Το Κράτος των Λίγων
του Παύλου Ελευθεριάδη*
Στο άρθρο αυτό, που δημοσιεύτηκε στην αμερικανική έκδοση του περιοδικού Foreign Affairs, Νοέμβριος/Δεκέμβριος 2014, σσ. 139-146, δίνω την δική μου ερμηνεία για την κατάρρευση της Ελλάδας. Κατά τη γνώμη μου το πρόβλημα δεν ήταν στενά οικονομικό αλλά κυρίως πολιτικό. Η κατάρρευση των θεσμών στην Ελλάδα ήταν αποτέλεσμα της πολιτικής και οικονομικής ανισότητας που οξύνθηκε τα τελευταία είκοσι χρόνια. Υποστηρίζω ότι δημιουργήθηκε στην Ελλάδα, μέσω της ιδιοκτησίας των ΜΜΕ, μια μικρή στην πράξη ολιγαρχία, που κυριάρχησε στην πολιτική και οικονομική ζωή. Η δράση της διέφθειρε και δηλητηρίασε την πολιτική ζωή, διέβρωσε τα πολιτικά κόμματα και οδήγησε στην κατάρρευση της εμπιστοσύνης των πολιτών προς την πολιτική στο σύνολό της. Η άνοδος της διάχυτης διαφθοράς ήταν ένα από τα αποτελέσματα της κατάστασης αυτής και της κατάρρευσης της εμπιστοσύνης προς τους θεσμούς. Παράλληλα το υπάρχον καθεστώς ωφέλησε και στηρίχθηκε από καλά οργανωμένες επαγγελματικές ομάδες, π.χ. δικηγόρους, γιατρούς, μηχανικούς, και τα συνδικάτα των δημοσίων επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας, που κατά βάση (ως ομάδα, όχι ο καθένας ατομικά) ωφελήθηκαν από την διασπάθιση του δημοσίου χρήματος από τα κόμματα, είτε με μεγαλύτερες συντάξεις, είτε με άλλα προνόμια και προστατευτισμό. Φυσικά η αναδιανομή αυτή του εθνικού πλούτου έβλαψε το 90% που παρέμεινε απ' έξω από τις παραπάνω διευθετήσεις. Τα κοινά συμφέροντα ολιγαρχών και ισχυρών επαγγελματικών ομάδων, που ακόμα επηρεάζουν καθοριστικά τα μεγάλα κόμματα, εμποδίζουν ακόμα τις μεταρρυθμίσεις και εμποδίζουν κυρίως την λήψη μέτρων τόσο της ισότητας ευκαιριών για την επιχειρηματικότητα αλλά και για την αποκατάσταση της κοινωνικής δικαιοσύνης, π.χ. την στήριξη των ανέργων και των ιατρικά ανασφάλιστων. Οι ισχυρές αυτές ομάδες προτιμούν να έχουν μεγαλύτερο κομμάτι μια συρρικνούμενης πίτας, παρά να αφήσουν την πίτα να μεγαλώσει.Το συμπέρασμά μου είναι ότι το κυριότερο πρόβλημα στην Ελλάδα σήμερα δεν είναι η οικονομική ανάπτυξη, αλλά η πολιτική και οικονομική ανισότητα, η οποία είναι ένας από τους κύριους λόγους που συνειδητά εμποδίζουν την οικονομική ανάπτυξη.
[Απόδοση στα ελληνικά Π.Ε.]
Μόλις πριν λίγα χρόνια η Ελλάδα βρέθηκε πολύ κοντά στην χρεοκοπία και την έξοδο από την Ευρωζώνη. Σήμερα, χάρη στη μεγαλύτερη διάσωση κυρίαρχου κράτους στην ιστορία, η ελληνική οικονομία δείνχει νέα σημεία ζωής. Αφού εξασφάλισε δεσμεύσεις ότι η Αθήνα θα εφαρμόσει δραστικά μέτρα λιτότητας, η ‘τρόικα’ – δηλαδή η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο – παρείχε στην Ελλάδα δεκάδες δισεκατομύρια ευρώ σε δάνεια έκτακτης ανάγκης. Σύμφωνα με πολλούς διεθνείς επενδυτές και Ευρωπαίους αξιωματούχους τα δάνεια αυτά πέτυχαν τον σκοπό τους. Αν εξαιρέσουμε το κόστος ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, το έλλειμμα της Ελλάδας βρέθηκε περίπου στο 2 τοις εκατό τον περασμένο χρόνο, ενώ το 2009 ήταν σχεδόν στο 16 τοις εκατό.
