έχουν απαιτήσει οι θεσμοί, σπρώχνοντας έτσι τους φτωχότερους σε περισσότερη φτώχεια και ανακινώντας την λαϊκή έχθρα προς μια ακόμα δήθεν μεταρρύθμιση.
Στις προτάσεις μας προς τους θεσμούς, έχουμε συμπεριλάβει:
• Μια εκτενή (αλλά βελτιστοποιημένη) ατζέντα ιδιωτικοποιήσεων για την περίοδο 2015-2025
• Τη δημιουργία μια εντελώς ανεξάρτητης Αρχής Φόρων και Τελωνείων (υπό την αιγίδα και την επίβλεψη του Κοινοβουλίου)
• Τη δημιουργία του Δημοσιονομικού Συμβουλίου που θα επιβλέπει την υλοποίηση του προϋπολογισμού
• Ένα βραχυπρόθεσμο πρόγραμμα για περιορισμένους πλειστηριασμούς και για τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων
• Μεταρρυθμίσεις στη δικαιοσύνη και αλλαγές στον αστικό κώδικα
• Την απελευθέρωση κλειστών αγορών προϊόντων και υπηρεσιών (παρέχοντας προστασία στην μεσαία τάξη και σε επαγγέλματα που άπτονται του κοινωνικού ιστού)
• Κατάργηση πολλών εισφορών προς τρίτους
• Μεταρρυθμίσεις στη δημόσια διοίκηση (εισάγοντας το κατάλληλο σύστημα αξιολόγησης του προσωπικού της, μειώνοντας τα μη-μισθολογικά κόστη και εκμοντερνίζοντας και ενοποιώντας την μισθοδοσία του δημοσίου).
Επιπλέον των ανωτέρω μεταρρυθμίσεων, οι ελληνικές Αρχές εξασφάλισαν την συνεργασία του ΟΟΣΑ για να μας βοηθήσουν να σχεδιάσουμε, υλοποιήσουμε και διαχειριστούμε ένα δεύτερο κύκλο αλλαγών. Χθες συναντήθηκα με τον Γενικό Γραμματέα του ΟΟΣΑ, τον κ. Άνχελ Γκουρία και την Ομάδα του, με σκοπό την ανακοίνωση της νέας –κοινής – ατζέντας, που συνοδεύεται και από τον αντίστοιχο οδικό χάρτη, για τα ακόλουθα:
• Μια μεγάλη προσπάθεια κατά της διαφθοράς, αποτυπώνοντας και τα κατάλληλα εργαλεία για την υποστήριξή της, κυρίως στον τομέα των προμηθειών
• Απελευθέρωση του κατασκευαστικού τομέα και αγοράς, συμπεριλαμβανομένων και των σχετικών προτύπων που αφορούν στα αντίστοιχα υλικά
• Απελευθέρωση του χονδρικού εμπορίου
• Δημιουργία κώδικα για τα ΜΜΕ, ηλεκτρονικά και έντυπα
• Κέντρα εξυπηρέτησης επιχειρήσεων one-stop, που θα ελαχιστοποιούν τα γραφειοκρατικά εμπόδια για την λειτουργία των επιχειρήσεων στην Ελλάδα
• Μεταρρυθμίσεις στο συνταξιοδοτικό σύστημα, μέσω μιας σωστής και μακρόχρονης αναλογιστικής μελέτης, την σταδιακή μείωση των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων, την μείωση του λειτουργικού κόστους των ασφαλιστικών ταμείων, την ενοποίηση των ασφαλιστικών ταμείων- εν αντιθέσει με απλή μείωση των συντάξεων.
Ναι, συνάδελφοι, οι Έλληνες χρειάζονται περαιτέρω προσαρμογές. Χρειαζόμαστε επειγόντως βαθιές μεταρρυθμίσεις. Όμως σας καλώ να λάβετε σοβαρά υπόψη αυτή τη σημαντική διαφορά μεταξύ:
• Αλλαγών που αντιμετωπίζουν παρασιτικές συμπεριφορές, προσοδοθηρία και αναποτελεσματικότητες, και
• Παραμετρικών αλλαγών που μόνο αυξάνουν τους φόρους και μειώνουν τις παροχές προς τους πιο αδύναμους.
Χρειαζόμαστε περισσότερες αλλαγές της πρώτης κατηγορίας και πολύ λιγότερες της δεύτερης.
