Παρασκευή 18 Δεκεμβρίου 2020

Ο αντικομμουνισμός των σταλινικών

Ω! μεγάλε Στάλιν, ω αρχηγέ των λαών

Συ, που έδωσες τη ζωή στον άνθρωπο

Συ, που γονιμοποίησες τη γη

Συ, που ξανάνιωσες τους αιώνες

Συ, που κάνεις να ανθίζουν οι Aνοίξεις

Συ, που κάνεις να δονούνται οι μουσικές χορδές

Συ, λάμψη της ανοίξεως μου,

Ω! Συ Ήλιε, που αντανακλάται από εκατομμύρια καρδιές.

[Λ. Αραγκόν, εφημ. Pravda”, 28 Αυγούστου 1936]


του Βλάση Αγτζίδη*

marx-engelsΟ ιστορικός που καλείται να μελετήσει τον 20ο αιώνα, θα καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η ιδεολογία και το κίνημα που τον χαρακτήρισε ήταν το κομμουνιστικό. Η λέξη «κομμουνισμός» στα ελληνικά μπορεί να αποδοθεί ως «κοινωνισμός» κι έτσι χρησιμοποιούταν από τους πρώτους Έλληνες σοσιαλιστές. Εξέφραζε ένα ιστορικό ρεύμα που πίστευε στην ισότητα των ανθρώπων, αντιδρούσε στην εκμετάλλευση και αγωνιζόταν για την κοινωνική ισότητα. Ιστορικά είχε πολλές και διαφορετικές μεταξύ τους εκδοχές. Η επικρατέστερη αυτών, υπήρξε μια καλά επεξεργασμένη θεωρία από τον Καρλ Μαρξ και τον Φρειδερίκο Ένγκελς και έλαβε το όνομα «μαρξισμός». Ο μαρξισμός επιχείρησε να εξηγήσει τα ιστορικά φαινόμενα μέσα από το κριτήριο της πάλης των τάξεων. Οι μαρξιστές υποστηρίζουν ότι η κοινωνία αποτελείται από διάφορες κοινωνικές τάξεις, η υπόσταση των οποίων εξαρτάται από τη σχέση που διατηρούν με τα μέσα παραγωγής.

Η μαρξιστική θεωρία για την αταξική κοινωνία δεν έγινε αντιληπτή με τον ίδιο τρόπο απ’ όλους που επιχείρησαν τον επαναστατικό μετασχηματισμό της κοινωνίας. Ο Βλαδίμηρος Ουλιάνωφ, που έμεινε στην ιστορία με το ψευδώνυμο Λένιν100_1397, θα προσπαθήσει να επεξεργαστεί μια τεχνική υλοποίησης των μαρξιστικών απόψεων προτείνοντας τη δημιουργία ενός εργαλείου σύγκρουσης: το λεγόμενο Κόμμα Νέου Τύπου. Το κόμμα αυτό διέθετε χαρακτηριστικά ιεραρχικά και συγκεντρωτικά, τα οποία του επέτρεπαν να επιβιώσει στη σύγκρουση με τους κατασταλτικούς μηχανισμούς του τσαρικού καθεστώτος. Ήταν ουσιαστικά ένα αντίγραφο της μυστικής αστυνομίας του Τσάρου. Μια ιδιομορφία της λενινιστικής αντίληψης ήταν και η πίστη ότι το Κόμμα αποτελούσε την πρωτοπορία της εργατικής τάξης και δρούσε αντ’ αυτής.

LuxemburgΗ λογική της δράσης της εργατικής τάξης δι αντιπροσώπου συνάντησε την ουσιαστική και καίρια κριτική μιας μεγάλης μαρξίστριας, της Ρόζας Λούξεμπουργκ. Στο κείμενό της «Οργανωτικά ζητήματα της ρωσικής σοσιαλδημοκρατίας»  έθετε το δίλημμα: Μαρξισμός ή Λενινισμός; Θεωρεί ότι η λενινιστική αντίληψη αντίκειται στο μαρξισμό και ότι οι απόψεις του Λένιν οδηγούν νομοτελειακά στη δικτατορία του Κόμματος και στη στέρηση των λαϊκών ελευθεριών.