Τον περασμένο χρόνο επίσης η Ελλάδα βρέθηκε με πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών για πρώτη φορά για πάνω από τρεις δεκαετίες. Και τον περασμένο Απρίλιο επέστρεψε στις διεθνείς αγορές από τις οποίες είχε αποκλειστεί για τέσσερα χρόνια, εκδίδοντας πενταετή ομόλογα 3 δισεκατομυρίων ευρώ, με σχετικά χαμηλό επιτόκιο – μόνο 4.95 τοις εκατό (η ζήτηση ξεπέρασε τα 20 δισεκατομμύρια ευρώ). Τον Αύγουστο, η Moody’s Investors Service αναβάθμισε την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας κατά δύο βαθμίδες.
Παρόλα αυτά, η πρόσφατη επαναφορά της Ελλάδας κρύβει βαθιά δομικά προβλήματα.
Το θεμελιώδες πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι η οικονομική ανάπτυξη αλλά η πολιτική ανισότητα. Προς όφελος των λίγων, δυσκίνητες νομικές ρυθμίσεις και δυσλειτουργικοί θεσμοί παραμένουν σε λειτουργία, ενώ η υποδομή της χώρας καταρρέει, η φτώχεια αυξάνεται και η διαφθορά επιμένει. Η ελληνική κοινωνία αντιμετωπίζει τώρα εντελώς νέες προκλήσεις. Η συνολική ανεργία βρίσκεται στο 27 τοις εκατό ενώ στους νέους ξεπερνά το 50 τοις εκατό, παρέχοντας ιδανικό πεδίο στρατολόγησης για ακραίες οργανώσεις της Αριστεράς και της Δεξιάς. Εν τω μεταξύ οι ολιγάρχες συνεχίζουν να κερδίζουν εις βάρος της χώρας – και της υπόλοιπης Ευρώπης.
ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΕΛΛΑΔΑ
Από τις πολλές οικονομικές κρίσεις που έχουν ταλαιπωρήσει την Ευρωζώνη, η κρίση της Ελλάδας ξεχωρίζει για το γεγονός ότι δεν συνέβη επειδή οι τράπεζες επεκτάθηκαν υπερβολικά, όπως συνέβη σε άλλες χώρες, αλλά επειδή η κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή, του οποίου το κόμμα «Νέα Δημοκρατία» βρέθηκε στην εξουσία από το 2004 εως το 2009, έχασε τον έλεγχο των δημοσίων οικονομικών.
Τον περασμένο χρόνο επίσης η Ελλάδα βρέθηκε με πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών για πρώτη φορά για πάνω από τρεις δεκαετίες. Και τον περασμένο Απρίλιο επέστρεψε στις διεθνείς αγορές από τις οποίες είχε αποκλειστεί για τέσσερα χρόνια, εκδίδοντας πενταετή ομόλογα 3 δισεκατομυρίων ευρώ, με σχετικά χαμηλό επιτόκιο – μόνο 4.95 τοις εκατό (η ζήτηση ξεπέρασε τα 20 δισεκατομμύρια ευρώ). Τον Αύγουστο, η Moody’s Investors Service αναβάθμισε την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας κατά δύο βαθμίδες.
Παρόλα αυτά, η πρόσφατη επαναφορά της Ελλάδας κρύβει βαθιά δομικά προβλήματα.
Για να ισοσκελίσει τα βιβλία της η Αθήνα επέβαλε εξοντωτικούς φόρους στις μεσαίες τάξεις και προχώρησε σε βαθιές περικοπές σε μισθούς του δημοσίου, συντάξεις και ιατρικές δαπάνες. Ενώ όμως οι απλοί πολίτες υπέφεραν κάτω από το βάρος της λιτότητας η κυβέρνηση δίστασε να προχωρήσει σε σοβαρές μεταρρυθμίσεις: η ελληνική οικονομία παραμένει μια από τις λιγότερο ανοικτές της Ευρώπης και ως αποτέλεσμα μια από τις λιγότερο ανταγωνιστικές. Είναι ταυτόχρονα και μια από τις πιο άνισες.Η Ελλάδα απέτυχε να αντιμετωπίσει αυτά τα προβλήματα επειδή ισχυρές προνομιούχες ομάδες έχουν συμφέρον στην διατήρηση των πραγμάτων ως έχουν. Από την δεκαετία του 1990 μια μικρή ομάδα πλούσιων οικογενειών – μια στην πράξη ολιγαρχία – έχει κυριαρχήσει στην ελληνική πολιτική ζωή. Αυτή η οικονομική ελίτ προστατεύει τα συμφέροντά της μέσα από τον έλεγχο των μέσων ενημέρωσης και με τις τεχνικές της παραδοσιακής ευνοιοκρατίας, μοιραζόμενη τα λάφυρα της εξουσίας με τους πολιτικούς της φίλους. Οι έλληνες πολιτικοί, με την σειρά τους, παρέμειναν στην εξουσία επιβραβεύοντας έναν μικρό αριθμό οργανωμένων επαγγελματικών ομάδων και συνδικάτων του δημόσιου τομέα, που στηρίζουν το σημερινό καθεστώς. Ενώ οι ευρωπαίοι δανειστές έχουν βάλει τα οικονομικά δεδομένα της Ελλάδας στο μικροσκόπιο, αυτός ο διακανονισμός δεν έχει διαταραχθεί.