Πολλά έχουν ειπωθεί και γραφτεί για τις υπαναχωρήσεις μας στο θέμα των διαρθρωτικών αλλαγών στην αγορά εργασίας και την απόφασή μας να επαναφέρουμε την προστασία της μισθωτής εργασίας μέσω των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Είναι αυτή μια δική μας αριστερή εμμονή που θέτει σε κίνδυνο την αποτελεσματικότητα; Όχι, συνάδελφοι, δεν είναι. Πάρτε για παράδειγμα το χάλι των νέων εργαζομένων σε διάφορες αλυσίδες καταστημάτων, που απολύονται μόλις φτάνουν το 24ο έτος της ηλικίας τους, ώστε οι εργοδότες να προσλάβουν στη θέση τους νεότερους εργαζομένους , τους οποίους θα συνεχίσουν να πληρώνουν με το μειωμένο μισθολόγιο που ισχύει για νέους κάτω των 24 ετών. Ή πάρτε την περίπτωση υπαλλήλων μερικής απασχόλησης με €300 το μήνα, που αναγκάζονται να εργάζονται full-time και απειλούνται με απόλυση αν δεν το κάνουν. Χωρίς τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, αυτές οι καταχρηστικές συμπεριφορές προκαλούν επιπλέον ανταγωνιστικό βάρος στους σωστούς εργοδότες, και στερούν πόρους από τα ασφαλιστικά ταμεία και τα δημόσια έσοδα. Υπάρχει κανείς που να πιστεύει σοβαρά ότι η υιοθέτηση των καλά σχεδιασμένων συλλογικών διαπραγματεύσεων σε συνεργασία με τον ILO και τον OOΣΑ, αποτελούν «αντιστροφή των μεταρρυθμίσεων» ή υπαναχώρηση;
Επανερχόμενος σύντομα στο θέμα των συντάξεων, πολλά έχουν γίνει για την αντιμετώπιση του γεγονότος ότι οι συντάξεις κοστίζουν περισσότερο από ό,τι στο παρελθόν και φθάνουν περίπου το 16% του ΑΕΠ. Αναλογιστείτε όμως αυτό: Αφενός οι συντάξεις μειώθηκαν κατά 40%, και αφετέρου ο αριθμός των συνταξιούχων παρέμεινε σταθερός. Άρα η δαπάνη για τις συντάξεις μειώθηκε, δεν αυξήθηκε. Αυτό το ποσοστό δεν οφείλεται λοιπόν στην αύξηση της δαπάνης αλλά στη δραματική πτώση του ΑΕΠ, που έφερε και μια δραματική πτώση στα έσοδα των ασφαλιστικών εισφορών λόγω της μείωσης της απασχόλησης και της αύξησης της αδήλωτης εργασίας.
Οι υποτιθέμενες λοιπόν υπαναχωρήσεις μας στο συνταξιοδοτικό είναι ότι αναστείλαμε την περαιτέρω μείωση των συντάξεων, που έχουν ήδη χάσει το 40% της αξίας τους, όταν οι τιμές των προϊόντων που οι συνταξιούχοι έχουν πρωτίστως ανάγκη, όπως είναι τα φάρμακα, σχεδόν δεν έχουν μειωθεί καθόλου. Λάβετε δε υπόψη σας και αυτό το σχεδόν άγνωστο γεγονός: περίπου ένα εκατομμύριο οικογένειες επιβιώνουν σήμερα με την πενιχρή σύνταξη του παππού ή της γιαγιάς όταν τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας είναι άνεργοι, σε μια χώρα που μόνο το 9% των ανέργων λαμβάνει κάποιο επίδομα ανεργίας. Μειώνοντας και αυτή τη μοναχική πηγή εισοδήματος, ισοδυναμεί με το να «βγάζουμε την οικογένεια στο δρόμο».
Αυτός είναι και ο λόγος που συνεχίζουμε να λέμε στους θεσμούς ότι, ναι, χρειαζόμαστε αλλαγές στο συνταξιοδοτικό μας σύστημα, αλλά, όχι, δεν μπορούμε να κόψουμε τη συνταξιοδοτική δαπάνη κατά 1% του ΑΕΠ, γιατί αυτό θα επιφέρει όχι μόνο ένα νέο κύμα μιζέριας αλλά και ένα νέο υφεσιακό κύκλο, δεδομένου ότι το €1.8 δις πολλαπλασιαζόμενο με έναν μεγάλο δημοσιονομικό πολλαπλασιαστή (περίπου 1.5) αφαιρείται από την κυκλική ροή του εισοδήματος. Αν υπήρχαν ακόμα υψηλές συντάξεις, των οποίων η περικοπή θα είχε θετική δημοσιονομική επίπτωση, θα το κάναμε.
