Πριν από την Ελλάδα χρεοκόπησε το θεσμικό οπλοστάσιο του ευρώ...
Διάβασε ολόκληρο το κείμενο και τα σχόλια, εδώ... της Ελίζας Παπαδάκη*
Η δημοσιονομική κρίση που αντιμετωπίζει η Ελλάδα, καθώς απειλείται να μεταδοθεί στην Ισπανία και την Πορτογαλία και να μετατραπεί σε κρίση της Ευρωπαϊκής Νομισματικής Ένωσης στο σύνολό της, είχε μια θετική παρενέργεια:
αναβίωσε τη συζήτηση για την πολιτική ένωση της Ευρώπης.
Πρόκειται για συζήτηση που θα απαιτούσε μακρές διαδικασίες για να καταλήξει, και προφανώς δεν γίνεται να κλείσει σε ένα Ευρωπαϊκό Συμβούλιο κορυφής σαν το αυριανό των Βρυξελλών.
Έχει θέσει όμως σε αυτήν την αυριανή σύνοδο το φόντο για να κάνουν ίσως οι ηγέτες της Ένωσης ένα βήμα μπροστά, σε καλή κατεύθυνση.
Από τα τέλη της δεκαετίας του 1990, τότε που ετοιμαζόταν πυρετωδώς η εκκίνηση του ευρώ, είχε επισημανθεί το ιστορικά παράδοξο: στις χιλιετίες που οι ανθρώπινες κοινωνίες χρησιμοποιούν χρήμα στις συναλλαγές τους, κανένα νόμισμα δεν στάθηκε χωρίς να συνδέεται με μια πολιτική κυριαρχία και με ένα θησαυροφυλάκιο, αυτό που ονομάζουμε στην εποχή μας υπουργείο Οικονομικών και κρατικό προϋπολογισμό.
Ενιαίο νόμισμα χωρίς ενιαία κρατική εξουσία για πρώτη φορά επιχειρούσε να θεσπίσει η Συνθήκη του Μάαστριχτ.
Αλλά ήταν ένα τέχνασμα του εμπνευστή της Ζακ Ντελόρ: βλέποντας ο τότε πρόεδρος της Επιτροπής τις εθνικές κυβερνήσεις απρόθυμες να προχωρήσουν στην πολιτική ένωση, την επεδίωξε από την παρακαμπτήριο της νομισματικής ένωσης.
Εξαρχής ωστόσο το εγχείρημα είχε αμφισβητηθεί. Όχι μόνον από υπερατλαντικούς αντιπάλους, αλλά και από θεμελιωτές που το υπηρέτησαν, όπως ο Ιταλός Τομάσο Πάντοα-Σκιόπα, μέλος του πρώτου προεδρείου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Μόνο προσωρινά μπορεί η Κεντρική Τράπεζα να διαμορφώνει τη νομισματική πολιτική για τη ζώνη του ευρώ, χωρίς να υφίσταται ενιαίος προϋπολογισμός και δημοσιονομική πολιτική, εξηγούσε.
Ένας βασικός λόγος ήταν ότι σε περίπτωση κρίσης, είτε περιορισμένης σε κάποια περιοχή, αυτό που είχε ονομαστεί «ασύμμετρο σοκ», είτε και πολύ ευρύτερης, σαν αυτή που αντιμετωπίζουμε σήμερα, το νομισματικό εργαλείο χωρίς το δημοσιονομικό δεν αποδίδει. Διότι, βέβαια, ο υπαρκτός κοινοτικός προϋπολογισμός, που μόλις ξεπερνά το 1% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ και ούτε φόρους επιβάλλει, ούτε δαπάνες αυξομειώνει, κανέναν τέτοιο ρόλο δεν μπορεί να επιτελέσει.
Με την «αναπηρία» αυτή πορεύτηκε η ευρωζώνη για μια δεκαετία σχεδόν, όσο κυριαρχούσαν οι αγορές, τα μεγάλα ιδιωτικά χρηματοοικονομικά συμφέροντα, ενώ ο ρόλος των κρατών και του δημόσιου τομέα ήταν σε υποχώρηση.