Η Λούξεμπουργκ αφού περιγράφει τις λενινιστικές αρχές, στη συνέχεια τους ασκεί κριτική:

«Οι δυο αρχές πάνω στις οποίες βασίζεται ο συγκεντρωτισμός του Λένιν είναι ακριβώς αυτές:

1. Η τυφλή καθυπόταξη, και στην πιο μικρή λεπτομέρεια, όλων των οργάνων του κόμματος στο κέντρο του κόμματος που μόνο αυτό σκέφτεται, καθοδηγεί και αποφασίζει για όλα.

2. Ο αποφασιστικός διαχωρισμός του οργανωμένου πυρήνα των επαναστατών από το κοινωνικό-επαναστατικό περιβάλλον τους.»

Εντοπίζει έτσι τον ουσιαστικό κίνδυνο αδρανοποίησης του λαού και της εργατικής τάξης προς όφελος μόνο της Κεντρικής Επιτροπής: «Με τον τρόπο αυτό, η κεντρική επιτροπή θα μπορεί να καθορίζει, όπως την βολεύει, την σύνθεση των υψηλότερων οργάνων του κόμματος. Η κεντρική επιτροπή θα είναι το μόνο σκεπτόμενο στοιχείο στο κόμμα. Οι υπόλοιποι κομματικοί σχηματισμοί θα είναι απλά τα εκτελεστικά άκρα της.»

Αμφισβητεί την ορθότητα του συγκεντρωτισμού και επισημαίνει τον κίνδυνο που ελλοχεύει για το εργατικό κίνημα: «Με το να παραχωρούμε, όπως θέλει ο Λένιν, τέτοιες απόλυτες εξουσίες αρνητικού χαρακτήρα στα ανώτερα όργανα του κόμματος, ενδυναμώνουμε σε επικίνδυνο βαθμό, τον συντηρητισμό που είναι έμφυτος σε τέτοια όργανα…. Ο υπέρ-συγκεντρωτισμός που ζητάει ο Λένιν είναι γεμάτος από το αποστειρωμένο πνεύμα του επιστάτη. Το πνεύμα αυτό δεν είναι ούτε θετικό, ούτε δημιουργικό. Η αγωνία του Λένιν δεν είναι το πώς θα κάνει την δραστηριότητα του κόμματος πιο καρποφόρα, αλλά το πώς θα ελέγξει το κόμμα- το να περιορίσει το κίνημα αντί να το αναπτύξει, να το δέσει παρά να το ενώσει.»

Η Λούξεμπουργκ που διατύπωσε με εκπληκτική διορατικότητα την άποψή της δικαιώθηκε απολύτως από τις εξελίξεις στη Σοβιετική Ένωση: «Η ελευθερία μόνο για τους οπαδούς της κυβέρνησης και μόνο για τα μέλη του κόμματος –όσο πολυάριθμα κι αν είναι αυτά– δεν είναι ελευθερία. Η ελευθερία νοείται πάντοτε ως ελευθερία γι’ αυτόν που σκέφτεται διαφορετικά…»

«Είναι φανερό ότι ο σοσιαλισμός, από την ίδια του τη φύση, δεν μπορεί να παραχωρηθεί, δεν μπορεί να εγκαθιδρυθεί με διατάγματα …. Πνίγοντας την πολιτική ζωή σε όλη τη χώρα, είναι μοιραίο να παραλύει ολοένα περισσότερο η ζωή σε αυτά τα ίδια τα σοβιέτ. Χωρίς γενικές εκλογές, απεριόριστη ελευθερία του Τύπου και των συγκεντρώσεων, ελεύθερη πάλη των ιδεών, η ζωή ξεψυχάει σε όλους τους δημόσιους θεσμούς, γίνεται μια ζωή επιφανειακή, όπου η γραφειοκρατία μένει το μόνο ενεργό στοιχείο …»