Όμως, η κατανομή των συντάξεων είναι τόσο συμπιεσμένη που εξοικονομήσεις τέτοιου μεγέθους θα εξαφάνιζαν τις συντάξεις των χαμηλοσυνταξιούχων. Για το λόγο αυτό, υποθέτω ότι οι θεσμοί ζητούν την κατάργηση των επικουρικών συντάξεων των χαμηλοσυνταξιούχων. Και είναι για το λόγο αυτό που εμείς αντιπροτείνουμε σωστές μεταρρυθμίσεις: δραστική μείωση έως εξαφάνιση των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων, ενοποίηση των ασφαλιστικών ταμείων και παρεμβάσεις στην αγορά εργασίας για πάταξη της αδήλωτης εργασίας.
Οι διαρθρωτικές αλλαγές ενισχύουν το αναπτυξιακό δυναμικό. Όμως, μόνο περικοπές σε μια οικονομία όπως η Ελληνική σήμερα, θα επιφέρει περαιτέρω ύφεση. Η Ελλάδα πρέπει να προσαρμοστεί, με την υιοθέτηση ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων. Ταυτόχρονα όμως, και πηγαίνοντας πίσω στην απάντηση του Δρα Blanchard, και οι θεσμοί θα πρέπει να προσαρμόσουν τον ορισμό που δίνουν στις αναπτυξιακές μεταρρυθμίσεις και να αναγνωρίσουν ότι, οι παραμετρικές περικοπές και οι φορολογικές επιδρομές δεν είναι μεταρρυθμίσεις και ότι, τουλάχιστον στην περίπτωση της Ελλάδας, υπέσκαψαν την ανάπτυξη.
Ορισμένοι συνάδελφοι έχουν επισημάνει στο παρελθόν, και ενδεχομένως να το ξαναεπισημάνουν, ότι οι συντάξεις μας είναι πολύ υψηλές αν συγκριθούν με εκείνες που λαμβάνουν οι πιο ηλικιωμένοι στις χώρες τους, και ότι είναι απαράδεκτο η Ελληνική κυβέρνηση να περιμένει από τις χώρες αυτές να συνεισφέρουν στο λογαριασμό για τις συντάξεις. Επιτρέψτε μου να είμαι σαφής σε αυτό: Δεν θα σας ζητήσουμε ποτέ να επιδοτήσετε το κράτος μας, τους μισθούς μας, τις συντάξεις μας, τις δημόσιες δαπάνες μας. Το Ελληνικό κράτος ζει με τα μέσα που διαθέτει. Τους τελευταίους μήνες καταφέραμε εξάλλου να αποπληρώσουμε τους δανειστές μας, παρά τη μηδενική πρόσβαση στις αγορές και τις μηδενικές εκταμιεύσεις. Σκοπεύουμε να συνεχίσουμε να το κάνουμε.
Κατανοώ ότι υπάρχει ανησυχία ότι η κυβέρνησή μας μπορεί να παρουσιάσει ξανά πρωτογενές έλλειμμα και ότι αυτός είναι ο λόγος που οι θεσμοί μάς πιέζουν να δεχτούμε μεγάλες αυξήσεις στον ΦΠΑ και μεγάλες περικοπές στις συντάξεις. Παρόλο που η άποψή μας είναι ότι η ανακοίνωση μιας βιώσιμης συμφωνίας θα είναι αρκετή για να ενισχύσει την οικονομική δραστηριότητα ώστε να υπάρξει υγιές πρωτογενές πλεόνασμα, καταλαβαίνω απόλυτα ότι οι δανειστές και οι εταίροι μας ενδεχομένως να έχουν λόγο να αμφιβάλλουν και να ζητούν εξασφάλιση: μια πολιτική που να τους ασφαλίζει για το τυχόν ενδεχόμενο που η κυβέρνησή μας δείξει ανεντιμότητα. Αυτό είναι που βρίσκεται πίσω από την προτροπή του Δρα Blanchard η Ελληνική κυβέρνηση να προσφέρει «πραγματικά αξιόπιστα μέτρα». Έτσι, προτείνουμε την παρακάτω ιδέα. Ένα «πραγματικά αξιόπιστο μέτρο».