Το θεμελιώδες πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι η οικονομική ανάπτυξη αλλά η πολιτική ανισότητα. Προς όφελος των λίγων, δυσκίνητες νομικές ρυθμίσεις και δυσλειτουργικοί θεσμοί παραμένουν σε λειτουργία, ενώ η υποδομή της χώρας καταρρέει, η φτώχεια αυξάνεται και η διαφθορά επιμένει. Η ελληνική κοινωνία αντιμετωπίζει τώρα εντελώς νέες προκλήσεις. Η συνολική ανεργία βρίσκεται στο 27 τοις εκατό ενώ στους νέους ξεπερνά το 50 τοις εκατό, παρέχοντας ιδανικό πεδίο στρατολόγησης για ακραίες οργανώσεις της Αριστεράς και της Δεξιάς. Εν τω μεταξύ οι ολιγάρχες συνεχίζουν να κερδίζουν εις βάρος της χώρας – και της υπόλοιπης Ευρώπης.
ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΕΛΛΑΔΑ
Από τις πολλές οικονομικές κρίσεις που έχουν ταλαιπωρήσει την Ευρωζώνη, η κρίση της Ελλάδας ξεχωρίζει για το γεγονός ότι δεν συνέβη επειδή οι τράπεζες επεκτάθηκαν υπερβολικά, όπως συνέβη σε άλλες χώρες, αλλά επειδή η κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή, του οποίου το κόμμα «Νέα Δημοκρατία» βρέθηκε στην εξουσία από το 2004 εως το 2009, έχασε τον έλεγχο των δημοσίων οικονομικών.
Το 2003, λίγο πριν ο Καραμανλής αναλάβει την εξουσία, η σχέση του ελληνικού χρέους προς το ΑΕΠ βρισκόταν περίπου στο 97 τοις εκατό. Στο τέλος της θητείας του, ο αριθμός αυτός είχε φτάσει σχεδόν στο 130 τοις εκατό.
Είναι ίσως παράδοξο, αλλά ο Καραμανλής διεκδίκησε την εξουσία ως μεταρρυθμιστής και υποσχέθηκε να μειώσει το κράτος, να ανοίξει την οικονομία και να καθαρίσει την πολιτική. Και όμως, όταν βρέθηκε στην εξουσία, υποχώρησε μπροστά στα οργανωμένα συμφέροντα. Κατά την διάρκεια των πέντε ετών της διακυβέρνησής του διόρισε σύμφωνα με εκτιμήσεις 150.000 άτομα στο ευρύτερο δημόσιο φέρνοντας τον συνολικό αριθμό πάνω από το ένα εκατομμύριο, ή 21 τοις εκατό του ενεργού πληθυσμού. Κατά την ίδια περίπου περίοδο οι δημόσιες δαπάνες της υγείας έκαναν άλμα από το πέντε τοις εκατό του ΑΕΠ σχεδόν στο επτά τοις εκατό, δημόσιες δαπάνες για συντάξεις πήγαν από το 11.8 τοις εκατό στο 13 τοις εκατό. Η οικονομική ανάπτυξη που ακολούθησε τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας βοήθησε τον Καραμανλή να κερδίσει με μικρή διαφορά την επανεκλογή του το 2007. Αλλά στα τελευταία δύο χρόνια της διακυβέρνησής του, αγωνιζόμενος με πλειοψηφία μόλις δύο εδρών, παραποίησε τα στατιστικά στοιχεία σε μια απέλπιδα προσπάθεια να κερδίσει τις πρόωρες εθνικές εκλογές που προκάλεσε ο ίδιος. Το κόμμα του συνετρίβη.