Η σύγκρουση με την Αριστερά

Η λενινιστική αντίληψη θα δοκιμαστεί στην πράξη με την Οκτωβριανή Επανάσταση και θα οδηγήσει από το 1918 στην απαγόρευση  αντιπολίτευσης και την οικονομική κατάρρευση του νεαρού σοσιαλιστικού οικοδομήματος. Η αντικατάσταση των Εργατικών Επιτροπών από τις Κομματικές Οργανώσεις θα προκαλέσουν τους πρώτους τριγμούς στο επαναστατικό μέτωπο. Έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον οι συγκρούσεις που προκλήθηκαν μεταξύ των μπολσεβίκων και των πολιτικών δυνάμεων που βρίσκονταν αριστερότερα στο πολιτικό φάσμα: μαχνοβίτες, ναύτες της Κροστάνδης, αναρχικοί κ.ά. Η πρώτη τους σημαντική και καθοριστική για το μέλλον των λαών της Ανατολής διαφωνία, ήταν το Φλεβάρη του 1918 πάνω στο ζήτημα της υπογραφής ή όχι της Συνθήκης του Μπρεστ Λιτόφσκ. Δηλαδή: ειρήνευση με βαρύτατους και επαχθέστατους όρους με τις Κεντρικές Δυνάμεις ή μετατροπή του πολέμου σε επαναστατικό με στόχο την επαναστατική ανατροπή στην καρδιά της Ευρώπης;

Στη συνέχεια, η σημαντικότερη αντίδραση ήταν αυτή των επαναστατών ναυτών της Κροστάνδης που θα κατασταλεί με πολύ αιματηρό τρόπο από τον Κόκκινο Στρατό με επικεφαλής τον Λέοντα Τρότσκι. Τον Φλεβάρη-Μάρτη του 1921, τέσσερα ακριβώς χρόνια μετά την Επανάσταση του Φλεβάρη του ΄17, οι επαναστάτες ναύτες της Κροστάνδης από τα πλέον πρωτοπόρα τμήματα της Επανάστασης του Οκτώβρη του ’17 εξεγέρθηκαν κατά της διαφαινόμενης δικτατορίας του 
art8
Κόμματος ενάντια στις λαϊκές επιτροπές των εργατών-αγροτών και στρατιωτών.

Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον η προκήρυξη της Επαναστατικής Επιτροπής της Κροστάνδης :

«…η εξουσία της αστυνομικής μοναρχίας περνά στα χέρια των σφετεριστών, των κομμουνιστών, που αντί ν’ αφήσουν την ελευθερία στο λαό, κράτησαν γι’ αυτόν τον φόβο των κάτεργων της Τσεκά. ……η εξουσία επέτρεψε στη νέα γραφειοκρατία, στους κομισάριους και στους κομμουνιστές υπαλλήλους να εξασφαλίσουν μια ζωή ήσυχη και ξέγνοιαστη …αυτοί, με τη βοήθεια των κρατικοποιημένων συνδικάτων έδεσαν τον εργάτη στη μηχανή και μεταμόρφωσαν τη δουλειά σε μια νέα σκλαβιά…τώρα γίνεται φανερό, πως το κομμουνιστικό κόμμα δεν είναι όπως καμωνόταν πως είναι ο υπερασπιστής των εργαζομένων. Του είναι ξένα τα συμφέροντα της εργατικής τάξης. Αφού πέτυχε να κατακτήσει την εξουσία, έχει μόνο μια έγνοια: να μην την χάσει.»

Ο Λένιν συγκρούεται με τον Στάλιν

Αφού εδραιώσει την εξουσία του Κόμματος μετά τον αιματηρό εμφύλιο πόλεμο, τόσο κατά των τσαρικών και αστών δημοκρατών, όσο και κατά της αριστερών προς τους μπολσεβίκους δυνάμεων, ο ίδιος ο Λένιν θα αντιληφθεί το αδιέξοδο της πολιτικής του και θα προσαρμόσει τη θεωρία στην πραγματική ζωή επιλέγοντας τη Νέα Οικονομική Πολιτική (ΝΕΠ). Επίσης σύντομα θα αντιληφθεί το μεγάλο κίνδυνο που αποτελεί το συγκεντρωτικό οργανωτικό μοντέλο που ο ίδιος είχε εμπνευστεί, όταν στην εξουσία ανέλθει μια αυταρχική προσωπικότητα. Έτσι, στην Πολιτική Διαθήκη του ζητά την καθαίρεση του Στάλιν, τον οποίο ο ίδιος είχε ορίσει για Γενικό Γραμματέα του Κόμματος.