Αντί να διαφωνούμε για μισές ποσοστιαίες μονάδες σχετικά με τα μέτρα (ή για το αν αυτά τα φορολογικά μέτρα θα πρέπει να είναι παραμετρικά ή όχι), γιατί να μην κάνουμε μια βαθύτερη, πιο λεπτομερή και μόνιμη μεταρρύθμιση; Ένα αυτόματο φρενάρισμα του ελλείμματος που να είναι θεσμοθετημένο και να εποπτεύεται από το ανεξάρτητο Δημοσιονομικό Συμβούλιο πάνω στο οποίο οι θεσμοί κι εμείς έχουμε ήδη συμφωνήσει. To Δημοσιονομικό Συμβούλιο θα εποπτεύει την εκτέλεση του κρατικού προϋπολογισμού σε εβδομαδιαία βάση, θα προειδοποιεί αν ένας επιμέρους στόχος για το πρωτογενές πλεόνασμα πάει να καταπατηθεί και, αν χρειαστεί, θα εφαρμόζει αυτόματα οριζόντιες μειώσεις σε όλες τις δαπάνες με σκοπό να αποτρέψει τον εκτροχιασμό του στόχου κάτω από το προ-συμφωνηθέν όριο. Με τον τρόπο αυτό τίθεται σε εφαρμογή ένα αλάνθαστο σύστημα που εξασφαλίζει την φερεγγυότητα του Ελληνικού κράτους, ενώ η Ελληνική κυβέρνηση διατηρεί την ελευθερία που χρειάζεται για χάραξη πολιτικής, για να παραμείνει κυρίαρχη και ικανή να κυβερνήσει σε ένα δημοκρατικό πλαίσιο. Θεωρήστε αυτή την ιδέα ως μια απτή πρόταση που η κυβέρνησή μας θα υλοποιήσει αμέσως μετά την ύπαρξη μιας συμφωνίας.
Με δεδομένο ότι η κυβέρνησή μας δε θα χρειαστεί ποτέ ξανά να δανειστεί από τους φορολογούμενούς σας ή τους φορολογούμενους που βρίσκονται πίσω από το ΔΝΤ, δεν έχει νόημα μια συζήτηση μεταξύ κρατών-μελών σχετικά με το ποιας χώρας οι συνταξιούχοι είναι φτωχότεροι, οδηγώντας τελικά όλους στα χαμηλότερα επίπεδα. Αντί για αυτό, η συζήτηση προχωράει στις αποπληρωμές του χρέους. Πόσο μεγάλα θα πρέπει να είναι τα πρωτογενή μας πλεονάσματα; Υπάρχει κανείς που να πιστεύει σοβαρά ότι ο ρυθμός ανάπτυξης είναι ανεξάρτητος από το στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος; Το ΔΝΤ κατανοεί πλήρως ότι αυτοί οι δύο αριθμοί είναι ενδογενώς συνδεδεμένοι, και αυτός είναι ο λόγος που το δημόσιο χρέος της Ελλάδας πρέπει να εξεταστεί άμεσα.
Το μεγάλο μας υπερβολικό χρέος πρέπει να το σκεφτούμε ως μια μεγάλη μη χρηματοδοτούμενη φορολογική υποχρέωση. Παρόλο που είναι αλήθεια ότι τα κομμάτια του χρέους στο EFSF και το GLF αργούν να λήξουν και το επιτόκιό τους δεν είναι υψηλό, η μη χρηματοδοτούμενη φορολογική υποχρέωση του Ελληνικού κράτους, το χρέος μας, περιέχει μια εξέχουσα συνιστούσα που εμποδίζει τις επενδύσεις και την ανάκαμψη σήμερα. Αναφέρομαι εδώ στα €27 δις των ομολόγων του προγράμματος SPM που κρατούνται ακόμα από την ΕΚΤ.
Πρόκειται για μια βραχυπρόθεσμη μη χρηματοδοτούμενη υποχρέωση που οι πιθανοί επενδυτές στην Ελλάδα κοιτούν και μετά αποχωρούν, επειδή αναγνωρίζουν το χρηματοδοτικό κενό που δημιουργείται από αυτό το κομμάτι χρέους, και επειδή κατανοούν ότι αυτά τα 27 δις στα βιβλία της ΕΚΤ απαγορεύουν στην Ελλάδα να εκμεταλλευτεί την ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ, ακριβώς τη στιγμή που αυτό το πρόγραμμα είναι σε εξέλιξη και αγγίζει τα όρια των δυνατοτήτων του προκειμένου να βοηθήσει τις χώρες που έχουν πληγεί από τον αποπληθωρισμό. Είναι τραγική ειρωνία που η χώρα που έχει χτυπηθεί περισσότερο από τον αποπληθωρισμό είναι και η μοναδική που έχει εξαιρεθεί από το πρόγραμμα της ΕΚΤ κατά του αποπληθωρισμού. Και έχει εξαιρεθεί εξαιτίας αυτών των 27 δις.
Η πρότασή μας για αυτό είναι απλή, αποδοτική και αμοιβαία επωφελής. Δεν προτείνουμε νέα χρήματα, ούτε ένα φρέσκο ευρώ για το κράτος μας. Φανταστείτε ότι η ακόλουθη συμφωνία σε τρία βήματα ανακοινώνεται μέσα στις επόμενες ημέρες:
Βήμα 1: Βαθιές μεταρρυθμίσεις, που θα περιλαμβάνουν και το αυτόματο φρενάρισμα του ελλείμματος που προανέφερα.