Ο Καραμανλής έδρασε όχι τόσο από απερισκεψία, όσο από αδυναμία. Τρεις δομικοί λόγοι, όλοι τους αποτέλεσματα μακροπρόθεσμων αλλαγών στην ελληνική πολιτική ζωή, περιόρισαν το πεδίο δράσης του. Ο πρώτος ήταν η δημόσια διοίκηση, η οποία δεν ήταν σε θέση να εφαρμόσει οποιοδήποτε μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα. Η αποδιοργάνωσή της είχε ξεκινήσει την δεκαετία του 1980 όταν τα πολιτικά κόμματα ανέλαβαν όλο και μεγαλύτερο ρόλο στην στελέχωση της διοίκησης. Στην θεωρία, η αλλαγή αυτή ήταν μια προσπάθεια να αντισταθμιστεί η συντηρητική τάση της ελληνικής γραφειοκρατίας, που ήλθε ως αποτέλεσμα του Εμφυλίου Πολέμου του 1946-49. Αλλά η πολιτική ανάμειξη γρήγορα έγινε ένα μόνιμο στοιχείο της κεντρικής διοίκησης, ώστε οι υπουργοί έφτασαν να διορίζουν τους ευνοούμενούς τους σχεδόν κατά βούληση. Μέσα σε μια δεκαετία η ευρύτερη δημόσια διοίκηση διπλασιάστηκε σε μέγεθος.
Το 1994 ένας μεταρρυθμιστής υπουργός, ο Αναστάσιος Πεπονής, κατάφερε να περάσει ένα νόμο που εισήγαγε ένα σύστημα εισόδου στην διοίκηση με εξετάσεις, αλλά η διαδικασία αυτή αγνοήθηκε ευρέως. Στα επόμενα δέκα χρόνια το κοινοβούλιο άλλαξε τον νόμο αυτό 43 φορές.
Ο Καραμανλής έδρασε όχι τόσο από απερισκεψία, όσο από αδυναμία. Τρεις δομικοί λόγοι, όλοι τους αποτέλεσματα μακροπρόθεσμων αλλαγών στην ελληνική πολιτική ζωή, περιόρισαν το πεδίο δράσης του. Ο πρώτος ήταν η δημόσια διοίκηση, η οποία δεν ήταν σε θέση να εφαρμόσει οποιοδήποτε μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα. Η αποδιοργάνωσή της είχε ξεκινήσει την δεκαετία του 1980 όταν τα πολιτικά κόμματα ανέλαβαν όλο και μεγαλύτερο ρόλο στην στελέχωση της διοίκησης. Στην θεωρία, η αλλαγή αυτή ήταν μια προσπάθεια να αντισταθμιστεί η συντηρητική τάση της ελληνικής γραφειοκρατίας, που ήλθε ως αποτέλεσμα του Εμφυλίου Πολέμου του 1946-49. Αλλά η πολιτική ανάμειξη γρήγορα έγινε ένα μόνιμο στοιχείο της κεντρικής διοίκησης, ώστε οι υπουργοί έφτασαν να διορίζουν τους ευνοούμενούς τους σχεδόν κατά βούληση. Μέσα σε μια δεκαετία η ευρύτερη δημόσια διοίκηση διπλασιάστηκε σε μέγεθος.
Το 1994 ένας μεταρρυθμιστής υπουργός, ο Αναστάσιος Πεπονής, κατάφερε να περάσει ένα νόμο που εισήγαγε ένα σύστημα εισόδου στην διοίκηση με εξετάσεις, αλλά η διαδικασία αυτή αγνοήθηκε ευρέως. Στα επόμενα δέκα χρόνια το κοινοβούλιο άλλαξε τον νόμο αυτό 43 φορές.
Τα συνδικάτα του δημοσίου συνέχισαν να κατευθύνουν τις προαγωγές και τις μεταθέσεις και σχεδόν πάντα εμπόδιζαν οποιεσδήποες πειθαρχικές διώξεις ασκούντο για τα μέλη τους, ακόμα και για σοβαρά εγκλήματα.
