Σάββατο 9 Δεκεμβρίου 2023

Το πρώτο βήμα δεν αρκεί



Γιώργος Γιαννουλόπουλος
Ο βίαιος χωρισμός είναι μια επώδυνη εμπειρία. Ακόμα και στις περιπτώσεις όπου επιβάλλεται, η διάρρηξη της αρχικής ενότητας προκαλεί έντονες και αντικρουόμενες συναισθηματικές αντιδράσεις. Από τη νοσταλγία μέχρι την οργή. Κι αυτό επιτείνεται όταν δεν πρόκειται για μια ιδιωτική υπόθεση, αλλά για πολιτική σύγκρουση, η οποία διαδραματίζεται υπό το φως της δημοσιότητας με τα μάτια του κόσμου καρφωμένα επάνω στους διαπληκτιζόμενους.
Για να πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά, η διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ ήταν μονόδρομος. Ενώ κανείς και καμία δεν αμφισβήτησαν το αποτέλεσμα των εσωκομματικών εκλογών, αυτό που έκαναν οι απελθόντες, και είχαν κάθε δικαίωμα να το κάνουν, ήταν να πουν ότι ο νέος ΣΥΡΙΖΑ, υπό την ηγεσία ενός γιάπη αυτοαποκαλούμενου «το Φως», με προϋπηρεσία στην Goldman Sachs και χειροκροτητή του Μητσοτάκη μέχρι πρότινος, ο οποίος πήγε στη Μακρόνησο για να «προσκυνήσει» και ο οποίος πιστεύει ότι η άμεση επαφή με τον λαό γίνεται μέσω selfies, όλα αυτά δεν έχουν την παραμικρή σχέση με τον ΣΥΡΙΖΑ που ήξεραν. Το παράδοξο, για να μην πω το ανέντιμο, θα ήταν να παραμείνουν.

Η όλη υπόθεση μονοπώλησε το ενδιαφέρον του φιλοθεάμονος κοινού, αλλά επισκίασε το εξής προϋπάρχον πρόβλημα που δεν έχει σχέση με τον Κασσελάκη: πώς εξηγείται η σταθερή συρρίκνωση των ποσοστών του ΣΥΡΙΖΑ που ο Αλέξης Τσίπρας τα άφησε στο 17%;

Για τους εναπομείναντες το πιο πιθανό σενάριο είναι η σχετική συζήτηση να αναβληθεί μέχρι το συνέδριο του κόμματος. Οποτε και εάν γίνει. Στην αντίπερα όχθη της Νέας Αριστεράς όμως -και μέχρι στιγμής, τουλάχιστον- η «υπόθεση Κασσελάκη» κυριαρχεί, δεδομένου ότι ο κύριος στόχος είναι να προσελκύσουν όσο γίνεται περισσότερους από εκείνους που ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ στις τελευταίες εκλογές, όπως φάνηκε καθαρά στη συνέντευξη που έδωσε πρόσφατα η Εφη Αχτσιόγλου στην «Εφημερίδα των Συντακτών». Κι αυτό, θα έλεγα, δεν είναι καλός οιωνός. Διότι η ιστορία μάς διδάσκει πως όταν οι αριστεροί ερίζουν για το ποιος είναι «πιο αριστερός» από κάποιους άλλους, ανασύρονται στην επιφάνεια όλες οι παλιές και γνωστές παθογένειες. Δηλαδή η εύκολη και αυτάρεσκη πλειοδοσία αριστεροσύνης, οι απλουστεύσεις, τα βροντερά και κούφια «όχι» στα πάντα, η εξωστρέφεια που μας απαλλάσσει από την υποχρέωση να διαβάσουμε κριτικά και τον δικό μας λόγο.

Μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν ενδείξεις για την κατεύθυνση που θα ακολουθήσει τελικά η Νέα Αριστερά. Αξίζει όμως να αναλογιστούμε ότι η ανάγκη γι’ αυτή τη μεγάλη και τη δύσκολη συζήτηση ήταν προφανής και επείγουσα πριν εμφανιστεί στο προσκήνιο ο Κασσελάκης με το σκυλάκι του. Οταν, υπό την ηγεσία του Αλέξη Τσίπρα, υφίστασαι τη μια ήττα μετά την άλλη, το μόνο που δεν μπορείς να κάνεις είναι να μην κάνεις τίποτα. Κι αυτό σημαίνει ότι η αυτοκριτική του τύπου «να αφουγκραστούμε τον κόσμο» ή ότι «δεν συντονίστηκαν και δεν λειτούργησαν καλά τα όργανα» αποτελούν προφάσεις εν αμαρτίαις.

Κατά τη γνώμη μου, το κύριο πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ ήταν ένα λάθος, πολύ ανθρώπινο θα έλεγα, επειδή οι περισσότεροι από μας το έχουμε διαπράξει: παραμένουμε νοσταλγικά «κολλημένοι» σε μια εμπειρία που κάποτε μας χάρισε την απόλυτη ευτυχία, αρνούμενοι να δεχτούμε ότι αυτή η χρυσή εποχή ήταν προϊόν μιας συγκυρίας η οποία έπαψε να ισχύει. Δηλαδή μιλάμε το 2023 με τη γλώσσα του 2015. Κι επειδή ολοένα και περισσότεροι δεν μας ακούνε, επιρρίπτουμε την κύρια ευθύνη στη λίστα Πέτσα, στις στημένες δημοσκοπήσεις ή σε κάποιον άλλο Χατζηπετρή.

Ετσι προέκυψε η έλλειψη σοβαρότητας και αξιοπιστίας. Οσον αφορά την πρώτη, η Νέα Αριστερά θα μπορέσει εύκολα να την αποσείσει γιατί το συγκεκριμένο ελάττωμα παρέμεινε στον ΣΥΡΙΖΑ. Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς. Την επίδειξη σωματικής ευλυγισίας του Κασσελάκη στο σχολείο για ανάπηρα παιδιά, το αντριλίκι του Πολάκη, την πολιτική ευφυΐα του Αντώναρου, τις ειρωνικές ατάκες του Λαζόπουλου κ.ο.κ.

Η ανάκτηση της αξιοπιστίας από τη Νέα Αριστερά θα αποδειχθεί δύσκολη. Κατ’ αρχάς, είναι μεγάλος ο πειρασμός για την όποια αντιπολίτευση να καταστροφολογεί, να δίνει υποσχέσεις χωρίς την υποχρέωση να τις τηρήσει, να ισχυρίζεται ότι τα πράγματα είναι απλά και εύκολα ενώ ξέρει ή οφείλει να ξέρει ότι δεν είναι, ή να χαϊδεύει αυτιά. Στην περίπτωση της ελληνικής Αριστεράς όμως, η σοβαρότητα και η αξιοπιστία απαιτούν και μια κριτική ανάγνωση κάποιων κοινών τόπων, οι οποίοι καθιερώθηκαν στη μεταπολίτευση αλλά έχουν πάψει να θεωρούνται αυτονόητοι και για τους νεότερους απηχούν ένα μακρινό και απρόσιτο παρελθόν. Οπως λ.χ. η δήλωση «είμαι αριστερός, άρα έχω δίκιο» και η επίκληση του περιβόητου ηθικού πλεονεκτήματος που απονέμει η Αριστερά εις εαυτόν όταν ξεμείνει από επιχειρήματα.

Θέλω να πιστεύω ότι η ίδρυση της Νέας Αριστεράς είναι μια νέα και καλή αρχή. Ελπίζω να υπάρξει και συνέχεια.


πηγή efsyn.gr


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Θέλετε να βάλετε ενεργό link στο σχόλιό σας; BlogU