Βήμα 2: Ένας εξορθολογισμός του σχεδίου αποπληρωμών του χρέους της Ελλάδας με την ακόλουθη λογική.
Πρώτον, μια επαναγορά των ομολόγων από το πρόγραμμα SMP: η Ελλάδα να πάρει ένα νέο δάνειο από τον μηχανισμό ESM, να αγοράσει τα ομόλογα SMP από την EKT και να τα αποσύρει. Για να υποστηριχτεί αυτό το δάνειο, συμφωνούμε ότι οι βαθιές μεταρρυθμίσεις θα αποτελέσουν κοινή συνθήκη για την επιτυχή ολοκλήρωση του τρέχοντος προγράμματος καθώς και για τη διασφάλιση του νέου σχεδίου με τον ESM το οποίο θα τεθεί σε εφαρμογή αμέσως μετά την ολοκλήρωση του τρέχοντος προγράμματος και θα είναι σε ισχύ παράλληλα με το συνεχιζόμενο πρόγραμμα του ΔΝΤ έως τον Μάρτιο του 2016. Η βραχυπρόθεσμη χρηματοδότηση βασίζεται στις εναπομείνασες εκταμιεύσεις από το υπάρχον πρόγραμμα, και η μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση θα ολοκληρωθούν από την επιστροφή των κερδών από τα ομόλογα SMP τα οποία ανέρχονται σε €9 δισ. (από τα €27 δισ. που έχουν απομείνει) και τα οποία θα μπουν σε λογαριασμό με χρηματική εγγύηση που θα χρησιμοποιηθεί για τις αποπληρωμές της Ελλάδας στο ΔΝΤ.
Βήμα 3: Ένα επενδυτικό πρόγραμμα για την επανεκκίνηση της Ελληνικής οικονομίας που θα χρηματοδοτηθεί από το Σχέδιο Γιούνκερ, την ΕΚΤ – με την οποία ήδη είμαστε σε συνομιλίες, την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης και άλλους εταίρους που θα προσκληθούν να συμμετάσχουν και σε συνδυασμό με το πρόγραμμα μας για τις ιδιωτικοποιήσεις και την ίδρυση μιας τράπεζας ανάπτυξης που θα στοχεύει στην ανάπτυξη, την αναμόρφωση και την χρηματοοικονομική ασφάλεια των δημοσίων αγαθών, συμπεριλαμβανομένων των ακινήτων.
Αμφιβάλλει στα αλήθεια κανείς ότι η ανακοίνωση αυτών των τριών βημάτων θα άλλαζε δραματικά το κλίμα, θα ενέπνεε τους Έλληνες να εργαστούν σκληρά με την ελπίδα ενός καλύτερου μέλλοντος, θα προσέλκυε επενδυτές σε μια χώρα όπου οι τιμές των περιουσιακών στοιχείων έχουν μειωθεί τόσο πολύ, και θα έδινε εμπιστοσύνη στους Ευρωπαίους ότι η Ευρώπη μπορεί, έστω και την τελευταία στιγμή, να κάνει το σωστό;
Συνάδελφοι, σε αυτή την περίσταση, είναι επικίνδυνα εύκολο να σκέφτεται κανείς ότι δεν μπορεί να γίνει τίποτα. Ας μην γίνουμε θύματα μιας τέτοιας νοοτροπίας. Μπορούμε να σμιλέψουμε μια καλή συμφωνία. Η κυβέρνησή μας είναι σε αναμονή, με ιδέες και την αποφασιστικότητα να καλλιεργήσει τα δύο είδη εμπιστοσύνης που χρειάζονται για να μπει τέλος στο Ελληνικό δράμα: την εμπιστοσύνη σας προς εμάς και την εμπιστοσύνη των ανθρώπων μας στη δυνατότητα της Ευρώπης να χαράσσει πολιτικές που δουλεύουν για αυτούς, και όχι εναντίον τους».


Πρωτότυπο αγγλικό κείμενο
Colleagues,
Five months ago, in my very first Eurogroup intervention, I put it to you that the new Greek government faced a dual task:
We had to earn a precious currency without depleting an important capital good.
The precious currency we had to earn was a sense of trust, here, amongst our European partners and within the institutions. To mint that precious currency would necessitate a meaningful reform package and a credible fiscal consolidation plan.