Γράφει: 

«Από τότε που ο Στάλιν έγινε Γενικός Γραμματέας του Κόμματος, συγκέντρωσε στα χέρια μία τεράστια δύναμη. Δεν είμαι εντελώς βέβαιος 
2α
πως κατορθώνει πάντοτε να χρησιμοποιεί τη δύναμη αυτή με αρκετή σύνεση…. Ο Στάλιν είναι πολύ απότομος και το ελάττωμα αυτό, που είναι εντελώς ανεκτό στις προσωπικές σχέσεις κομμουνιστών αναμεταξύ τους, δεν είναι ανεκτό για εκείνον που κατέχει τη θέση του Γενικού Γραμματέα. Γι’ αυτό, προτείνω στους συντρόφους να βρουν ένα μέσο να βάλουν στη θέση του κάποιον άλλο, ο οποίος σχετικά με τον Στάλιν να έχει τούτο το χαρακτηριστικό, να είναι πιο υπομονετικός, πιο ανοιχτόκαρδος και πιο ευγενικός απέναντι στους συντρόφους και να είναι λιγότερο δύστροπος.» [Νικολάϊ Λένιν, Γράμμα προς το συνέδριο (Η Διαθήκη), 23/12/1922]

Φυσικά ο Στάλιν, ο οποίος είχε μετατραπεί πλέον στον παντοδύναμο ηγέτη, ελέγχοντας και την Μυστική Αστυνομία παράλληλα, θα αγνοήσει πλήρως τη Διαθήκη του Λένιν, θα εδραιώσει απολύτως την εξουσία του μετά το θάνατό του και θα επιδοθεί σε μια προσπάθεια εξόντωσης όλων των εσωκομματικών ανταγωνιστών του. Η πλειονότητα των ηγετών της Οκτωβριανής Επανάστασης θα χάσει της ζωή της στο πλαίσιο της διαπάλης για την εξουσία. Από τα εφτά μέλη του Πολιτικού Γραφείου του μπολσεβικικού Κόμματος που οργάνωσαν την επανάσταση, μόνο ο Στάλιν πέθανε από φυσικό θάνατο.

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία το 1937-39 δολοφονήθηκαν 30 περίπου χιλιάδες αξιωματικοί -το 90% των στρατηγών και το 80% των συνταγματαρχών του Κόκκινου Στρατού. Τρεις Στρατάρχες, 13 Διοικητές Στρατιάς, 57 Διοικητές Σώματος, 110 Διοικητές Μεραρχίας, 220 Διοικητές Ταξιαρχίας, όλοι οι Φρούραρχοι των Στρατιωτικών Περιφερειών στάλθηκαν στο εκτελεστικό απόσπασμα.

Από τα ίδια τα ντοκουμέντα του ΚΚΣΕ φαίνεται ότι το 70% από τα τακτικά και αναπληρωματικά μέλη της Κ.Ε. του κόμματος τα οποία είχαν εκλεγεί 
2β
στο 17ο Συνέδριό του, το λεγόμενο «Συνέδριο των νικητών», συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν διά τουφεκισμού. Δηλαδή από τους 139 σύνεδρους εκτελέστηκαν οι 98. Από τους 1.966 αντιπροσώπους του ίδιου Συνεδρίου συνελήφθησαν για αντεπαναστατικά εγκλήματα οι 1.108.Το ίδιο το ΚΚΣΕ στη Μυστική Έκθεση που κατατέθηκε στο 20ο Συνέδριο του 1956 αναφέρει ότι αυτοί που καταδικάστηκαν και εκτελέστηκαν ως «εχθροί του λαού» με «ομολογίες» που αποσπάστηκαν με «άσκηση σωματικών βασανιστηρίων» ήταν: «Θύματα του αυταρχισμού του Στάλιν ήταν οι περισσότεροι έντιμοι, αφοσιωμένοι στην υπόθεση του κομμουνισμού, επιφανέστεροι εκπρόσωποι αλλά και απλά στελέχη του κόμματος».

Ο σταλινισμός θα εδραιώσει ένα νέο εκμεταλλευτικό και ταξικό σύστημα βασισμένο στην καταπίεση των εργατών και των υπόλοιπων εργαζομένων από ένα κομματικό ιερατείο, που εξέφραζε με τον πλέον επώδυνο και τρομοκρατικό τρόπο τα συμφέροντα της νέας γραφειοκρατικής τάξης, όπου τα προνόμια δεν αποτελούσαν πλέον κληρονομικό δικαίωμα αλλά δικαίωμα που απέρρεε από την κομματική θέση.