Η προώθηση της πολιτικής ένωσης με μια μορφή ομοσπονδίας ανεστάλη με το ναυάγιο του Ευρωσυντάγματος. Οπότε έμεινε μόνο το δεκανίκι, το Σύμφωνο Σταθερότητας. Επανειλημμένα, για να αιτιολογήσει την εμμονή του στην απαρέγκλιτη εφαρμογή του, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ΖανΚλοντ Τρισέ, έχει εξηγήσει ότι υποκαθιστά τον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό και τη δημοσιονομική πολιτική που δεν διαθέτει η ζώνη του ευρώ.
Μόνο που τώρα γίνεται πια κατανοητό ευρύτερα, πολύ πέρα από τους αριστερούς εξ αρχής πολεμίους του, ότι το Σύμφωνο Σταθερότητας δεν απαντά στις ανάγκες ισόρροπης λειτουργίας της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Όχι επειδή η Ελλάδα, μαύρο πρόβατο ή ασθενής κρίκος σήμερα, φέρεται να παραποίησε στατιστικά στοιχεία για τα δημόσια οικονομικά της.
Άλλωστε η Επιτροπή που τα παραλάμβανε πώς τα δεχόταν, όταν αρκετοί από εμάς εδώ βοούσαμε επί χρόνια ότι δεν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα;
Ως στρεβλό επικρίνεται πολύ πριν από την κρίση, και τώρα με μεγαλύτερη έμφαση, το Σύμφωνο επειδή ασχολείται αποκλειστικά με το τρέχον έλλειμμα, αφήνοντας κατά μέρος το χρέος που είναι το πραγματικό πρόβλημα.
Για να μείνουμε στην Ελλάδα πάλι, αποδεικνύεται σοβαρό σφάλμα, εγχώριων πολιτικών δυνάμεων όσο και Ευρωπαίων εταίρων, η ανοχή απέναντι στις κυβερνητικές πολιτικές που τη δεκαετία της μεγέθυνσης με ρυθμούς 4% και πλέον δεν επιχείρησαν να μειώσουν το δημόσιο χρέος.
Διότι θα βαραίνει δυσβάσταχτα στις προσπάθειες να ξαναμπεί σε τροχιά ανάπτυξης η ελληνική οικονομία.
Αλλά πριν φτάσουμε ακόμα να αναλάβουμε τέτοιες προσπάθειες, η αναγκαστική έκθεση στις αγορές για την αναχρηματοδότηση του υπέρογκου ελληνικού δημόσιου χρέους, εφόσον άλλος τρόπος θεσμικά δεν προβλέπεται, αχρηστεύει το Σύμφωνο Σταθερότητας στην πράξη.
Ακόμα και αν εφαρμόζουμε κατά γράμμα όλες τις υποδείξεις της Επιτροπής «φρουρού του Συμφώνου», κινδυνεύουμε να μην αντεπεξέλθουμε στο τεράστιο κόστος δανεισμού που μας επιβάλλουν.
Ακόμα περισσότερο το αχρηστεύουν η Ιρλανδία, ή η Ισπανία, που μέχρι να ξεσπάσει η διεθνής κρίση το 2008 είχαν δημοσιονομικά πλεονάσματα και πολύ χαμηλό χρέος, απόλυτα ενάρετη συμπεριφορά δηλαδή με τους όρους του.
Οι Ευρωπαίοι ηγέτες που συνέρχονται αύριο στις Βρυξέλλες το βλέπουν.
Γίνεται πολιτικά όταν πέρυσι διέσωζαν τις τράπεζες, τώρα να μην παρέχουν αλληλέγγυα στήριξη σε χώρες-μέλη; ρωτούσε η «Le Μonde».
*Τα Νέα, 10/02/2010
No comments:
Post a Comment