As for the important capital we could not afford to deplete, that was the trust of the Greek people who would have to swing behind any agreed reform program that will end the Greek crisis. The prerequisite for that capital not to be depleted was, and remains, one: tangible hope that the agreement we bring back with us to Athens:
  • is the last to be hammered out under conditions of crisis;
  • comprises a reform package which ends the 6-year-long uninterrupted recession;
  • does not hit the poor savagely like the previous reforms did;
  • renders our debt sustainable thus creating genuine prospects of Greece’s return to the money markets, ending our undignified reliance on our partners to repay the loans we have received from them.
Five months have gone by, the end of the road is nigh, but this finely balancing act has failed to materialise. Yes, at the Brussels Group we have come close. How close? On the fiscal side the positions are truly close, especially for 2015. For 2016 the remaining gap amounts to 0.5% of GDP. We have proposed parametric measures of 2% versus the 2.5% that the institutions insist upon. This 0.5% gap we propose to bridge over by administrative measures. It would be, I submit to you, a major error to allow such a minuscule difference to cause massive damage to the Eurozone’s integrity. Convergence had also been achieved on a wide range of issues.
Nevertheless, I will not deny that our proposals have not instilled in you the trust that you need. And, at the same time, the institutions’ proposals that Mr Juncker conveyed to PM Tsipras cannot engender the hope that our citizens need. Thus, we have come close to an impasse.
At this, the 11th hour, stage of the negotiations, before uncontrollable events take over, we have a moral duty, let alone a political and an economic one, to overcome this impasse. This is no time for recriminations and accusations. European citizens will hold collectively responsible all those of us who failed to strike a viable solution.
Even if some, misguided by rumours that a Greek exit may not be so terrible or that it may even benefit the rest of the Eurozone, are resigned to such an event, it is an event that will unleash destructive powers no one can tame. Citizens from all over Europe will target not the institutions but their elected finance ministers, their Prime Ministers and Presidents. After all, they elected us to promote Europe’s shared prosperity and to avoid pitfalls that may harm Europe.
Our political mandate is to find an honourable, workable compromise. Is it so difficult to do so? We do not think so. A few days ago Olivier Blanchard, the IMF’s Chief Economist published a piece entitled ‘Greece: A Credible Deal Will Require Difficult Decisions by All Sides.’ He is right, the three operative words being ‘by all sides’. Dr Blanchard added that: “At the core of the negotiations is a simple question. How much of an adjustment has to be made by Greece, how much has to be made by its official creditors?”
That Greece needs to adjust there is no doubt. The question, however, is not how much adjustment Greece needs to make. It is, rather, what kind of adjustment. If by ‘adjustment’ we mean fiscal consolidation, wage and pension cuts, and tax rate increases, it is clear we have done more of that than any other country in peacetime.
  • The public sector’s structural, or cyclically adjusted, fiscal deficit turned into a surplus on the back of a ‘world record beating’ 20% adjustment
  • Wages fell by 37%
  • Pensions were reduced by up to 48%
  • State employment diminished by 30%
  • Consumer spending was curtailed by 33%
  • Even the nation’s chronic current account deficit dropped by 16%.
No one can say that Greece has not adjusted to its new, post-2008, circumstances. But what we can say is that gigantic adjustment, whether necessary or not, has produced more problems than it solved:
  • Aggregate real GDP fell by 27% while nominal GDP continued to fall quarter-in-quarter-out for 18 quarters non-stop to this day
  • Unemployment skyrocketed to 27%
  • Undeclared labour reached 34%
  • Banks are labouring under non-performing loans that exceed 40% in value
  • Public debt has exceeded 180% of GDP
  • Young well-qualified people are abandoning Greece in droves
  • Poverty, hunger and energy deprivation have registered increases usually associated with a state at war
  • Investment in productive capacity has evaporated.
So, the first part of Dr Blanchard’s question “how much of an adjustment has to be made by Greece?” needs to be answered: Greece needs a great deal of adjustment. But not of the same kind that we have had in the past. We need more reforms not more cutbacks. For instance,
  • We need to adjust to a new culture of paying taxes, not to higher VAT rates that strengthen the incentive to cheat and drive law-abiding citizens into greater poverty
  • We need to make the pension system sustainable by eradicating unpaid labour, minimising early retirements, eliminating pension fund fraud, boosting employment – not by eradicating the solidarity tranche from the lowest of the low of pensions, as the institutions have demanded, thus pushing the poorest of the poor into greater poverty and conjuring up massive popular hostility against another set of so called reforms
In our proposals to the institutions we have offered:
  • An extensive (but optimised) privatisation agenda spanning the period 2015-2025
  • The creation of a fully independent Tax and Customs Authority (under the aegis and supervision of Parliament)
  • A Fiscal Council that oversees the state budget
  • A short-term program for limiting foreclosures and managing non-performing loans
  • Judicial and civil procedure code reforms
  • Liberalising several product markets and services (with protections for middle class values and professions that are part and parcel of society’s fabric)
  • Elimination of many nuisance charges
  • Public administration reforms (introducing proper staff evaluation systems, reducing non-wage costs, modernising and unifying public sector payrolls).