Υπουργοί οι οποίοι είχαν ελάχιστο κίνητρο να φροντίσουν τις μακροπρόθεσμες ανάγκες του τομέα τους πέραν των επόμενων εκλογών, απέκτησαν υπερεξουσίες. Δημόσιοι υπάλληλοι υψηλής στάθμης σπάνια έφταναν σε θέσεις επιρροής. Το ηθικό της δημόσιας διοίκησης κατέρρευσε.Και μετά ήταν η βουλή. Πολύ απλά, ο Καραμανλής είχε ελάχιστο έλεγχο πάνω στο κόμμα του. Λόγω της δομής του ελληνικού εκλογικού συστήματος, οι πιο πολλοί πολιτικοί εκλέγονται σε πολυεδρικές εκλογικές περιφέρειες και συχνά αναμετρούνται με υποψηφίους από το κόμμα τους. Όταν ανέλαβε την εξουσία ο Καραμανλής ο ανταγωνισμός στις μεγαλύτερες και ταχύτερα αναπτυσσόμενες εκλογικές περιφέρειες – δηλαδή σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Πειραιά οι οποίες εκλέγουν 96 από τις 300 έδρες του κοινοβουλίου - είχε ήδη γίνει εξαιρετικά έντονος. Σε ένα τέτοιο ανταγωνιστικό περιβάλλον η προβολή στην τηλεόραση και η ιδιωτική χρηματοδότηση ήταν απόλυτα σημαντικές για την εκλογική επιτυχία.
Και με την πρόσβαση σε πλούσιους χρηματοδότες και τις ελίτ των μέσων ενημέρωσης, οι πολιτικοί των αστικών εκλογικών περιφερειών μπορούσαν να γίνουν πρωταγωνιστές στην εθνική πολιτική ζωή χωρίς να χρειάζονται κομματικούς μηχανισμούς. Πολλοί χρωστούσαν την εκλογή τους στους ισχυρούς ολιγάρχες, ενώ άλλοι σε επαγγελματικές ενώσεις ή συνδικάτα. Οι δήθεν σύμμαχοι του Καραμανλή στη βουλή είχαν λίγα κίνητρα να δράσουν σύμφωνα με το πρόγραμμά του.
Το μεγαλύτερο εμπόδιο στις μεταρρυθμίσεις του Καραμανλή ήταν όμως οι αντιδράσεις από τα μέσα ενημέρωσης. Οι περισσότεροι έλληνες λαμβάνουν την ενημέρωσή τους από την τηλεόραση.
Οκτώ ιδιωτικά κανάλια, όλα υπό τον έλεγχο γνωστών επιχειρηματιών, μοιράζονται το 90 τοις εκατό της αγοράς.
Κάποιοι από τους ιδιοκτήτες, όπως ο Γιάννης Αλαφούζος, ο οποίος ίδρυσε το γκρουπ Σκάι, είναι εφοπλιστές και οι επιχειρήσεις τους δεν έχουν μεγάλη σχέση με κρατικές συμβάσεις ή άδειες. Οι περισσότεροι όμως έχουν επιχειρήσεις που εξαρτώνται περισσότερο ή λιγότερο από το κράτος. Ο Βαρδής Βαρδινογιάννης, ένας εκ των κύριων επενδυτών στο μεγαλύτερο τηλεοπτικό κανάλι της Ελλάδας, Mega, ελέγχει δύο εταιρείες πετρελαίου, την Motor Oil Hellas και την Vegas Oil & Gas, ενώ έχει σημαντική συμμετοχή και στην μεγαλύτερη τράπεζα της Ελλάδας, την Τράπεζα Πειραιώς. Άλλοι μέτοχοι του Μega συμπεριλαμβάνουν τον Γιώργο Μπόμπολα του οποίου τα ορυχεία χρυσού εξαρτώνται από κρατικές άδειες, ενώ η κατασκευαστική του εταιρεία έκτισε εγκαταστάσεις για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004, και τον Σταύρο Ψυχάρη, του οποίου τα επιχειρηματικά ενδιαφέροντα βρίσκονται σε πιεστήρια, ακίνητα και τον τουρισμό.
Το Mega, όπως σχεδόν όλοι οι τηλεοπτικοί σταθμοί της Ελλάδας λειτουργεί εδώ και καιρό με ζημίες. Αλλά όπως εξηγεί ένα αμερικανικό διπλωματικό τηλεγράφημα από το 2006 - που διέρρευσε στο wikileaks - οι ιδιοκτήτες δεν ...
Το Mega, όπως σχεδόν όλοι οι τηλεοπτικοί σταθμοί της Ελλάδας λειτουργεί εδώ και καιρό με ζημίες. Αλλά όπως εξηγεί ένα αμερικανικό διπλωματικό τηλεγράφημα από το 2006 - που διέρρευσε στο wikileaks - οι ιδιοκτήτες δεν ...