Οι επιπτώσεις του σταλινισμού στο ελλαδικό κομμουνιστικό κίνημα είναι τεράστιες, παρότι άγνωστες. Μ’ αυτές θα ασχοληθούμε στο επόμενο φύλλο, όπως και για τις περιπτώσεις Μπεναρόγια, Πουλιόπουλου, αρχειομαρξιστών, Άρη Βελουχιώτη, Κώστα Καραγιώργη κ.λπ..


Εν κατακλείδι

Η περιγραφή του σταλινισμού από τον Γκι Ντεμπόρ ως «βασιλεία του τρόμου», περιγράφει με τον καλύτερο τρόπο το σύστημα που δομήθηκε εξοντώνοντας μαζί με τους επαναστάτες και το όραμα για μια δημοκρατική κοινωνία, απαλλαγμένη από εκμεταλλεύτριες τάξεις. Γράφει ο Ντεμπόρ στην «Κοινωνία του Θεάματος»: «Ο σταλινισμός υπήρξε η βασιλεία του τρόμου ακόμα και μέσα στην ίδια τη γραφειοκρατική τάξη. Η τρομοκρατία που θεμελιώνει την εξουσία αυτής της τάξης, πρέπει να πλήξει επίσης, κι αυτή την τάξη, γιατί δεν έχει καμία νομική υπόσταση που θα μπορούσε να την επεκτείνει και σε καθένα από τα μέλη της… Η ψευδής συνείδηση συντηρεί την απόλυτη εξουσία της, μόνο διαμέσου του απόλυτου τρόμου όπου κάθε αληθινό κίνητρο τείνει να εξαφανιστεί. Τα μέλη της γραφειοκρατικής τάξης στην εξουσία δεν έχουν δικαίωμα κυριότητας πάνω στην κοινωνία, παρά μόνο συλλογικά σαν συμμέτοχοι σ’ ένα θεμελιώδες ψέμα: πρέπει να υποδύονται το ρόλο του προλεταριάτου που διευθύνει μια σοσιαλιστική κοινωνία, πρέπει να είναι οι ηθοποιοί που παραμένουν πιστοί στο κείμενο της ιδεολογικής απάτης…»

Όλα αυτά που θα έπρεπε φυσιολογικά να ανήκουν στο χώρο της ιστορικής έρευνας γίνονται και πάλι επίκαιρα, μετά από το 18ο Συνέδριο του ΚΚΕ και την παλινόρθωση του Στάλιν και τον εξωραϊσμό της σταλινικής πολιτικής. Λαμβάνοντας ως δεδομένο ότι υπάρχει ήδη από το 1997 απόφαση του Δ’ Παγκόσμιου Ποντιακού Συνέδριου που καταδικάζει το σταλινισμό και τις σταλινικές διώξεις η ιδεολογική αντιπαράθεση φαντάζει αναπόφευκτη. Το Δ’ Συνέδριο αποφάσισε: «Την ανακήρυξη της 13ης Ιουνίου ως Ημέρας Μνήμης για τα θύματα των σταλινικών διώξεων στην πρώην Σοβιετική Ένωση, εφόσον την ημέρα αυτή, το 1949, πραγματοποιήθηκε η βίαιη εκτόπιση των ποντιακών πληθυσμών από τον Καύκασο στην Κεντρική Ασία.»