In addition to these reforms the Greek Authorities have engaged the Organisation of Economic Cooperation and Development (OECD) to help Athens design, implement and monitor a second series of reforms. Yesterday I met with the OECD’s Secretary General Mr Angel Gurria and his team to announce this joint reform agenda, complete with a specific roadmap:
  • A major Anti-corruption Drive and relevant institutions to support it – especially in the area of procurement
  • Liberalising the construction sector, including the market and standards of construction materials
  • Wholesale trade liberalisation
  • Media – electronic and press code of practice
  • One-Stop Business Centres that eradicate the bureaucratic impediments to doing business in Greece
  • Pension System Reform – where the emphasis is on a proper, long-term, actuarial study, the phasing out of early retirements, the reduction in the operating costs of the pensions funds, pension fund consolidation – rather than mere pension cuts.
Yes, colleagues, Greeks need to adjust further. We desperately need deep reforms. But, I urge you to take seriously under consideration this important difference between:
  • reforms that attack parasitic, rent-seeking behaviour or inefficiencies, and
  • parametric changes that jack up tax rates and reduce benefits to the weakest.
We need a lot more of the real reforms and a lot less of the parametric type.
Much has been said and written about our ‘backtracking’ on labour market reform and our determination to re-introduce protection for waged workers through collective bargaining agreements. Is this some left-wing fixation of ours that jeopardises efficiency? No, colleagues, it is not. Take for example the plight of young workers in several chain stores who get fired as they approach their 24th birthday so that the employer hires younger workers in their place to avoid paying them the normal minimum wage which is lower for employees under the age of 24. Or take the case of employees who are hired part time for 300 euros a month, made to work full time and threatened with dismissal if they complain. Without collective bargaining, these abuses abound with ill effects on competition (as decent employers compete at a disadvantage with unscrupulous ones) but also with ill effects on pension funds and public revenues. Does anyone seriously think that the introduction of well-thought out collective bargaining, in collaboration with the ILO and the OECD, constitutes ‘reform reversal’, an example of ‘backtracking’?
Turning briefly to pensions again, much has been made of the fact that pensions account for more than they did in the past; as much as 16% of GDP. But consider this: Pensions have shrunk by 40% and the number of pensioners is stable. So, expenditure on pensions has fallen, not risen. That 16% of GDP is due not to spending more on pensions but, instead, to the dramatic drop in GDP which brought with it a similarly dramatic reduction in contributions due to the fall in employment and the rise of undeclared labour.
Our alleged backtracking on ‘pension reforms’ is that we have suspended the further reduction in pensions that have already lost 40% of their value when the prices of the goods and services that pensioners need, e.g. pharmaceuticals, have hardly moved. Consider this relatively unknown fact: Around 1 million families survive today on the meagre pension of a grandfather or a grandmother as the rest of the family members are unemployed in a country where only 9% of the unemployed receive any unemployment benefit. Cutting that one, solitary pension is tantamount to turning a family into the streets.
This is why we keep telling the institutions that, yes, we need pension reform but, no, you cannot just lob off 1% of GDP from pensions without causing massive, fresh misery and a fresh recessionary round as this 1.8 billion multiplied by a large fiscal multiplier (up to 1.5) is withdrawn from the circular flow of income. If large pensions still existed, whose curtailment would make a fiscal difference, we would do it. But the distribution of pensions is so compressed that savings of such a magnitude would have to eat into the pensions of the poorest. It is for this reason, I suppose, that the institutions are asking us to eliminate the solidarity pensions supplement to the poorest of the poor. And it is for this reason that we counter-propose proper reforms: a drastic reduction, almost elimination, of early retirements, consolidation of pension funds and interventions in the labour market that reduce undeclared labour.
Structural reforms promote growth potential. But mere cutbacks in an economy like Greece’s promote recession. Greece must adjust by introducing genuine reforms. But at the same time, going back to Dr Blanchard’s answer, the institutions need to adjust their definition of growth-enhancing reforms – to acknowledge that parametric cuts and tax hikes are not reforms and that, at least in the case of Greece, they have undermined growth.
Colleagues have remarked in the past, and may do so again, that our pensions are too high compared to their older people and that it is unacceptable for the Greek government to expect them to foot our pension bill. Let me be clear on this: We are never going to ask you to subsidise our state, our wages, our pensions, our public expenditure. The Greek state lives within its means. Over the past five months we have even managed, despite zero market access and zero disbursements, to repay our creditors. We intend to keep doing so.