Ο σταλινισμός, εκτός από την καταστροφή του ονείρου για μια δίκαιη κοινωνία, δημιούργησε τις συνθήκες της διάλυσης της κοινωνικής δομής με την καταστροφή της αγροτικής τάξης (με τη βίαιη κολεκτιβοποίηση) και έθεσε τους λαούς της ΕΣΣΔ στο έλεος των οιονδήποτε ανεξέλεγκτων αποφάσεων του Π.Γ. της Κ.Ε. του ΚΚΣΕ. Η μεταχείριση αυτή των λαών μαζί με την συγκεντρωτική δομή είναι η βασική αιτία της κατάρρευσης του σοβιετικού οικοδομήματος και της εξαθλίωσης των πολιτών. Παράλληλα είναι ο βασικός υπεύθυνος της πολιτιστικής γενοκτονίας που υπέστη ο σοβιετικός ελληνισμός, μαζί με άλλες μικρές εθνικές οντότητες, των εκτελέσεων της φυσικών του ηγετών και την υποχρεωτική μαζική μετεγκατάσταση στις στέπες της Κεντρικής Ασίας. Η αντιλαϊκή και τρομοκρατική συμπεριφορά των σταλινικών, κατάστρεψε έναν μεγαλειώδη σοβιετικό ελληνικό πολιτισμό που άνθισε το Μεσοπόλεμο και μαζί μ’ αυτόν και την τελευταία ελπίδα των Ποντίων που παρέμειναν στη Μαύρη Θάλασσα να συγκροτηθούν και να αναπτυχθούν μαζί με τους σύνοικους λαούς σε μια αυτόνομη ελληνική συνιστώσα.

Στις 13 Ιουνίου (2009) συμπληρώνονται 60 χρόνια από τις σκληρές εκτοπίσεις των ελληνικών πληθυσμών στην Κεντρική Ασία. Η επέτειος αυτή θα έπρεπε να αποτελέσει αρχή για τον ουσιαστικό προβληματισμό πάνω στον αντικομμουνισμό που εκφράζει ιστορικά ο σταλινισμός και αναπαράγουν ως φάρσα οι σύγχρονοι κήρυκές του.

0025

Παρότι σε σχέση με το ναζισμό, δεχόμαστε την άποψη του Ισαάκ Ντόιτσερ:

«….ο Στάλιν δεν μπορεί να μπει στην ίδια μοίρα με τον Χίτλερ, ανάμεσα στους τυράννους που τα έργα τους είναι χωρίς αξία και περιεχόμενο: μάταια. Ο Χίτλερ ήταν ο ηγέτης μιας στείρας αντεπανάστασης, ενώ ο Στάλιν υπήρξε και ο ηγέτης κι ο εκμεταλλευτής μιας τραγικής αυτο-αντιφάσκουσας, αλλά δημιουργικής επανάστασης….»,

δεν μπορούμε να μη δούμε τα κοινά δομικά χαρακτηριστικά των δύο προσωπολατρειών που εκφράζονται με τη λατρεία της δύναμης και υπέρτατου ηγέτη. Στη φωτογραφία δύο χαρακτηριστικές αφίσες, η αριστερά απεικονίζει τον Χίτλερ και η δεξιά τον Στάλιν

———————————————————————————-

Φωτογραφίες του Στάλιν με και χωρίς τον Νικολάι Γιέζοφ: Οι εθνικές διώξεις κατά των Ελλήνων της Σοβιετικής Ένωσης του 1937-38 φαίνεται ότι είναι ιδέα του Κομισσάριου Εσωτερικών Υποθέσεων (δηλαδή, Υπουργός Εσωτερικής Ασφάλειας) Νικολάι Γιέζοφ, ο οποίος συνέτασσε τους καταλόγους των «εχθρών του λαού» και τους έστελνε στον Στάλιν για υπογραφή. Στη πρώτη φωτογραφία είναι ο κοντούλης που βρίσκεται στ’ αριστερά του Στάλιν. Λίγο αργότερα όμως θα εκτελεστεί κι αυτός με τη σειρά του από τον Στάλιν (1939) και θα αντικατασταθεί από τον Μπέρια, ο οποίος θα είναι και ο υπεύθυνος των μαζικων εκτοπίσεων του 1949. Στη δεύτερη φωτογραφία, το πρόσωπο του Γιέζοφ εξαφανίζεται απ’ όλες τις φωτογραφίες που κυκλοφορούσαν στην ΕΣΣΔ.

Yiezof ikolai

———————————————————————————-

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Εύξεινος Πόντος», Θεσσαλονίκη, Ιούνιος 2009


πηγή https://kars1918.wordpress.com/2009/06/18/18-6-2009/?fbclid=IwAR1ruJncWIUzLznaqPvIqateU0hXvM5Gsr1-OrRCqiBygsmZhbesCyzURjw


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Θέλετε να βάλετε ενεργό link στο σχόλιό σας; BlogU