I understand that there are concerns that our government may slip into a primary deficit again and that this is the reason the institutions are pressing us to accept large VAT rises and large pension cuts. While it is our view that the announcement of a viable agreement will suffice to boost economic activity sufficiently to produce a healthy primary surplus, I understand perfectly well that our creditors and partners may have cause to be sceptical to want safeguards; an insurance policy against our government’s possible slide into profligacy. This is what lies behind Dr Blanchard’s call for the Greek government to offer “truly credible measures.” So here comes an idea. A “truly credible measure”.
Instead of arguing over half a percentage point of measures (or on whether these tax measures will have to all of the parametric type or not), how about a deeper, more comprehensive, permanent reform? An automated hard deficit brake that is legislated and monitored by the independent Fiscal Council we and the institutions have already agreed upon. The Fiscal Council would monitor the state budget’s execution on a weekly basis, issue warnings if a minimum primary surplus target looks like being violated and, at some point, trigger automated across the board, horizontal, reductions in all outlays in order to prevent the slide below the pre-agreed threshold. That way a failsafe system is in place that ensures the solvency of the Greek state while the Greek government retains the policy space it needs in order to remain sovereign and able to govern within a democratic context. Consider this to be a firm proposal that our government will implement immediately after an agreement.
Given that our government will never again need to borrow from your taxpayers or from the taxpayers standing behind the IMF, there is no sense in a debate between member-states that compete on whose pensioners are poorer, instigating a race-to-the-bottom. Instead, the debate moves on to debt repayments. How large should our primary surpluses be? Does anyone seriously believe that the growth rate is independent of the primary target set? The IMF understands fully that the two numbers are linked endogenously and that this is the reason why Greece’s public debt must be looked at at once.
Our large debt overhang should be thought of as a large unfunded tax liability. While it is true that the EFSF and GLF slices of our debt are long-dated and the interest rate is not large, the Greek state’s unfunded tax liability, our debt, features a lumpy component that impedes investment and recovery today. I am referring here to the 27 billion of SMP bonds still held by the ECB. This is a short-dated unfunded liability that potential investors in Greece take a look at it and turn back because they can see the funding gap this part of the debt creates instantly and because they recognise that this lump of 27 billion on the ECB books stop Greece from taking advantage of the ECB’s quantitative easing at the very moment when this program is unfolding and is reaching its maximum capacity to come to the aid of countries buffeted by deflation. It is a cruel irony that the country most afflicted by deflation is the one that is excluded from the ECB’s anti-deflation remedy. And it is excluded because of this 27 billion lump.
Our proposal on this front is simple, efficient and mutually beneficial. We propose no new monies, not one fresh euro, for our state. Imagine the following three-part agreement to be announced in the next few days:
Part 1: Deep reforms, including the automated hard deficit brake that I mentioned.
Part 2: A rationalisation of Greece’s debt repayment schedule along the following lines. First, to effect an SMP BUY-BACK Greece acquires a new loan from the ESM, then purchases the SMP bonds back from the ECB and retires them. To underpin this loan, we agree that the deep reform agenda is the common conditionality for successfully completing the current program and for securing the new ESM arrangement that comes into operation immediately afterwards and runs concurrently with the continuing IMF program until the end of March 2016. Short-term funding relies on the outstanding disbursement from the current program and medium to long term funding is completed by the return of the SMP profits, coming up to 9 billion out of the 27 remaining billions, which go into an escrow account to be used in order to meet Greece’s repayments to the IMF.
Part 3: An investment program for kick-starting the Greek economy funded by the Juncker Plan, the European Investment Bank – with which we are in talks already – the EBRD and other partners who will be invited to participate also in conjunction with our privatization program and the establishment of a development bank that aims at developing, reforming and collateralizing public assets, including real estate.
Does anyone truly doubt that this three-part announcement would dramatically change the mood, inspire Greeks to work hard on hope of a better future, invite investors to a country whose asset prices have fallen so dramatically, and give confidence to Europeans that Europe can, even at the 11th hour, do the right thing?
Colleagues, at this juncture it is dangerously easy to think that nothing can be done. Let us not fall prey to this state of mind. We can forge a good agreement. Our government is standing by, with ideas and with the determination to cultivate the two forms of trust necessary to end the Greek drama: Your trust in us and the trust of our people in Europe’s capacity to produce policies that work for, and not against, them.

πηγή ελληνικής μετάφρασης euro2day.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Θέλετε να βάλετε ενεργό link στο σχόλιό σας; BlogU